Ο Δημήτρης Καταλειφός μετρά σχεδόν 50 χρόνια στο θέατρο και παραμένει το ίδιο αφοσιωμένος όπως όταν ξεκινούσε με τις ομάδες που έγραψαν ιστορία – Σκηνή, Εμπρός. Φέτος παίζει στο «Πριν ανοίξουμε φτερά» του Φλοριάν Ζελέρ, ένα έργο για τη φθορά, την απώλεια, την αγάπη, που σκηνοθετεί η Αννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους.

Στην ερώτηση «πώς είστε;», τι απαντάτε;

«Με αυτά που συμβαίνουν, και πρώτα απ’ όλα με την Παλαιστίνη, πρέπει να είσαι το λιγότερο αναίσθητος για να μην έχεις επηρεαστεί. Είναι τόσο απάνθρωπο, πρωτοφανές, τουλάχιστον για τη γενιά μου. Αλλά και τα ελληνικά πράγματα έχουν τρομερά προβλήματα, δυσκολίες. Πώς να τα παρακάμψεις; Οπότε η πιο γνήσια απάντηση, εκτός από το “εντάξει”, είναι πως προσπαθώ να κρατήσω μια ψυχραιμία σε μια δύσκολη εποχή, σε έναν κόσμο που αλλάζει. Δεν θέλω να είμαι απαισιόδοξος και βάζω ένα ερωτηματικό στο “αλλάζει”, ένα ερωτηματικό που πάει προς κάτι μάλλον χειρότερο, που με αναστατώνει».

Η φετινή συνεργασία πώς προέκυψε;

«Ηρθε η Αννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους και με βρήκε. Την ήξερα ελάχιστα. Διάβασα το έργο, με συγκίνησε. Είναι ιδιόρρυθμο, ιδιαίτερο, μιλάει για πράγματα που πάντα με απασχολούσαν, πόσω μάλλον τώρα που κι εγώ γερνάω. Κύριο θέμα του είναι η φθορά, ότι μεγαλώνεις, και μπορεί να μεγαλώνει και ο άνθρωπος που είσαι μαζί. Και είτε ο ένας είτε ο άλλος μπορεί να φύγει από τη ζωή – η απώλεια.

Στο συγκεκριμένο έργο το ζευγάρι ήταν πολύ αγαπημένο και είναι σαν ο Ζελέρ να αναρωτιέται τι γίνεται όλο αυτό το αίσθημα, το μοίρασμα δύο ανθρώπων, όταν ο ένας από τους δύο φύγει. Χάνεται και αυτό ή, με έναν μεταφυσικό τρόπο, διατηρείται; Εχει μια ωραία φράση το έργο, κομβική, που τη λέω μάλιστα εγώ: Νομίζεις ότι οι άνθρωποι πεθαίνουν και πάει. Αλλά δεν είναι πάντα έτσι. Ακόμα κι αν χάσεις τον άλλο, και μόνο που τον θυμάσαι ή τον αναζητείς διατηρείται κάτι πολύ σημαντικό».

Πώς το διαχειρίζεται το έργο;

«Σαν να έχει δύο εκδοχές – τι θα συνέβαινε αν πέθαινε ο σύζυγος ή η σύζυγος. Κάπου συγχωνεύονται και ο θεατής θα αναρωτηθεί “μα ποιος από τους δύο έχει φύγει;”. Και αν πετύχει σε κάτι η παράσταση, είναι αυτό να μην έχει σημασία.

Σημασία έχει ότι κάτι διαλύθηκε από τη (βιολογική) φθορά, από τον νόμο της ζωής. Οι κόρες τους προσπαθούν να διαχειριστούν το πρόβλημα των γονιών τους όταν χάνεται ο ένας από τους δύο. Είναι ένα ανθρώπινο έργο, με αίσθημα, γραμμένο με έναν ποιητικό τρόπο, κάπως πιο διανοητικό – με επιρροή από τον Πίντερ. Ο Ζελέρ αφηγείται την ιστορία του ιδιόρρυθμα και αυτή είναι η δυσκολία και της σκηνοθεσίας και των ερμηνειών».

