Πλούσιες σε νέους, όπως και παλιούς τίτλους οι ταινίες της εβδομάδας. Η κινηματογραφική εβδομάδα αρχίζει σήμερα με τη νέα εκδοχή του υπερήρωα της DC Comics να έχει τον πρώτο λόγο κατακλύζοντας θερινά σινεμά αλλά και πολυκινηματογράφους. Μαζί του ένας θρυλικός τραγουδιστής της Γαλλίας με παγκόσμια απήχηση αλλά και τρεις πολύ καλές επανεκδόσεις…

Βαθμολογία

5: εξαιρετική

4: πολύ καλή

3: καλή

2: ενδιαφέρουσα

1: μέτρια

0: απαράδεκτη

«Superman»

Παραγωγή: ΗΠΑ, 2025

Σκηνοθεσία: Τζέιμς Γκαν

Ηθοποιοί: Ντέιβιντ Κόρενσουετ, Νίκολας Χάουλτ κ.α.

Βασική ιδέα στην τελευταία κινηματογραφική «επιστροφή» του υπερήρωα των DC Comics είναι ότι ο Superman, εδώ, έχει την εικόνα ενός ταλαιπωρημένου μετανάστη του διαστηματος ο οποίος εστάλη από τον πλανήτη του, τον Crypto στην γη προκειμένου να την βοηθήσει να λύσει τα προβλήματά της.

Στην απέναντι όχθη, το απόλυτο κακό, ο άνθρωπος. Ο Λεξ Λούθερ (Νίκολας Χάουλτ), ένας μεγαλοεπιχειρηματίας που θυμίζει λιγάκι νεότερη και εντελώς φαλακρή εκδοχή του Ντόναλντ Τραμπ, λυσσασμένος μέχρι το κόκκαλο για όλα και υποστηρικτής της θεωρίας ότι το μυαλό νικά τη δύναμη.

Αυτή την σεναριακή φρεσκάδα την δέχεσαι ευπρόσδεκτα γιατί τη βρίσκεις – ένα άλλο παράδειγμα είναι το «Iron Man 3» που με άξονα κυρίως το χιούμορ είχε τον Μπεν Κίνγκσλεϊ σε ρόλο Αραβα ψευδοτρομοκράτη εμπνευσμένο από την δράση του Οσάμα Μπιν Λάντεν.

Ο Λεξ θα κάνει την ζωή πατίνι στον Superman τον οποίο ο σκηνοθέτης Τζέιμς Γκαν αποδομεί μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο. Για την ακρίβεια, οι σκηνές του Superman σε κρίση είναι ισάριθμες (αν όχι …περισσότερες) με εκείνες οπου τον βλέπουμε, πράγματι να σώζει τον κόσμο κρατώντας με τα χέρια του ουρανοξύστες που καταρρέουν και τα λοιπά.

Για την ακρίβεια, η κρίση του Superman τον οποίο υποδύεται για πρώτη φορά ο Ντέιβιντ Κόρενσουετ (ο αντικαταστάτης του Χένρι κάβιλ τον οποίο και θυμίζει σε όλα) μας σερβίρεται με το καλημέρα. Στην πρώτη κιόλας σκηνή της ταινίας, ενώ ακούμε την φωνή του αφηγητή να λέει ότι ο Superman χάνει για πρώτη φορά, τον βλέπουμε να πέφτει από τον ουρανό και να τσακίζεται στη γη μέσα στα αίματα.

Και αυτή θα είναι μόνο η αρχή. Αργότερα θα παραμορφωθεί, θα φυλακιστεί, θα φάει ξύλο και θα ευλογήσει τον θεό του πλανήτη Crypto για την ύπαρξη του σκύλου του (με το ίδιο όνομα) που θα τον σώσει ουκ ολίγες φορές. Και μιλάμε για ένα σκυλάκι λίγο μεγαλύτερο από τον Ιντεφίξ του Οβελίξ στον Αστερίξ!

Ως γνωστόν όλες οι ταινίες υπερηρώων κατά κάποιο τρόπο μοιάζουν μεταξύ τους, σε τέτοιο μάλιστα σημείο που τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά την «γέννηση» των Marvel Studios που φτιάχτηκαν για την υποστήριξη των Marvel Comics, να ελπίζεις σε κάποια στοιχεία ανανέωσης του «είδους».

Ο νέος Superman την έχει και τελικά, σε αυτές τις λεπτομέρειες και τα κλεισίματα του ματιού της ταινίας θα βρεις (αν δεν είσαι φαν του Superman), το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στη νέα αυτή υπερπαραγωγή.

