Όταν είπα ότι φεύγουμε για ένα γρήγορο ταξίδι στην Καρδίτσα και στα γύρω χωριά –όσα προλάβουμε να επισκεφθούμε–, έπεσα πάνω σε πολλά έκπληκτα βλέμματα: «Γιατί Καρδίτσα;». Θα μπορούσα να απαντήσω «για πολλούς λόγους», αλλά προτίμησα να πω «γιατί όχι;» και, όταν θα επέστρεφα, να αποτυπώσω εκείνα που μπορεί να ανακαλύψει κανείς ταξιδεύοντας σε αυτή την πόλη της Θεσσαλίας και ανεβαίνοντας στα βουνά της.
Η αλήθεια είναι ότι η Καρδίτσα είναι μια παρεξηγημένη πόλη που ελάχιστοι θα σκέφτονταν για μια σύντομη απόδραση. Δεν πιστεύουν ότι έχει κάτι ιδιαίτερο για να τους κερδίσει, δεν τη βρίσκουν καν ελκυστική. Κι επειδή αυτό ισχύει δεκαετίες τώρα, ακόμα και οι κάτοικοί της έχουν συμβιβαστεί με την ιδέα ότι δεν μένουν σε μια «τουριστική» περιοχή και δεν περιμένουν τις ορδές ξένων να τους σώσουν.

Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Κι εμείς, ανεβαίνοντας βόρεια, αποφασίσαμε να πάμε πρώτα στο μικρό «χειροποίητο» χωριό που θα μας φιλοξενούσε και την επόμενη ημέρα να κατέβουμε για να την εξερευνήσουμε. Ούτως ή άλλως, είχε αρχίσει να πλησιάζει το δείλι και θέλαμε να φτάσουμε μέρα στο Montanema, τον ευλογημένο τόπο που δημιούργησε ο Χρήστος Αθανασιάδης με το φίλο του Δημήτρη Παναγόπουλο και τη βοήθεια της Άρτεμης Κοκκίνου, η οποία είναι και υπεύθυνη για την άρτια λειτουργία αυτού του πολυδιάστατου καταλύματος που μοιάζει σαν φυσική συνέχεια του βουνού.
Αν επισκεφθείτε την Καρδίτσα, σίγουρα αξίζει τον κόπο να ανηφορίσετε προς το Μουζάκι και να ανακαλύψετε το Montanema, το οποίο πολύ θα ήθελα να συνταγογραφείται σε όσους έχουν ανάγκη ηρεμίας και επανασύνδεσης με τον εαυτό τους. Το κεντρικό κτίριο με τη σάλα του εστιατορίου, τις κρεμασμένες πάνω από το φαράγγι βεράντες και τη μοναδική διακόσμηση, εφάμιλλη με αυτήν των πιο premium σαλέ, είναι η απόδειξη ότι μόνο εκείνοι που πιστεύουν στη μαγεία μπορούν να την πραγματοποιήσουν.
Σε αυτόν το χώρο βρίσκεται επίσης το spa με το εκπληκτικό χαμάμ –φτιαγμένο στα πρότυπα των οθωμανικών λουτρών–, τη θερμαινόμενη πισίνα, τη σάουνα και τα δωμάτια για το μασάζ. Παντού υπάρχουν μοναδικά εκθέματα, συλλογές του κυρίου Αθανασιάδη, ο οποίος φαίνεται ότι ήθελε να συνδυάσει την ομορφιά του φυσικού τοπίου με την τέχνη και την καλαισθησία.

