Tο γέρας απονέμεται ως έπαθλο – αλλά και ως το μέγιστο λάφυρο – στο γήρας, όχι μόνον όταν συνεχίζει να γράφει αλλά και όταν γράφοντας «πειράζει» τη γραφή. Αναθέτει τότε στην ποίηση να αντι-καταστήσει το «ε» (γέρας) με «η» (γήρας) και να «πειράξει» έτσι και το νόημα με μια ομοηχία στο παρά πέντε.

Γιώργος Βέλτσος
Γέρας
Εκδόσεις Περισπωμένη, 2025, σελ. 80, τιμή 13 ευρώ.
Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου
Η αντιμετάθεση όμως αυτή – γράμματος χάριν – δηλώνει και την αντιμετάθεση της γραφής με τη ζωή. Το «Il faut tenter de vivre» («Πρέπει να μπαίνεις στον πειρασμό να ζεις») του Πολ Βαλερί στο «Θαλασσινό κοιμητήρι» διαλάμπει και ως ένα «Πρέπει να πειράζεις και να πειράζεσαι με τα γράμματα».
«Και, με το να είμαστε δυστυχείς, μιλάμε για την ευτυχία
Και μιλώντας για ευτυχία, γνωρίζουμε πως αυτό σημαίνει
Πως ο νους είναι το τέλος και πρέπει να ικανοποιηθεί».
Την προτροπή του Γουάλας Στίβενς, αποδέχομαι.
– Γιώργος Βέλτσος
Εθνική Εορτή
Πρέπει νὰ ἐκτεθεῖς
Δὲν εἶναι ἄτρωτοι οἱ ἐκτεθειμένοι
Καὶ αὐτό τους ἀνυψώνει στὴ δικαιοσύνη
Ἔχουν βγάλει τὰ πρῶτα φτερά
Κι ἂς μὴν ἀνήκουν στὰ τάγματα τῶν ἀγγέλων
Εἶναι οἱ ἐπὶ γῆς ἐνσώματοι φρουροί
Μιᾶς ἀναλογίας παραστατικῆς οὐρανοῦ καὶ γῆς
Ἔχουν βγάλει τὰ ὅπλα
Καὶ δὲν θὰ τὰ ἀκουμπήσουν στὴν κουβέρτα της Βάρκιζας
Θὰ ξαναπάρουν τὰ βουνά
Εἶμαι γεννηθεῖς στὴ γλῶσσα σου
Ἀλλὰ τὶς ἐξαιρέσεις στὸν κανόνα δὲν τὶς ξέρω
Καὶ εἰσπνέω τὸ λάθος μὲ τὰ βρογχοδιασταλτικά
Διευρύνω τοὺς ὄγκους τοῦ ἀέρα στὰ φωνήεντα
Τὰ σύμφωνα τὰ καταπίνω ἀμάσητα
Δὲν θὰ μὲ κάνεις ἔποικο
Κάτω ἀπ΄ τὸ πλατάνι τὸ κλεφτόπουλο ἴσιωσε
τὴν τσόχα
καὶ τὰ μαλλιά του ἀσυναίσθητα
Πελεκάνος δὲν εἶναι, ἕτοιμος νὰ κληθεῖ
νὰ σπάσει πέτρες γιὰ τὴ Μητρόπολη καὶ τὸ Κοινοβούλιο
λὲς καὶ θὰ τὸν ἀνταμείψουν μὲ σφαῖρα
Ὁ παλιὸς ταγματασφαλίτης ποὺ τὸν προήγαγαν σὲ διευθυντή
ὁ πραγματιστὴς ποὺ ἔβαλε σὲ τάξη τὸ δημόσιο χρέος
Μηδαμινότητες ὑψωμένες σὲ μοδιστροῦλες
Δὲν ἔχω φροντίσει γιὰ τὸ ἀντίδοτο
Σὰν νὰ μὴ δάγκωναν ὅλοι αὐτοὶ τὸ χέρι ποὺ τοὺς ἔτεινα
γιὰ νὰ ρουφήξω μετὰ τὸ δηλητήριο
Σὰ νὰ μὴν κατεῖχα τὴν σημασία τῶν ἀντικειμενικῶν ἀξιῶν
οἱ σφῆκες νὰ μὴ γυρόφερναν
τὸν ἴσκιο μου
οἱ ἐμβοὲς ποὺ ἀπέκτησα ἀκουμπισμένος στὸ κέντρο τοῦ μυαλοῦ μου
Νὰ σταματοῦσαν ξαφνικά
Νὰ ξανάβρησκα τὴ δύναμή μου: ἐνα «δυνάμει» μεσα μου ποὺ δὲν
μὲ κρατάει πιά
Σὰν τοὺς ἡλικιωμένους κι εὐάλωτους
Ποὺ ἄντεξαν ὀλη τὴ νυχτα,
Μέτωπο παγωμένο καὶ χείλη βουβά,
Ποὺ τὸ φῶς τῆς αὐγῆς
Σημαίνει τὴ δική τους ἔκλειψη,
Καθὼς χάνονται φεγγοβολῶντας
Δὲν σὲ βλέπω Πατρίδα
Ἐπιβεβαίωσα τὴν κράτηση
Ἀπ᾿ τὴν εἰκόνα σου συγκρατῶ τὸν ἥλιο
Ἀπὸ τὴν ἀσυναρτησία μου τὸ φτερούγισμα
Ὕστερα, πετῶντας ἀπὸ ψηλὰ θὰ δῶ
ἀνάμεσα στὰ λευκὰ σπιτάκια τὸ ἀρχεῖο μου
Ἀρχεῖο ἀνοιχτό
Ἀρχεῖο κλειστό
Ὀνομάζω ἀρχεῖο τὸν θώρακα μου
Προφυλάσσει ὄργανα καὶ στουπιά
ὥσπου ἕνας κόκκος στὸ γρανάζι
σταματάει τὴν καρδιά
Εἶχε ἤδη βραδιάσει
Ἄναψαν τὰ φῶτα καμπίνας
τὰ χαμήλωσαν διακριτικά
Μποροῦμε νὰ τραβήξουμε τὴν πλάτη τοῦ καθίσματος
Νὰ βγάλουμε τὰ παπούτσια
Ἀγνόησε τὴν προειδοποίηση γιὰ τὶς ἀναταράξεις πάνω ἀπὸ τὶς Ἄλπεις
Προσπάθησε νὰ κοιμηθεῖς
Στὶς τρεῖς χιλιάδες πόδια χάνεται ἡ μνήμη τῆς γῆς
Ἐξαέρωσα τὰ καλοριφὲρ πρὶν φύγουμε
Ἡ ἔκρηξη θὰ ἐξαερώσει κι ἐμᾶς
Ἐμεῖς, ἔξω στοὺς ἑξῆντα βαθμοὺς ὑπὸ τὸ μηδέν
Ἐμεῖς τεκμήρια μιᾶς λάμψης
Ἐμεῖς ριμέικ καὶ τίποτα
Ἐμεῖς μὲ τὴν ὑπόδειξη:
Ἂν γαμηθούμε δὲν θὰ μιλήσουμε ποτὲ ξανά
(Sarah Kane)