Ολο το υπόλοιπο κομμάτι, δηλαδή εκείνο των οπτικοακουστικών εφέ και των σκηνών δράσης, είναι απλώς ένας ακόμα καταιγιστικός θόρυβος, υπερβλολικός σε όλα του. Και κουραστικός.

Βαθμολογία: 2

Προβάλλεται σε παραπάνω από 70 αίθουσες της Ελλάδας

———————————————-

«Ο κύριος Αζναβούρ» (Monsieur Aznavour)

Παραγωγή: Γαλλία, 2025)

Σκηνοθεσία: Μεχντί Ιντίρ, Γκραν Κορπ Μαλάντ

Ηθοποιοί: Ταχάρ Ραχίμ, Μαρί Ζουλί Μποπ κ.α.

Από την βιογραφική ταινία «Ο κύριος Αζναβούρ» παίρνεις αυτό ακριβώς που περιμένεις. Είναι μια ταινία γυρισμένη γραμμικά, ακαδημαϊκά φτιαγμένη, με έμφαση στις σημαντικές στιγμές της ζωής του Γαλλοαρμένιου τραγουδιστή και στιχουργού Σαρλ Αζναβούρ που πέθανε σε ηλικία 94 ετών πριν από επτά χρόνια έχοντας υπάρξει ένας θρύλος του γαλλικού τραγουδιού με παγκόσμια απήχηση.

Ο θρύλος «ανασταίνεται» με τον καλύτερο δυνατό στρωτό τρόπο χωρίς δηλαδή τις ευπρόσδεκτες «τρέλες» μιας ταινίας όπως η «Ζωή σαν τριαντάφυλλο» για την Εντίθ Πιάφ. Ανθρωπος που παρότι μεγάλωσε στη φτώχεια, τον ρατσισμό, ακόμα και το bullying για το ύψος του, ο Αζναβούρ δεν έχασε ποτέ το χαμόγελο και την αυτοπεποίθησή του.

Από τα καμπαρέ της πλάκας, στο πλευρό της Εντίθ Πιάφ (πολύ καλή η Μαρί Ζουλί Μποπ στον ρόλο). Από τον εξευτελισμό που ο Αζναβούρ δέχθηκε από τους Γερμανούς στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στην απομάκρυνσή του από τον Πιερ Ρος (Μπαστιέν Μουιγιόν) για το δύσκολο αλλά πολύ πιο φιλόφοξο μονοπάτι μιας σόλο καριέρας.

Πάλεψε μόνος εναντίον όλων και νίκησε, όχι φυσικά χωρίς εμπόδια, τα οποία προέκυψαν ακόμα και την εποχή που ήταν μεγάλη φιρμα. Με την μάλλον ριψοκίνδυνη επιλογή του Γαλλοαλγερινού Ταχάρ Ραχίμ στον ρόλο του Αζναβούρ (δεν του μοιάζει ιδιαίτερα αλλά αυτό δεν πειράζει), η ταινία κλιμακώνεται όμορφα χρησιμοποιώντας σε σωστό timing τις διάσημες επιτυχίες του Αζναβούρ :«La Bohème», Les Comédiens, «She», «For Me Formidable», «Hier Encore» κ.α.

Η χρήση των τραγουδιών σε αυτήν την ταινία είναι τόσο συχνή όσο και των τραγουδιών στο «Υπάρχω» του Γιώργου Τσεμπερόπουλου για τον Στέλιο Καζαντζίδη. Μετά τους τίτλους τέλους θες να πας να ακούσεις Αζναβούρ. Αρα η ταινία, χωρίς να αποτελεί κάτι αξέχαστο, πέτυχε.

Βαθμολογία: 2 ½

ΑΘΗΝΑ: ΑΘΗΝΑΙΑ –ΤΡΙΑΝΟΝ (εκτός Κυριακής) – ΑΝΕΣΙΣ – ΡΙΑ Μάτι (εκτός Τετάρτης) κ.α.

———————————————-

«Η καρδιά ενός τζογαδόρου» (On Swift Horses)

Παραγωγή: ΗΠΑ, 2024

Σκηνοθεσία: Ντάνιελ Μίναχαν

Ηθοποιοί: Ντέιζι Εντγκαρ Τζόουνς, Τζέικομπ Ελόρντι, Γουίλ Πάουλτερ

Από τους πιο hot νέους ηθοποιούς της εποχής μας, ο Τζέικομπ Ελόρντι («Priscilla», «Saltburn»), ποζάρει διαρκώς σε στιλ Τζέιμς Ντιν σε αυτήν την ταινία, κάτι που εν μέρει αποδέχεσαι, αφού η εποχή που εκτυλίσσεται η ιστορία της, είναι η δεκαετία του 1950 – η ίδια με εκείνη στην οποία ο «Επαναστάτης χωρίς αιτία» μεσουρανούσε.