Χαρακτηριστική και αξέχαστη η φιλοξενία του καταλύματος που πραγματικά προσφέρει ομορφιά και χαλάρωση. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Είχαμε την τύχη να φάμε το γεύμα μας στον εξωτερικό χώρο με συντροφιά τον μάγειρα Βαγγέλη Σκεντέρη, που άναψε τον ξυλόφουρνο για χάρη μας, και τη Ρίτσα Παπαδημητρίου, που βρισκόταν στην υποδοχή και φρόντιζε να μη μας λείψει κάτι. Τρώγοντας τα τελευταία κηπευτικά του καλοκαιριού, που ξέχασε να μας αφήσει, το νόστιμο κρέας της περιοχής, αλλά και τα ρεβίθια που βγάζει ο κάμπος, συζητήσαμε για ώρα για την ωραία συνθήκη να εργάζεται κάποιος στην αγκαλιά ενός δάσους και έχοντας συντροφιά τόσο τα οικόσιτα ζώα όσο και όλα εκείνα που ζουν ελεύθερα τριγύρω.
Στο Montanema πολλοί καταφεύγουν για εβδομάδες ολόκληρες αναζητώντας την ηρεμία τους. Στα καλοφτιαγμένα πέτρινα σπίτια –εξοπλισμένα με ό,τι εξασφαλίζει μια άνετη διαμονή–, μπορείς να έχεις πραγματικά υπέροχες ημέρες.

Ο μάγειρας Βαγγέλης Σκεντέρης μαζεύει λαχανικά από τον κήπο του Montanema. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Αφού κοιμηθήκαμε κατάκοποι, αλλά και χαρούμενοι που επιτέλους βρισκόμασταν μακριά από την πόλη και σε ένα μέρος βγαλμένο από παραμύθι, απολαύσαμε γρήγορα το πρωινό μας με ό,τι πιο φρέσκο μπορεί να βρει κανείς στα Άγραφα και κινήσαμε να συναντήσουμε ανθρώπους για να μάθουμε τις ιστορίες τους.

Το πρωινό που μας έφτιαξε η Ρίτσα Παπαδημητρίου που βρισκόταν στην υποδοχή. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Ξεκινήσαμε από το Μουζάκι, που στέκει ανάμεσα στο βουνό και στην πεδιάδα, με τον Πάμισο να το διασχίζει σαν ζωντανή φλέβα. Δεν είναι απλώς μια κωμόπολη – είναι ένα σταυροδρόμι ζωής. Οι άνθρωποί του κρατούν ρίζες βαθιές: καλλιεργούν, δουλεύουν, μαζεύονται στις πλατείες, γιορτάζουν και επιμένουν να ζουν με ρυθμό που δεν βιάζεται.
Η ιστορία του φτάνει έως τους αρχαίους Γόμφους, όμως η σύγχρονη μνήμη του σημαδεύτηκε από τις πλημμύρες του Ιανού το 2020. Το ποτάμι κατέβηκε ορμητικό, σάρωσε σπίτια, μα δεν έσβησε τον τόπο. Ίσα ίσα, ανέδειξε τη δύναμη των κατοίκων του, που γύρισαν, ξανάστησαν, συνέχισαν.
Η αλήθεια είναι ότι κι εμείς ταλαιπωρηθήκαμε πολύ για να φτάσουμε εκεί καθώς επιλέξαμε ένα δρόμο μέσα από το βουνό ο οποίος, στην ουσία, δεν υπάρχει πια από τις πολλές καθιζήσεις. Στο ταξίδι μας, πολλές φορές αναρωτηθήκαμε αν το κράτος θυμάται αυτούς τους ανθρώπους ή τους έχει αφήσει στην τύχη τους.

Η οικογένεια Κίσσα διατηρεί ένα σύγχρονο τυροκομείο με ποιοτικά προϊόντα που εμπιστεύεται και προτιμά όλη η Θεσσαλία. Εδώ, ο Δημήτρης Κίσσας. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Κάποια στιγμή βρήκαμε το τυροκομείο Κίσσας, το μοναδικό σε όλη την περιοχή. Η ιστορία του άρχισε από τον Λάμπρο Κίσσα, ο οποίος το 1969 έχτισε ένα τυροκομείο από πέτρα στην Στεφανιάδα Αγράφων. Προερχόμενος από οικογένεια κτηνοτρόφων, ευφυής και οραματιστής, κατάφερε να καθιερώσει τη φέτα ΠΟΠ Κίσσας και να μεταφέρει τη μονάδα στο Μουζάκι, όπου την ανέπτυξε. Σήμερα στα ηνία της επιχείρησης είναι ο Δημήτρης Κίσσας, που εξακολουθεί με επιμονή και αφοσίωση να προσφέρει στους κατοίκους της Καρδίτσας γνήσια, αγνά προϊόντα γάλακτος.
Χρησιμοποιώντας γάλα από ντόπια ζώα και με γνώμονα πάντα την καθαρότητα των πρώτων υλών και την αυθεντική γεύση, η συνταγή για τη φέτα Κίσσας περνά από γενιά σε γενιά, ενώ νέα καινοτόμα προϊόντα χαρίζουν βραβεύσεις στο τυροκομείο. Το ημίσκληρο κασέρι, το κεφαλοτύρι με την πλούσια γεύση, το γιαούρτι με την αληθινή υφή και τα αρώματα, αλλά και το επαναστατικό αιγοπρόβειο τυρί με καλοκαιρινή τρούφα που έχει μια θαυμαστή αρμονία και καταναλώνεται ακόμα και μόνο του επιβεβαιώνουν ότι το τυροκομείο θα μπορούσε να επικρατήσει και στις πιο απαιτητικές γαστρονομικές αγορές. Εννοείται ότι δοκιμάσαμε τα πάντα.
Σε κάθε μπουκιά φέτας, κάθε κομμάτι κασεριού και κάθε κουταλιά γιαουρτιού, ήταν σαν να ακούγαμε την αφήγηση μιας οικογένειας που πίστεψε στην ποιότητα και την παράδοση δίνοντας στη Θεσσαλία ένα θησαυρό γεύσης.

Στο τυροκομείο Κίσσα μάς υποδέχθηκε η Αγγελική Τρίχα και μας έδωσε να δοκιμάσουμε όλα τα τυριά, ενώ μας αφηγήθηκε και την ιστορία της οικογένειας. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Συνεχίσαμε με χαρά, αφού πρώτα κάναμε μια στάση για να χαιρετήσουμε το σώμα των πυροσβεστών, που πραγματοποιούν ηρωικό έργο σε αυτά τα βουνά, πολλά σημεία των οποίων είναι αδύνατον να προσεγγίσεις χωρίς να κινδυνεύσεις. Ο αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, Θοδωρής Πάντος, μας έδωσε σημαντικές πληροφορίες για διαδρομές που έπρεπε να αποφύγουμε, οι οποίες φαίνονται ότι δεν έχουν πρόβλημα στους χάρτες του διαδικτύου.

Η ομάδα του Πυροσβεστικού Σώματος με τον αρχηγό της, Θοδωρή Πάντο. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Βόλτα στην πόλη
Θέλαμε πολύ να περάσουμε μια βόλτα από την Καρδίτσα όσο ήταν ακόμη νωρίς για να ζήσουμε τον παλμό της. Το πρώτο που αγαπήσαμε σε αυτήν είναι οι ποδηλατοδρόμοι της, που εύκολα καταλαβαίνει κανείς γιατί υπάρχουν, καθώς η πόλη είναι επίπεδη και οι διαδρομές πάνω στο ποδήλατο καθόλου κουραστικές. Η Καρδίτσα λοιπόν δικαίως λέγεται «ποδηλατική πρωτεύουσα» της Ελλάδας.
Εξαιρετικό και το Παυσίλυπο, το πάρκο με τα παγόνια που δίνει ευκαιρία για ήρεμες στιγμές, όπως και η κεντρική Πλατεία Πλαστήρα, δίπλα στην οποία υπάρχει η Δημοτική Αγορά. Με προσεγμένη αρχιτεκτονική, χαρακτηριστική για τη δεκαετία του 1920, όταν και κατασκευάστηκε, είναι ένα κτίριο που χαρίζει στην πόλη.
Περιπλανηθήκαμε λίγο στο Μητροπολιτικό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης αλλά και στο Ναό της Ευαγγελιστρίας, περιηγηθήκαμε στο Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου αποδεικνύεται ότι η Καρδίτσα κατοικούνταν από την παλαιολιθική εποχή, και θαυμάσαμε τη Δημοτική Βιβλιοθήκη και το παλιό ξενοδοχείο Άρνη, που σήμερα λειτουργεί και ως εστιατόριο και είναι ένα κόσμημα πολιτισμού και ιστορίας.

Στην πόλη της Καρδίτσας αλλά και στα κεφαλοχώρια της υπάρχουν εντυπωσιακοί βυζαντινοί ναοί. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Σε κάποια από τις βόλτες μας, έπιασε το μάτι μας ένα μαγαζί που ξεχώριζε από τα άλλα. Στα Κωστάκης Τυροκομικά Προϊόντα, φαινόταν από μακριά ότι κάποιος έχει δημιουργήσει εκεί ένα μικρό ναό γεύσης. Ο Λάμπρος Κωστάκης βρισκόταν πίσω από τον πάγκο και φρόντιζε τη βιτρίνα του. Δεν θα πιστεύαμε ποτέ ότι θα μπορούσαμε να βρούμε ένα τόσο ενημερωμένο κατάστημα με τυροκομικά στην Καρδίτσα. Με μια πρόχειρη ματιά, καταλάβαμε ότι ο ιδιοκτήτης έχει μεράκι και πίστη στη δουλειά του.
Ο Λάμπρος μεγάλωσε στο σουπερμάρκετ του πατέρα του και πάντοτε τον έλκυαν οι βιτρίνες με τα τυροκομικά, τον εξίταραν και ήθελε να τα ερευνήσει περισσότερο. Έτσι, αποφάσισε να φτιάξει ένα μαγαζί αφιερωμένο στα διάφορα τυριά της Ελλάδας.
«Ανοίγω το χάρτη της χώρας και βρίσκω μια περιοχή όπου θέλω να ανακαλύψω τους τυροκόμους της. Τηλεφωνώ σε όσους κρίνω ότι μπορούν να έχουν πληροφορίες και ξεκινώ την έρευνα. Μετά επισκέπτομαι όλες τις μικρές ή μεγάλες εκθέσεις τροφίμων και γνωρίζω από κοντά τους τυροκόμους, δοκιμάζω και επιλέγω τι θέλω να βάλω στη βιτρίνα μου», μας είπε.
Στη συνέχεια πρόσθεσε ότι, κάθε φορά που ταξιδεύει, η πρώτη του έγνοια είναι να βρει τα παραδοσιακά τυροκομεία του τόπου, να δει τη δουλειά τους και να μάθει την ιστορία τους. Όταν αναρωτηθήκαμε αν υπάρχει ενδιαφέρον στην πόλη για αυτές τις γεύσεις, μας απάντησε ότι έχει δημιουργηθεί μια κοινότητα που θέλει να ανοίξει τους γαστρονομικούς της ορίζοντες.
Γι’ αυτό και ο Λάμπρος έχει ακόμα μεγαλύτερα σχέδια και σκέφτεται τρόπους να επεκτείνει τη δουλειά του. Προς το παρόν, ωριμάζει μόνος του τυριά που κρίνει ότι αξίζει να τα δει να εξελίσσονται και να ξεδιπλώνουν το χαρακτήρα τους.

Ο Λάμπρος Κωστάκης δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για τα τυριά και θέλει με κάθε τρόπο να μυήσει τους συντοπίτες του στη μαγεία τους. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Εμείς δοκιμάσαμε ένα εκπληκτικό παλαιωμένο μηλέικο κατσικίσιο και μια πυθαρίσια γραβιέρα από τη Σκύρο προτού του ζητήσουμε να μας δείξει τα τοπικά τυριά της Θεσσαλίας όπως την περίφημη φέτα, το διάσημο κασέρι, το τσαλαφούτι και τη γραβιέρα. Στο μαγαζί του βρίσκεις επιπλέον ψαγμένα προϊόντα από τις γύρω περιοχές αλλά και από την υπόλοιπη Ελλάδα και, φυσικά, μέλι.

Ένα όμορφο ντελικατέσεν στην καρδιά της Καρδίτσας με ό,τι μπορείς να φανταστείς από ελληνικά τυριά. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Κάνει επίσης πλατό με τυριά και αλλαντικά για τις γιορτές και τα events των κατοίκων της Καρδίτσας, κάτι που πιστοποιεί την ανάγκη του να δημιουργεί και να προσφέρει το διαφορετικό στη μικρή επαρχιακή πόλη που φαίνεται ότι ανθίζει.
Επιστροφή στο σπίτι
Στο ταξίδι μας είχαμε μαζί μας και τη μαγείρισσα Βιβή Λαμπροπούλου, η μητέρα της οποίας κατάγεται από την Καππά, ένα από τα οκτώ χωριά του Δήμου Ιθώμης. Ένα μικρό χωριό που λέγεται ότι δημιούργησαν οι Ιταλοί τον 9ο αιώνα μ.Χ. –σε διαφορετική θέση– και που ξεχωρίζει για τη ρυμοτομία και τα λιγοστά πέτρινα σπίτια του, έργα άξιων μαστόρων.
Εκεί μας περίμεναν οι γονείς της, ο Γιώργος Λαμπρόπουλος και η Θείσβη Αναστασίου, με το γλυκό τρόπο που περιμένουν οι γονείς της επαρχίας τα παιδιά τους που έχουν πάει στη μεγάλη πόλη για να βρουν την τύχη τους. Μας έκαναν καφέ, μας έβγαλαν κέρασμα και κάθισαν να ακούσουν τις ιστορίες μας. Στο φούρνο ετοιμαζόταν το παστίτσιο της μάνας, στο τραπέζι βρίσκονταν ήδη η σαλάτα, η φέτα και το ψωμί. Δεν υπάρχει τίποτα πιο συγκινητικό από το απλό τραπέζι που φτιάχνει μια μητέρα για να καλοδεχτεί το παιδί της.

Στο χωριό Καππά μας υποδέχθηκαν οι γονείς της μαγείρισσας Βιβής Λαμπροπούλου, Θείσβη και Γιώργος. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Η οικογένεια, που άρχισε την κοινή της πορεία στην Αθήνα, αποφάσισε να μετακομίσει στην Καρδίτσα και να συνεχίσει τη ζωή σε έναν πιο ήσυχο τόπο. Παρόλο που η δουλειά του Γιώργου δεν είχε καμία σχέση με τη γεωργία, φροντίζουν με αγάπη τα δέντρα τους και συντηρούν με πίστη το αμπέλι τους.
Η Βιβή, που λατρεύει το κρασί και έχει μπει στη διαδικασία να το εξερευνήσει όσο το δυνατόν καλύτερα, σκέφτεται να πολλαπλασιάσει τα κλήματα και να πειραματιστεί με ακόμα περισσότερες ποικιλίες έτσι ώστε να μπορέσουν να έχουν μια ικανή παραγωγή σε κρασί και τσίπουρο. Κι εκεί ακριβώς βρίσκεται η ελπίδα για αυτό τον τόπο. Γιατί πολλοί είναι εκείνοι που, παρότι έχουν φύγει από αυτόν, δεν δείχνουν να θέλουν να τον εγκαταλείψουν, επιστρέφουν, διατηρούν δεσμούς και κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να τον προαγάγουν.

