Χθες συμπληρώθηκαν δέκα χρόνια από το αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα του 2015. Και σήμερα κλείνουν δέκα χρόνια από το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών που ακολούθησε την επόμενη μέρα για να ανατρέψει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.

Πράξη σύνεσης; Προφανώς. Υστερα από μια (παραλίγο) επιχείρηση αυτοκαταστροφής.

Θα ήταν αισιόδοξο και διδακτικό συμπέρασμα να θεωρήσουμε ότι το πάθημα έγινε μάθημα. Αλλά δεν είμαι βέβαιος.

Οι τρεις αυταπάτες που οδήγησαν στο πάθημα του 2015 παραμένουν ενεργές και εν μέρει τοξικές.

Πρώτον, η αυταπάτη ενός λαού που θεωρεί ότι έχει κατακτήσει το δημοκρατικό ανεύθυνο να κάνει ό,τι του κατέβει στο κεφάλι.

Στο όνομα της κυριαρχίας του και χωρίς συνέπειες.

Δεύτερον, η αυταπάτη πως η πορεία ενός τόπου υπόκειται μόνο στη βούληση εκείνων που κυβερνούν και εκείνων που τους ψηφίζουν.

«Οι Ελληνες ψήφισαν ότι είναι πλούσιοι» έλεγε τότε κοροϊδευτικά ένας αμερικανός αναλυτής.

Τρίτον, η αυταπάτη πως μια χώρα όπως η Ελλάδα ενσωματωμένη σε ένα παγκόσμιο και σε ένα ευρωπαϊκό σύστημα εξουσίας μπορεί (και δικαιούται…) να επιβάλλει τις επιθυμίες της σε ολόκληρο το σύστημα του οποίου αποτελεί μέρος.

Συμφέρει αλλά σπανίζουν οι υποψήφιοι αν ψάχνουμε για κορόιδα.

Δεν υπάρχει ασφαλώς αμφιβολία ότι η κρίση της περασμένης δεκαετίας συμπυκνώνει πολλές ευθύνες. Και ατομικές. Και εθνικές. Και ευρωπαϊκές. Τις έχουμε μοιράσει.

Οπως δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτή η επίγνωση θα έπρεπε να συνοδεύει εφεξής τα βήματά μας. Ουδείς αναμάρτητος, αλλά χωρίς αυτό να σημαίνει πως είμαστε και όλοι για την Κόλαση.

Η οξυδέρκεια ενός λαού και η ωριμότητα μιας κοινωνίας δεν είναι να αποσιωπά ή να διαγράφει τις ευθύνες. Αλλά να τις εξετάζει και να τις επιμερίζει με έντιμο, νηφάλιο και εποικοδομητικό τρόπο. Ωστε να προχωρούν όλοι σοφότεροι στην επόμενη μέρα.

Δεν νομίζω φυσικά ότι το δημοψήφισμα και η «κωλοτούμπα» του 2015 επιδέχονται πολλές αναγνώσεις. Ολα τα πράγματα, τα πρόσωπα, οι επιλογές και οι πράξεις τους είναι πλέον γνωστά και αξιολογημένα.

Δέκα χρόνια αργότερα δεν πρόκειται να αλλάξει ή να προστεθεί κάτι. Τόσοι ήταν, αυτά επέλεξαν να κάνουν.

Εκείνο που μένει είναι να ολοκληρωθεί η μετατροπή της περιπέτειας σε εθνική συνείδηση. Να καταλάβουμε δηλαδή απροσχημάτιστα τι συνέβη και γιατί. Ωστε να αφομοιώσουμε μια νέα συλλογική αυτογνωσία. Μακριά από αυταπάτες.

Μόνο με αυτόν τον τρόπο, πολύ πιο ώριμοι και επιμελείς, θα μπορέσουμε ως κοινωνικό σύνολο αλλά κι ο καθένας από την πλευρά του να στηρίξουμε ένα «ποτέ ξανά!».