Όμως τι ακριβώς είναι η ιστορία αυτής της ταινίας; Mε βεβαιότητα θα πω, ότι πρόκειται περί χάους. Σε όλα. Χάος στις ανθρώπινες σχέσεις, χάος στις σεξουαλικές προτιμήσεις, χάος στις επιθυμίες, χάος στην κοινωνία γενικώς, χάος όμως και στο σενάριο των Σάνον Πιούφαλ, Μπράις Κας που μάλλον δυσκολεύει τον σκηνοθέτη Ντάνιελ Μίναχαν να βρει έναν σταθερό άξονα.

Αν κάτι ο σκηνοθέτης καταφέρνει είναι μας κάνει συμμέτοχους σε μια χώρα «θολής ενέργειας» την οποία αλωνίζει ένας πρώην πολεμιστής στην Κορέα (Ελόρντι) αναζητώντας το εύκολο χρήμα ως τζογαδόρος – κομπιναδόρος και το περιστασιακό σεξ. Με άνδρες, γυναίκες, με ότι να ναι. Βεβαίως στο πίσω μέρος του μυαλού του βρίσκεται η πόρτα του σπιτιού του μεγαλύτερου αδελφού του (Γουίλ Πάουλτερ), ο οποίος είναι ακριβώς το αντίθετο: θέλει το αμερικανικό όνειρο. Επιχείρηση, μια καλή γυναίκα (Ντέιζι Εντγκαρ Τζόουνς), παιδιά ίσως.

Όμως είναι πολλά και τα μυστικά στο σπίτι του μεγάλου αδελφού με την γυναίκα να μην ξέρει τι θέλει και να έλκεται από τον Ελόρντι, όπως και από… γυναίκες την ώρα που έχει γίνει άσος του τζόγου στον ιππόδρομο. Όπως είπα, χάος, ωραία φωτογραφημένο όμως, αυτό το δίνεις στην ταινία…

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΑΒΑΝΑ – ΦΙΛΟΘΕΗ – ΧΛΟΗ – ΕΛΛΗΝΙΣ – ΛΙΛΑ – ΑΚΤΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ – ΚΟΡΑΛΛΙ ΣΑΡΩΝΙΔΑ

———————————————-

«Οι μπαλκονάτες» (Les femmes au balcon)

Παραγωγή: Γαλλία, 2024

Σκηνοθεσία: Νοεμί Μερλάν

Ηθοποιοί: Νοεμί Μερλάν, Σαντρά Κοντρενού, Σουεϊλά Γιακούμπ

Ιντριγκαδόρικος ο τίτλος σίγουρα, να όμως που το αποτέλεσμα δεν σε δικαιώνει. Γυναίκες που θυμίζουν μουτρωμένα ζόμπι κυκλοφορπύν στον (τάχα μου) «ανδροκρατούμενο» κόσμο της Μασσαλίας Και προσπαθούν να πάρουν το αίμα τους πίσω για τα «δεινά» που έχουν τραβήξει από τους «κακούς» άντρες.

Οπότε σοροί ανδρών προκύπτουν από την μια στιγμή στην άλλη, έτσι χχωρίς λόγο. Μάλιστα, πριν καν τα ζενερίκ αρχής η ταινία ξεκινάει με την στυγνή δολοφονία ενός άντρα πισώπλατα. Οι νευρωτικές αυτές κυρίες κυκλοφορούν γυμνόστηθες στον δρόμο, λένε αρλούμπες, βρίζουν, φωνάζουν, φτύνουν, κλάνουν και ουρλιάζουν απελπισμένες για το δίκιο τους. Αλλά την ίδια ώρα κλαίνε και γκρινιάζουν για τις πράξεις τους.

Αλαλούμ. Γυναίκες που δεν ξέρουν τι θέλουν αλλά να που κυριαρχούν σε μια εντελώς ανεξάρτητη ταινία που ωστόσο ξέρει ακριβώς τι θέλει να κάνει: θέλει να μαλώσει τους άντρες! Αχ αυτά τα κακά παιδιά, οι άντρες! Ασπίδα της το «μαύρο» χιούμορ και το «απελευθερωμένο» πλέον από τα ανδρικά δεσμά γυναικείο θράσος.

