Το «ταξίδι» θα ξεκινήσει από το μπελκάντο του Μπελίνι και του Ντονιτσέτι, θα περάσει από τον ρομαντικό κόσμο του Μασνέ και θα καταλήξει στον βερισμό του Πουτσίνι, του Τσιλέα και του Καταλάνι, στις νοσταλγικές ρομάντζες του Τόστι και στη δική μας Επτανησιακή Σχολή του Σπυρίδωνος Σαμάρα. Αυτοί είναι οι συνθέτες που θα ακουστούν στο ρεσιτάλ της Μυρτώς Παπαθανασίου, την Παρασκευή 24 Οκτωβρίου, στις 20.30, στο αμφιθέατρο του Μουσείου του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή (Ερατοσθένους 13, Παγκράτι).

Πρόκειται για εμφάνιση που εντάσσεται στη σειρά συναυλιών «Jazz στο Μουσείο», η οποία έπειτα από πέντε επιτυχημένες χρονιές, υπό τον νέο τίτλο «Her Voice», ενσωματώνει την κλασική μουσική, το λυρικό τραγούδι και άλλες μορφές μουσικής έκφρασης. «Θα παρουσιάσουμε ένα αρκετά απαιτητικό πρόγραμμα», επισημαίνει η γνωστή υψίφωνος, «μια πλούσια ενότητα με κομμάτια που χαίρομαι να τα ερμηνεύω και που τα επιλέξαμε με μεγάλη αγάπη μαζί με τον Δημήτρη Γιάκα που θα με συνοδεύσει στο πιάνο».

Με ποιο, λοιπόν, σκεπτικό φτιάξατε αυτό το πρόγραμμα;

«Ο τίτλος του, “Respiro e Sospiro”, σημαίνει “Αναπνέω και Αναστενάζω”. Αναφέρεται στην ανάσα και τον αναστεναγμό μέσα από τραγούδια και άριες του ιταλικού και γαλλικού ρεπερτορίου, δεδομένου ότι η αναπνοή είναι η βάση του τραγουδιού αλλά και ότι συνήθως αριστουργήματα σαν αυτά που θα παρουσιάσουμε έχουν γραφτεί με βάση τον καημό, τον πόνο, τον αναστεναγμό».

Το ρεσιτάλ θεωρείται μοναχική διαδικασία για τον ερμηνευτή. Εσείς ανάμεσα σε μια παράσταση όπερας και ένα ρεσιτάλ τι θα επιλέγατε;

«Για εμένα πάντοτε είναι πολύ πιο απελευθερωτική η στιγμή που βρίσκομαι πάνω στη σκηνή με σκηνικά, κοστούμια και ορχήστρα. Η ορχήστρα είναι ένα μεγάλο χαλί, ένα μεγάλο πλέγμα πάνω στο οποίο μπορείς να ξεδιπλώσεις τη φωνή σου, σε αναδεικνύει και σε προστατεύει.

Γίνεσαι μέρος ενός μεγάλου συνόλου ογδόντα οργάνων. Ολη αυτή η διαδικασία έχει μία άλλη μαγεία και μια ατμόσφαιρα πιο ολοκληρωμένη, σε αντίθεση με το ρεσιτάλ όπου στέκεσαι μόνος και πρέπει να στοχεύεις στον πυρήνα κάθε κομματιού για να δώσεις αυτό ακριβώς που σημαίνει. Και σε δύο-τρία λεπτά να περάσεις σε άλλο κομμάτι, σε έναν άλλο κόσμο. Είναι σίγουρα πιο μοναχικό το ρεσιτάλ. Διαδικασία που θέλει μεγάλη συγκέντρωση αλλά και που μπορεί να γίνει εξαιρετικά απολαυστική όταν τη μοιράζεσαι με έναν πραγματικά καλό πιανίστα όπως τώρα με τον εξαιρετικό Δημήτρη Γιάκα».

Τραγουδάτε συχνά στο εξωτερικό, την ίδια όμως στιγμή έχετε οικογένεια στην Ελλάδα, μεγαλώνετε εδώ την κόρη σας…

«…που πρόσφατα έγινε δεκτή σε ένα μουσικό σχολείο και αυτό μας έδωσε μεγάλη χαρά! Μεγαλώνει, κάνει τα δικά της βήματα, χαράζει τον δικό της δρόμο και την καμαρώνω».

Πώς όμως διαχειρίζεστε τον παράλληλο ρόλο της μητέρας και της μουσικού που ταξιδεύει διαρκώς;

«Δεν είναι καθόλου εύκολο. Μέχρι τα έξι περίπου χρόνια της τη μικρή μου την έπαιρνα παντού μαζί μου. Αυτό διευκόλυνε την κατάσταση. Είχα και βοήθεια, όταν δεν ταξίδευα μαζί με τον σύζυγό μου είχα μαζί μου μια γυναίκα. Επειτα άρχισε το σχολείο. Η μικρή μου δεν μπορούσε να με ακολουθεί πάντα, άρχισε όμως να ταξιδεύει μόνη της (δηλαδή υπό την επίβλεψη του πληρώματος του εκάστοτε αεροσκάφους) και να έρχεται κοντά μου, στο εξωτερικό, όποτε είχε χρόνο.

Η διαδικασία της άρεσε, την έκανε να νιώθει πως αυτονομείται. Κατά τα άλλα, ήταν ένα παιδί που από πολύ μικρό είχε μάθει πως “η μαμά πάντοτε υπάρχει δίπλα σου, είναι εκεί έτοιμη να σε ακούσει και σε βοηθήσει σε ό,τι χρειαστείς, απλά έχει πάει στη δουλειά της”.

Η δε μαμά σε περιπτώσεις όπως αυτή πρέπει να έχει αντοχές, ηρεμία, να κρατά όσο γίνεται τις απαραίτητες ισορροπίες στην οικογένεια. Χρειάζονται νεύρα από ατσάλι όταν παράλληλα με την ανατροφή ενός παιδιού έχεις να αντιμετωπίσεις και τις δυσκολίες του επαγγέλματός σου. Στη δική μου περίπτωση ενός επαγγέλματος που όσο πάει γίνεται πιο ανταγωνιστικό».

Εσείς πώς αντιμετωπίζετε αυτές τις προκλήσεις;

«Φροντίζω να είμαι πάντα άριστα προετοιμασμένη. Στη δουλειά μου δεν σου συγχωρούνται ούτε τα λάθη ούτε οι απουσίες ούτε τίποτε. Το παιδί μου, η οικογένειά μου, είναι βεβαίως προτεραιότητά μου, αλλά παραμένω πάντα και μια συνεπής επαγγελματίας. Ναι, συχνά ζορίζομαι, πιέζομαι για να γίνουν όλα όπως πρέπει, αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Η αλήθεια είναι πως πάντα έβαζα τα πράγματα σε μια ζυγαριά και τα εξέταζα προσεκτικά και ψύχραιμα. Εχω πει “όχι” σε καλά θέατρα και σε ρόλους που με ενδιέφεραν γιατί έπρεπε να είμαι με τους δικούς μου ή γιατί δεν είχα τον χρόνο να τους προετοιμάσω όπως εγώ ήθελα».

Τι σας έχει μάθει αυτό το μοίρασμα;

«Πως η δεξαμενή από όπου μία γυναίκα αντλεί δυνάμεις και υπομονή είναι τεράστια. Εκανα κι εγώ πράγματα που αν με ρωτούσατε πριν από χρόνια θα σας έλεγα πως δεν θα τα άντεχα. Ομως όσο περισσότερο δοκιμάζεις τις αντοχές σου, όσο παίζεις με τα όρια τόσο συνειδητοποιείς πως μπορείς να προχωρήσεις ακόμα πιο πέρα, και πιο πέρα. Αναλογίζομαι καμιά φορά δύσκολες στιγμές από το παρελθόν μου και απορώ. Εγώ είμαι αυτή η γυναίκα που τα κατάφερε; Οταν είμαστε μέσα στην κατάσταση, όταν ζούμε τη δυσκολία, δεν το αντιλαμβανόμαστε, όμως μπορούμε να κάνουμε πολύ περισσότερα πράγματα από όσα νομίζουμε».

Τι σας ξεκουράζει και σας αποφορτίζει;

«Οταν γυρίζω κουρασμένη από μια παραγωγή που έχω κάνει στο εξωτερικό, το μόνο που θέλω είναι να κάνω διακοπές με την οικογένειά μου. Να μοιράζομαι όλη τη μέρα μαζί τους και να κοιμάμαι, να κοιμάμαι, να κοιμάμαι πολύ (σ.σ.: γελάει). Αυτό και τίποτε άλλο!».

Πολλοί συνάδελφοί σας διδάσκουν. Εσάς η διδασκαλία σάς ενδιαφέρει;

«Κάνω master classes και ορισμένες φορές διαδικτυακά μαθήματα. Ναι, είναι μια διαδικασία που μου αρέσει. Η φωνή έχει τα μυστικά της και κάθε φωνή είναι ιδιαίτερη. Πρέπει λοιπόν να βρεις το κλειδί για να την ξεκλειδώσεις. Η δουλειά που πρέπει να γίνει από μαθητή σε μαθητή μπορεί να είναι διαφορετική και αυτό κάνει την ιδιότητα του καθηγητή φωνητικής πολύ ενδιαφέρουσα».

Πρόσφατα τραγουδήσατε για πρώτη φορά τη «Μαντάμα Μπατερφλάι» του Πουτσίνι σε θέατρα της Ιταλίας και της Σικελίας. Υπάρχουν άλλοι ρόλοι που σχεδιάζετε να πείτε, ευκαιρίας δοθείσης; Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;

«Η “Μπατερφλάι” ήταν θαυμάσια εμπειρία. Εκπληκτική όπερα! Ονειρεύομαι τη Δυσδαιμόνα στον “Οθέλλο” του Βέρντι, την “Αλκηστη” και την “Αρμίντα” του Γκλουκ… Μου αρέσει να είμαι ευέλικτη, να δοκιμάζω τις δυνάμεις μου σε διαφορετικά πράγματα. Στην πραγματικότητα όμως δεν κάνω μεγάλα σχέδια, προσαρμόζομαι στα δεδομένα. Καλύτερα να πορευόμαστε με το ρεύμα του ποταμού, έτσι δεν είναι; Αγαπώ τη δουλειά μου και κάνω το καλύτερο που μπορώ. Αυτό θα συνεχίσω να κάνω με την προσδοκία να μου δίνονται συχνά οι ευκαιρίες να τραγουδώ τους ρόλους που ονειρεύομαι».