Εμπιστευθήκατε μια όχι ιδιαίτερα έμπειρη σκηνοθέτρια;

«Οταν τη γνώρισα, κέρδισε τη συμπάθειά μου. Ηθελε να ανεβάσει το έργο. Με έκανε να την εμπιστευθώ. Κάθε συνεργασία, με όλους τους σκηνοθέτες, είναι μια επαλήθευση συμφωνιών ή διαφωνιών – ζυμώσεων. Με ενδιαφέρει το θέατρο να είναι μια ανταλλαγή.

Πιστεύω σε αυτό που έλεγε ο Μινωτής: “Το θέατρο είναι ρεφενές και ο καθένας βάζει αυτό που διαθέτει”. Ποτέ δεν μου άρεσε να εγκλωβίζεται ο καθένας σε έναν ρόλο – εγώ είμαι ο σκηνοθέτης, ο ηθοποιός, ο πρωταγωνιστής. Μου αρέσει να μου πει ο σκηνοθέτης μια ιδέα, να του πω κι εγώ, να γίνει ανταλλαγή. Στις ομάδες που ήμουν, η καλύτερη εποχή της πορείας μου, ανταλλάσσαμε ιδέες. Κάποια στιγμή ένας παίρνει την τελική ευθύνη».

Πιστεύετε πάντα στις ομάδες, κι ας διαλύθηκαν η Σκηνή, το Εμπρός;

«Εκεί δεν ήταν ο εγκλωβισμός σε ρόλους. Υπήρχε πάντα, καλλιτεχνικά, ένα υγιές πάρε – δώσε. Γι’ αυτό είχαν καλά αποτελέσματα. Δεν τελείωσαν λόγω καλλιτεχνικών διαφωνιών αλλά εξουσίας και υπαρξιακής ταυτότητας – ποιος είναι ο αρχηγός. Γενικότερα το πρόβλημα στο θέατρο είναι αυτό το “μαζί”, η συνύπαρξη. Αλλοτε το βρήκα, άλλοτε καθόλου. Γι’ αυτό και έχει μεγάλη σημασία η κοινή γλώσσα που όλο και λιγότερο πια υπάρχει – εδώ δεν υπάρχει καν γλώσσα, υπάρχει σιωπή.

Ολα αυτά έχουν σχέση με την εποχή και το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Στις μέρες μας το θέατρο έχει υποχωρήσει μπροστά στην παντοδυναμία της τηλεόρασης. Μετά από δεκάωρα γυρίσματα οι ηθοποιοί έρχονται εξουθενωμένοι για πρόβα. Αλλά τι να πεις – πώς θα τα βγάλουν πέρα; Παλιά υπήρχε αφοσίωση, συγκέντρωση, σεβασμός στον δάσκαλο, στον σκηνοθέτη. Τώρα αυτά είναι γραφικές αναμνήσεις κάποιου σαν κι εμένα».

Ο κόσμος όμως γεμίζει τα θέατρα…

«Τα πράγματα δεν είναι μαύρο – άσπρο. Εχουν βγει πολλοί νέοι, ταλαντούχοι, σκηνοθέτες, ηθοποιοί. Αλλά πιστεύω ότι οι παραστάσεις προβάλλονται σαν προϊόν που ξεπούλησε, χωρίς μια πιο πνευματική αίσθηση. Σήμερα δεν λένε αν ήταν ωραία η παράσταση, λένε “ήταν sold-out”, σαν να είναι το μόνο κριτήριο.