Και όμως, η πολύ καλή ηθοποιός Ναομί Μερλάν που πρωταγωνιστεί στον ρόλο της μιας από τις τρεις Μπαλκονάτες (μαζί με τις ), αποπειράται εδώ την δεύτερη σκηνοθεσία της σε μεγάλου μήκους ταινία, ενώ η Σελίν Σιαμά, σκηνοθέτις της Μερλάν στην υποψήφια για Οσκαρ διεθνούς ταινίας «Το πορτρέτο μιας γυναίκας που φλέγεται», έχει συνεργαστεί μαζί της στο σενάριο.

Πως προέκυψε αυτό το χάος; Απλό: όταν μια ταινία στόχο έχει να περάσει «μηνύματα» σύγχρονου φεμινισμού λες και αποτελεί παραγγελιά του #MeToo ή κάποιας άλλης παρεμφερούς οργάνωσης, δεν μπορεί παρά να αποτύχει έχοντας πέσει στην παγίδα του στρατευμένου φανατισμού.

Βαθμολογία: 1

ΑΘΗΝΑ: CINE PARIS – ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΦΛΕΡΥ – ΛΑΟΥΡΑ – ΜΑΡΙΛΕΝΑ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΝΑΤΑΛΙ

———————————————-

«Επικίνδυνα πλάσματα (Dangerous Animals)

Παραγωγή: Αυστραλια, 2025

Σκηνοθεσία: Σον Μπάιρν

Ηθοποιοί: Τζέι Κόρτνεϊ, Χάσι Χάρισον κ.α.

Παρακολουθώντας το αυστραλέζικο θρίλερ το μυαλό σου αναπόφευκτα θα πάει στα αριστουργηματικά «Σαγώνια του Καρχαρία» (1975) του Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο οποίος, με μια αποκαλυπτική μαστοριά δημιούργησε κατάσταση τρόμου σε μια παραθαλάσσια πόλη της ανατολικής ακτής των ΗΠΑ που βρίσκεται υπό την απειλή ενός τεράστιου λευκού καρχαρία.

Τα σαγώνια του καρχαρία παίζουν ρόλο και σε αυτό το καλογυρισμένο b movie του Σον Μπάιρν που βλέπουμε από σήμερα, μόνο που εδώ, ο καρχαρίας είναι απλώς το όπλο που ικανοποιεί την ανθρώπινη τρέλα, την διαστροφή ενός serial killer (Τζέι Κόρτνεϊ) ο οποιος ηδονίζεται να βιντεοσκοπεί τα πεινασμένα θαλάσσια πλάσματα ενώ καταβροχθίζουν τα θύματά του.

Ο Μπάιρν ακολουθεί καλά τα βήματα μιας κλασικής ταινίας εκδίκησης αφού στο αμπάρι του πλοίου του δολοφόνου βρίσκεται η νεαρή αμερικανίδα surfer (η Χάσι Χάρισον με look που θυμίζει έντονα την Τζένιφερ Λόρενς στα πολύ νιάτα της) την οποία προορίζει για μεζέ των καρχαριών. Ολοι μπορούμε να φανταστούμε την κατάληξη.

Όμως η ιδέα του βασανιστηρίου των θυμάτων του θεοπαλαβου δολοφόνου ενώ κρέμονται από τον γερανό του σκάφους περιμένοντας να τα φάει ο καρχαρίας είναι τόσο διεστραμμένη που τελικά, η ταινία καταντά απωθητική.

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΑΕΛΛΩ – ΑΡΤΕΜΙΣ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – VILLAGE MALL – ΑΛΣΟΣ Ν. ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ – ΜΑΣΚΩΤ – CINE ΠΕΡΑΜΑ – CINE ΜΑΡΙΕΛ ΠΟΡΤΟ ΡΑΦΤΗ – VILLAGE PΕΝΤΗ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – CINEMA ONE κ.α.

———————————————-

Επανεκδόσεις

«Η ώρα του λύκου» (Vargtimmen, Σουηδία, 1969)

Η ταινία μέσω της οποίας ο Σουηδός σκηνοθέτης Ινγκμαρ Μπέργκμαν (1918-2007) περισσότερο από κάθε άλλη φορά «φλέρταρε» με τον μεταφυσικό τρόμο, στηρίζεται σε έναν παλιό λαϊκό μύθο των Σκανδιναβών, σύμφωνα με τον οποίο ή ώρα που ορίζει ο τίτλος, είναι το διάστημα ανάμεσα στη σκοτάδι και την αυγή (γύρω στις 3 με 5 το πρωί). Ο μύθος λέει ότι είναι η «ώρα των περισσότερων θανάτων και των πιο τρομερών εφιαλτών».

