Ο Διονύσης Σαββόπουλος μας άφησε μόνους. Μας είχε οδηγήσει με σταθερό βήμα και περιπαικτική διάθεση από την εφηβεία στην ενηλικίωση κι από εκεί στον δρόμο της ωριμότητας, της υποχρέωσης και της φροντίδας.

Μας έντυσε με τραγούδια και μελωδίες, με συναισθήματα και συγκίνηση, με φρόνημα και αγάπη σε όλη αυτή τη διαδρομή.

Και μας συνόδευσε σε γλέντια και καημούς, σε πάρτι στην παραλία, σε στενοχώριες και χοροπηδητά, σε έρωτες και σε αποχωρισμούς.

Ο Διονύσης ήταν η ζωή μας γιατί τη ζωή μας την έντυσε με ήχους και στίχους αλλά κυρίως με όσα ξεπηδούσαν από τους ήχους και τους στίχους.

Μας οδήγησε από τον Ντίλαν στον Λούτσιο Ντάλα ή τον Λου Ριντ κι από εκεί στην Μπέλλου, τον Εγγονόπουλο και τον Νικ Κέιβ. Πάντα ανοιχτός και τρυφερός και γενναιόδωρος και καλόγνωμος.

Είχε φτιάξει μόνος του έναν κόσμο, όπως έφτιαξε κι έναν εαυτό, κι ας μας άφηνε μεγαλόψυχα και λίγο σκανταλιάρικα να τον κρυφοκοιτάζουμε.

Ο Διονύσης όμως ήταν και κάτι άλλο.

Ήταν η αστική φωνή και η αστική χορδή που μετά τον Μάνο Χατζιδάκι διέσχισε όλα τα χρόνια και πέρασε ανέγγιχτη μέσα από τα κακόγουστα φαινόμενα της λαϊκούρας. Διατήρησε ακέραιη την αισθητική και την ευαισθησία του.

Και σε κάθε κέφι που έσβηνε με της νύχτας το λαμπάδιασμα προέτρεπε «ας κρατήσουν οι χοροί» διότι αυτός ο σοφός άνθρωπος είχε καταλάβει ότι το γένος των Ελλήνων κάπως έτσι πορεύεται σε άλλους γαλαξίες.

Με την αναπόφευκτη γκρίνια του «κωλοέλληνα» αλλά και χορεύοντας ταυτοχρόνως σε στέκια επαρχιώτικα.

Ο Διονύσης όμως μας άφησε πλέον μόνους.

Κι αν στην πορεία που ζήσαμε γκρίνιαξαν κάποια σούργελα είναι επειδή ο Διονύσης υπήρξε από την αρχή μέχρι τέλους ένας ελεύθερος άνθρωπος.

Ένας άνθρωπος δηλαδή που εξουσίαζε τη γνώμη του και τα συναισθήματά του και τις προσδοκίες του και τις ελπίδες του χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανένα αποφόρι που έτυχε να διασχίσει το οπτικό του πεδίο.

Ωραίος σαν Έλληνας αλλά και γενναίος σαν Έλληνας.

Διότι αν δεχτούμε ότι το γένος αυτό φέρει κάποια ιδιαίτερη αίσθηση της ωραιότητας και της γενναιότητας, τότε ο Διονύσης Σαββόπουλος είναι στις πρώτες γραμμές της Εθνικής Ελλάδος.

Αλλά τώρα βέβαια μείναμε μόνοι, χωρίς τον Διονύση να ντύνει με κάποια ουράνια μπάντα την πορεία μας.

Θα είναι δύσκολο, δεν υπάρχει τρόπος να καλυφθεί το κενό.

Το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό είναι «να κρατήσουν οι χοροί» και βλέπουμε.