Οσον αφορά το κοινό, ναι, έχει αυξηθεί – είναι συγκινητικό. Αλλά οι μισοί είναι με ένα κινητό, να πουν ότι πήγαν, κάνουν φασαρία. Εγινε και λίγο μόδα – λίγο αγορά, λίγο μόδα. Αναρωτιέμαι μήπως επειδή μεγαλώνω όλα μου ξινίζουν. Βλέπω όμως και νέους ανθρώπους-ηθοποιούς, που αγαπούν το θέατρο, να τα λένε χειρότερα απόε μένα».

Σας απασχολεί η ηλικία;

«Μέσα μου συμβαίνει μια τεράστια αντίφαση. Ψυχικά, όσον αφορά το θέατρο, αισθάνομαι ακριβώς όπως ήμουν 18. Δεν αισθάνομαι καθόλου 71 ετών – είμαι όμως. Αυτό που με λυπεί είναι ότι ενώ έχω ακόμα, τουλάχιστον απ’ ό,τι ξέρω, μια καλή υγεία, αισθάνομαι ότι η αγάπη μου για την υποκριτική πάει λίγο χαμένη σε αυτή την εποχή, αναξιοποίητη, ανεκμετάλλευτη, σαν διαρροή νερού. Αν δεν ανασκουμπωθώ να βρω εγώ ο ίδιος κάτι να κάνω, θα είχα ήδη εξαφανιστεί. Δεν έχω να περιμένω από κανέναν κάτι. Ο,τι κάνω στο θέατρο γίνεται επειδή το παλεύω. Φέτος αυτή η πρόταση ήταν η μόνη που είχα».

Είστε όμως αγαπητός στον κόσμο…

«Στο κοινό, ναι, στον χώρο μας δεν ξέρω. Το ότι υπάρχω ακόμα είναι από τον κόσμο. Αν δεν σηκώσω εγώ τα μανίκια, δεν θα υπήρχα εδώ και πολλά χρόνια. Η όποια δύναμη διαθέτω είναι από το κοινό. Ναι, είναι επιτυχία, αλλά είναι και πικρία – δεν το κρύβω. Είναι ωραίο να νιώσεις τη χαρά ότι κάποιοι θέλουν να δουλέψουν μαζί σου. Εχω τη φήμη του δύσκολου και ίσως αυτό είναι αποτρεπτικό. Με δημόσια θέατρα δεν έχει γίνει τίποτα την τελευταία 20ετία.

Σε αυτή την ηλικία ούτε διάσημος θέλω να γίνω ούτε τίποτα. Θέλω να απολαμβάνω τη χαρά, αν και η χαρά είναι μια παρεξηγημένη λέξη στην καινούργια εποχή. Λένε “να κάνουμε πρόβες με χαρά”. Εντάξει. Αλλά για να βρεις έναν ρόλο, να αναδείξεις έναν συγγραφέα, έχεις κι ένα βάσανο, μια αγωνία. Δεν γίνονται όλα μέσα από χαρά, όπως θέλει το καινούργιο σύνθημα, με αυτή την καραμέλα της θετικής ενέργειας, ενώ οι περισσότεροι παίρνουν χαπάκια για την κατάθλιψη.

Ανέκαθεν, οι καλλιτέχνες ίδρωναν για να κάνουν κάτι της προκοπής. Το θέατρο είναι μια μικρογραφία κοινωνίας. Η επικοινωνία είναι δύσκολη ειδικά όταν οι άνθρωποι έχουν, όπως πιστεύω για εμένα, αληθινό πάθος. Μπορεί να είμαι κι ο χειρότερος ηθοποιός του κόσμου, αλλά πάθος, φιλότιμο, εργατικότητα έχω σίγουρα. Και αυτό συχνά ενοχλεί».

INFO

«Πριν ανοίξουμε φτερά» του Φλοριάν Ζελέρ. Παίζουν: Δημήτρης Καταλειφός, Ζωή Ρηγοπούλου, Μαρκέλλα Γιαννάτου, Φιόνα Γεωργιάδη, Σαράντος Γεωγλερής, Ντίνα Αβαγιανού. Πρεμιέρα: 9 Οκτωβρίου στο Ιδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη.