Ξεκινούσαν την Άνοιξη, μόλις δηλαδή έλιωναν τα χιόνια και έπιαναν οι πρώτες ζέστες. Με τα εργαλεία δεμένα στα μουλάρια και τα κατάλληλα εφόδια για ταξίδι εβδομάδων ή και μηνών, πήγαιναν όπου μπορούσαν να βρουν δουλειά. Έχτιζαν γεφύρια, εκκλησιές, αρχοντικά, βρύσες και ξερολιθιές. Το βασικό τους υλικό, η πέτρα.
Ο λόγος για τα «μπουλούκια» τις περιπλανώμενες ομάδες χτιστάδων, και μαστόρων, που δραστηριοποιούνταν κυρίως στα ορεινά της Ελλάδας -αλλά και στα γειτονικά Βαλκάνια-, από την Κόνιτσα και τα Τζουμέρκα έως τα αρκαδικά Λαγκάδια και τις Κυκλάδες.
Από εκεί εμπνεύστηκε το σύγχρονο «Μπουλούκι το όνομα του. Η συλλογικότητα αρχιτεκτόνων, μηχανικών και ειδικών της πολιτιστικής κληρονομιάς που αναβιώνει την παραδοσιακή τέχνη της δόμησης.
Επιστήμονες, πολλοί εκ των οποίων στο παρελθόν έχουν εργαστεί σε κατασκευαστικές εταιρείες, που αποφάσισαν ότι οι ανάγκες του σύγχρονου κόσμου κρύβεται στην παράδοση.
Μία εξ αυτών, η Ιωάννα Ντούτση χημικός μηχανικός, απόφοιτος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), με μεταπτυχιακή εξειδίκευση στην «Προστασία Μνημείων – Υλικά και Επεμβάσεις Συντήρησης» (ΕΜΠ).
«Ήρθα σε επαφή με την ομάδα το 2018, στο πρώτο εργαστήριο που κάναμε στα Τζουμέρκα, και από το 2020 συμμετέχω σταθερά. Σήμερα αποτελούμαστε από περίπου 10 άτομα —κάποιοι full time, κάποιοι με πιο ευέλικτη συνεργασία — αλλά όλοι δουλεύουμε με συνέπεια».
Από τις ξερολιθιές στις ξύλινες πόλεις της Κοπεγχάγης
Το «Μπουλούκι» δεν είναι μόνο του. Το ξύλο, η πέτρα, ο πηλός: υλικά που για δεκαετίες θεωρούνταν ξεπερασμένα, επιστρέφουν σήμερα στο διεθνές προσκήνιο της αρχιτεκτονικής. Στο Όσλο και στη Στοκχόλμη σχεδιάζονται πλέον πολυώροφα κτίρια εξ ολοκλήρου από ξύλο – ειδικά στην δεύτερη χτίζεται ολόκληρη πόλη από ξύλο. Από τη Φινλανδία μέχρι την Αυστρία, η στροφή προς την τοπικότητα, τη φυσική πρώτη ύλη και τη βιώσιμη κλίμακα θεωρείται μονόδρομος για κάθε πολιτισμένη κοινωνία.
Κι αυτό γιατί, όπως επισημαίνει η κ. Ντούτση: «Η σύγχρονη οικοδομική βιομηχανία προκαλεί τεράστια περιβαλλοντική ζημιά. Περίπου το 40% των παγκόσμιων εκπομπών CO₂ προέρχεται από τις κατασκευές, κυρίως λόγω των υλικών και των λεγόμενων «ενσωματωμένων εκπομπών άνθρακα»».
«Παράλληλα εντείνεται η εκμετάλλευση μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων για την παραγωγή αδρανών όπως η άμμος, και άλλων δομικών υλικών, όπως το τσιμέντο, η παραγωγή του οποίου ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την επιδείνωση της κλιματικής κρίσης.Επιπλέον, τίθεται ζήτημα με την ασφάλεια πολλών σύγχρονων δομικών υλικών και την ποιότητα των εσωτερικών χώρων των σπιτιών. Ιδιαίτερα το καλοκαίρι στις πόλεις γίνεται σαφές πόσο προβληματικός είναι ο σύγχρονος τρόπος δόμησης, ενώ συνθετικά δομικά υλικά απελευθερώνουν μικροπλαστικά που επιβαρύνουν το περιβάλλον».
«Είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσουμε ότι αν δεν αλλάξει ο τρόπος που χτίζουμε, ούτε τους κλιματικούς στόχους θα πετύχουμε, ούτε θα αποφύγουμε τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Πρέπει να αλλάξει ριζικά ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την αρχιτεκτονική και τη δομή των κτιρίων μας».
Οι παλιοί μάστορες και τεχνίτες απαραίτητοι στο «Μπουλούκι»
Όπως γινόταν και παλαιότερα, το σύγχρονο «Μπουλούκι» θα ταξιδέψει όπου υπάρχει ανάγκη είτε για αποκατάσταση παλαιότερων παραδοσιακών δομών, είτε για να φτιάξει καινούργιες.
Τα έργα που αναλαμβάνει διαφέρουν σε είδος και κλίμακα, έχουν όμως κοινή αφετηρία τις ανάγκες του τόπου και την επιτόπια έρευνα. Παρατηρούν τις μορφολογικές ιδιαιτερότητες του τοπίου, συλλέγουν πληροφορίες για τα υλικά που υπάρχουν ήδη στον χώρο, συνεργάζονται με κατοίκους, τεχνίτες και ερευνητές για να διαμορφώσουν την κατάλληλη λύση.
Η δουλειά τους έχει δομηθεί πάνω σε τέσσερις βασικούς πυλώνες: έρευνα, πρακτική, εκπαίδευση και δημόσιο διάλογο. Είναι ο μοναδικός οργανισμός στην Ελλάδα που σχεδιάζει και υλοποιεί μαθητείες, συνδυάζοντας έργα αποκατάστασης με επαγγελματική κατάρτιση.
Όπως μας εξηγεί ο Γρηγόρης Κουτρόπουλος, αρχιτέκτων μηχανικός και ιδρυτικό μέλος της ομάδας: «Στον πρώτο πυλώνα, την έρευνα, που αφορά τις παραδοσιακές τεχνικές δόμησης. ξεκινάμε με εθνογραφική προσέγγιση.
Μιλάμε με παλιούς τεχνίτες και συλλέγουμε τη γνώση που κουβαλούν από το παρελθόν. Παράλληλα, κάνουμε αρχιτεκτονική τεκμηρίωση σε ιστορικές κατασκευές που εμπεριέχουν αυτές τις τεχνικές, αλλά και εργαστηριακή έρευνα».
Η συνεργασία με το Πολυτεχνείο
Μπορεί να ξεκινά με γνώμωνα την παράδοση, το «Μπουλούκι» όμως στηρίζεται κυρίως στην επιστήμη. Υπάρχει μνημόνιο συνεργασίας με το Εργαστήριο Τεχνικών Υλικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, όπου γίνονται οι εργαστηριακές αναλύσεις, κυρίως σε κονιάματα και δομικά υλικά, αλλά και νέες συνθέσεις. «Δηλαδή», εξηγεί ο κ. Κουτρόπουλος, «προτείνουμε νέα υλικά βασισμένα στην παραδοσιακή γνώση, προσαρμοσμένα στις σημερινές συνθήκες και ανάγκες».
«Δεν υιοθετούμε τυφλά τα παλιά υλικά ή τις τεχνικές. Μέσα από την εργαστηριακή έρευνα επιβεβαιώνουμε ή τροποποιούμε τα συστατικά των παλιών κονιαμάτων και, μέσα από πειράματα και ελέγχους, προκύπτουν νέα υλικά, κατάλληλα είτε για αποκατάσταση είτε για νέες δομές».
Ανάλογα με το πολιτισμικό και γεωγραφικό πλαίσιο κάθε περιοχής, ασχολούνται με τεχνικές όπως οι ξερολιθικές κατασκευές, δηλαδή μόνο με χρήση πέτρας. ΓΓια άλλες εφαρμογές, επιλέγονται παραδοσιακά και χαμηλού αποτυπώματος υλικά, όπως ο ασβέστης, ο πηλός, το ξύλο και άλλα bio-based υλικά.
Η Κα Ντούτση μας λέει ότι η δουλειά τους έχει και πολύ πειραματισμό: «Φέτος, για παράδειγμα, ερευνούμε πώς μπορούμε να ανακτήσουμε την άμμο από φθαρμένα επιχρίσματα για χρήση σε νέα κονιάματα. Δυστυχώς, στην Ελλάδα λείπει ένα ολοκληρωμένο δίκτυο διαχείρισης οικοδομικών αποβλήτων και πρακτικών κυκλικής οικονομίας στον κλάδο της οικοδομής».