Μέσω της ιστορίας ενός ζωγράφου (Μαξ Φον Σίντοφ) που ζει με τη γυναίκα του (Λιβ Ούλμαν) σ’ ένα απομονωμένο νησί όπου βασανίζεται από αϋπνία και τρομαχτικούς εφιάλτες, ο Μπέργκμαν (έχοντας μάλιστα ο ίδιος βιώσει προσωπικά μια παρόμοια εμπειρία), εξερευνά υπό διαφορετικές συνθήκες την άβυσσο της ανθρώπινης ψυχής και τις εσωτερικές μάχες μας και καταθέτει ένα ακόμα κινηματογραφικό ψυχογράφημα που πολύ συχνά σου κόβει την ανάσα με τις ωμές αλήθειες του.

Βαθμολογία: 3

ΑΘΗΝΑ: ΚΑΡΜΕΝ κ.α.

———————————————-

«Νύχτα αγωνίας» (Spellbound, ΗΠΑ, 1945)

Hitchcock, Alfred

Ένας άνθρωπος με «ψεύτικη» ταυτότητα (Γκρέγκορι Πεκ), μια μυστηριώδης εξαφάνιση και ένας κεραυνοβόλος έρωτας σε ψυχιατρείο (ανάμεσα στον ασθενή του Πεκ και την γιατρό της Ινγκριντ Μπέργκμαν), είναι τα υλικά με τα οποία ο μετρ του κινηματογραφικού σασπένς Άλφρεντ Χίτσκοκ (1899- 1980) δημιούργησε αυτή την υπέροχη ταινία μυστηρίου για την επίλυση του οποίου χρησιμοποιεί την ψυχαναλυτική θεωρία και πρακτική. για την επίλυση του μυστηρίου.

Κορυφαία σκηνή της ταινίας ένα όνειρο του Πεκ το οποίο εικονογράφησε ο Ισπανός σουρεαλιστής Σαλβαδόρ Νταλί. Η ανάλυση του ονείρου θα οδηγήσει στην άρση της απώθησης των τραυματικών εμπειριών του κεντρικού ήρωα σε αυτή την κλασική ταινία, που απεικονίζει την έντονη συμβολή των ψυχαναλυτικών συλλήψεων στο σύγχρονο τρόπο θέασης και κατανόησης του ανθρώπινου ψυχισμού.

Βαθμολογία: 4

ΑΘΗΝΑ: ΡΙΒΙΕΡΑ – ΘΗΣΕΙΟΝ – ΟΑΣΙΣ κ.α.

———————————————-

«Το πάθος της Ζαν ντ’ Αρκ» (La passion de Jeanne d’Arc, Γαλλία, 1928)

Ο Δανός σκηνοθέτης Καρλ Ντράγιερ (1889-1968), ένας από τους πλέον αντιπροσωπευτικούς δημιουργούς του υπερβατικού κινηματογράφου (το χαρακτηριστικό στιλ του αποτυπώνεται στην συνεχή και προσεκτική χρήση των κοντινών πλάνων), βασίστηκε εδώ στα καταγεγραμμένα πρακτικά της δίκης της Ιωάννας της Λωραίνης για να περιγράψει με ιστορική ακρίβεια τα περιστατικά γύρω της.

Αλλά την ίδια ώρα, νιώθεις την αφήγηση να μπαίνει σε δεύτερη μοίρα και τον Ντράγιερ να κάνει τον θεατή συμμέτοχο στην διανοητική και συναισθηματική κατάσταση της ηρωίδας που υποδύεται σε μια ερμηνεία για την οποία δεν χωράνε λόγια η Μαρία Φαλκονέτι. Συμμετέχουμε, συμπάσχουμε, νιώθουμε στο πετσί μας τα πάθη της, ερχόμαστε και εμείς αντιμέτωποι με τα μύχια της ψυχής της σε μια ταινία που παρά την ηλικία της, διατηρεί ακέραιη τη γοητεία της και έχει επηρεάσει αρκετούς σύγχρονους σκηνοθέτες (μεταξύ των οποίων και ο Ντέιβιντ Φίντσερ στο τρίτο «Alien»).

Βαθμολογία: 4 ½

ΑΘΗΝΑ: ΑΤΕΝΕ