Η μητέρα Θείσβη είχε φτιάξει το δικό της παστίτσιο και περίμενε με αγωνία να κάτσουμε στο τραπέζι και να το απολαύσουμε. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Με αυτήν τη διάθεση και σκέψη στο μυαλό μας, πήγαμε να βρούμε τον Αλέξανδρο Γιαννακόπουλο στο χωριό όπου βρίσκεται το πατρικό του, το Καλλιφώνι. Ο Αλέξανδρος είναι από εκείνους που επέλεξαν να μείνουν στην Καρδίτσα. Έφυγε κάποια στιγμή για τη Λάρισα, όπου σπούδασε διοίκηση επιχειρήσεων, γύρισε και έκρινε ότι του ταιριάζει ένας πιο ήρεμος και αληθινός τρόπος ζωής.
Ο πατέρας του, Σεραφείμ, που έχει ζήσει στην Αθήνα για χρόνια, ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τη μελισσοκομία παρακολουθώντας ένα σεμινάριο πριν από σαράντα χρόνια. Παράλληλα, πήρε στα χέρια του το αμπέλι του πατέρα του, το οποίο κατόρθωσε να εκσυγχρονίσει.
Σήμερα ασχολούνται και οι δύο με τα μελίσσια τους. Στην αρχή της άνοιξης, τα ταξιδεύουν στον Νέσσωνα Λάρισας, όπου υπάρχουν αμυγδαλεώνες, ύστερα τα περνούν από τον κάμπο, τον Μάιο τα ανεβάζουν στα Άγραφα –πρώτα για τα έλατα και μετά για τα βελανίδια– και το καλοκαίρι τα αφήνουν στην Καρδίτσα για να μαζέψουν όλη τη γεύση των ηλίανθων και των άλλων λουλουδιών. Έτσι, έχουν ιδρύσει το brand με το όνομα Alex’s Stuff με τρία θρεπτικά και νόστιμα μέλια: ελάτου, βελανιδιάς και ανθόμελο.

Ο Σεραφείμ Γιαννακόπουλος ασχολείται εδώ και σαράντα χρόνια με τη μελισσοκομία. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Ο Αλέξανδρος επιπλέον ασχολείται με τη βασιλοτροφία, ένα σημαντικό κλάδο της μελισσοκομίας που ουσιαστικά φροντίζει για την ανάπτυξη υγιών, ανθεκτικών και παραγωγικών μελισσιών εξασφαλίζοντας γενετικά άρτιες βασίλισσες για την κάθε κυψέλη. Μάλιστα, μέσω ενός προγράμματος του Γεωπονικού Πανεπιστημίου και του οργανισμού «Νέα Γεωργία Νέα Γενιά», πρόσφερε βασίλισσες στους πληγέντες από τις πλημμύρες μελισσοκόμους για να μπορέσουν να συνεχίσουν αυτό που αγαπούν τόσο.

Ο Αλέξανδρος Γιαννακόπουλος έχει αφοσιωθεί στη μελισσοκομία και ιδιαίτερα στη βασιλοτροφία. Φωτό: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
Βαθιά ευαισθητοποιημένος και επιθυμώντας να συμβάλει στην πρόοδο της πόλης του, δημιούργησε μαζί με άλλους το κοινωνικοπολιτιστικό στέκι «Περί Βίου» όπου διοργανώνονται διάφορες εκδηλώσεις, εναλλακτικά εργαστήρια με DIY μαθήματα μαγειρικής, σχεδιασμού κόμικς για τα παιδιά και πολλά άλλα. Επίσης, είναι γραμματέας του Συλλόγου Μελισσοκόμων, μάχεται για τα δικαιώματά τους και έχει ως φιλοσοφία ζωής ότι τα πράγματα φτιάχνονται πρώτα από μας, χωρίς να προσδοκούμε τη βοήθεια των άλλων. Εξάλλου, σε αυτό τον τόπο, το κράτος είναι απόν.
Κουβεντιάσαμε αρκετά και με τον Σεραφείμ και με τον Αλέξανδρο για το πόσες ενισχύσεις που δικαιούνται οι μελισσοκόμοι, οι κτηνοτρόφοι και οι γεωργοί δεν έχουν δοθεί και το πόσοι δεν έχουν πάρει ακόμη αποζημιώσεις για τα σπίτια που αφανίστηκαν από τις πλημμύρες.