«Επίσης, δεν υπάρχει ακόμα σύστημα πιστοποίησης ξυλείας για δομικές εφαρμογές, ούτε πλαίσιο αειφορικής διαχείριση δασών».
Η ανάπτυξη μονωτικών συστημάτων, βασισμένων σε φυσικά ή ανακυκλωμένα υλικά, όπως καλάμια, μαλλί προβάτου, υπολείμματα ξύλου είναι ακόμη ένας τομέας στον οποίο εστιάζουν.
«Φυσικά, δεν “δαιμονοποιούμε” το τσιμέντο ή τις σύγχρονες κατασκευές, αλλά αναζητούμε εναλλακτικές λύσεις για να τις κάνουμε πιο φιλικές προς το περιβάλλον. Δουλεύουμε με πρακτικές που μειώνουν τα απόβλητα κατά την κατασκευή, χρησιμοποιούμε ανακυκλωμένα υλικά, ή ακόμη και υλικά από εκσκαφές ή παλιά οικοδομικά στοιχεία».
Η διάσωση της τέχνης του κατραμιού
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της δράσης της ομάδας είναι το εργαστήριο «Gruapa di katrani» που διοργάνωσε το 2021 στο Ζαγόρι, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Βωβούσας.
Στόχος ήταν η αναβίωση και τεκμηρίωση της παραδοσιακής μεθόδου παραγωγής κατραμιού, ενός παχύρρευστου, ελαιώδους μαύρου υγρού με έντονη οσμή, που παράγεται από την ξηρή απόσταξη του δαδιού, του ρητινώδους εσωτερικού των γηραιών πεύκων.
Το κατράμι ή κατράνι χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά για την προστασία του ξύλου, την επούλωση πληγών σε ζώα και ανθρώπους, και ως απωθητικό εντόμων.
Κατά τη διάρκεια του εργαστηρίου, συμμετέχοντες συνεργάστηκαν με ντόπιους τεχνίτες και τον τελευταίο εναπομείναντα «κατρανά», για την αναγνώριση και προετοιμασία του δαδιού, την κατασκευή κατραμοκάμινου και την απόσταξη του κατραμιού. Μια τέχνη και τεχνική που θα χανόταν για πάντα.
Παράλληλα, πραγματοποιήθηκαν διαλέξεις και συζητήσεις για τη χρήση του ξύλου ως δομικού υλικού, τις παραδοσιακές και σύγχρονες μεθόδους προστασίας του, και τις πολιτισμικές ταυτότητες των πληθυσμών της περιοχής.

Photo: Ιάσων Αθανασιάδης
Το κατράμι, γνωστό και ως κατράνι, έχει ιστορική σημασία, ιδίως στο Δίστρατο της Κόνιτσας, όπου οι κάτοικοι, γνωστοί ως κατρανάδες, ήταν αποκλειστικοί παραγωγοί και έμποροι του προϊόντος μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Η παραγωγή του απαιτούσε ειδικές γνώσεις και διαδικασίες, όπως η κατασκευή γούρνας στο έδαφος, η ατελής καύση του δαδιού και η συλλογή του κατραμιού σε δερμάτινα ασκιά.
Σήμερα, χάρη στις ενέργειες που έκανε το «Μπουλούκι», το κατράμι αναγνωρίζεται ως στοιχείο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας.
Ένα διαφορετικό κέντρο έρευνας στα Τζουμέρκα
Το «Μπουλούκι» έχει ως βάση την Αθήνα, αλλά η δουλειά γίνεται κυρίως στην επαρχία – στην Ήπειρο, στην Κόνιτσα, στα Τζουμέρκα, αλλά και στα νησιά. Τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να εξετάζει και έργα στο αστικό περιβάλλον.
Μάλιστα στα Τζουμέρκα, και συγκεκριμένα στο χωριό Φράστα, δημιούργησαν το Κέντρο Έρευνας και Εκπαίδευσης για την Παραδοσιακή και Αειφόρο Δόμηση. Στεγάζεται στο παλιό δημοτικό σχολείο του χωριού, το οποίο παραχωρήθηκε από τις τοπικές αρχές καθώς για χρόνια έμενε ανεκμετάλλευτο.
Το «Μπουλούκι» ξεκίνησε το 2022 την αποκατάστασή του ώστε να αποτελέσει έναν κόμβο για την έρευνα, την εκπαίδευση και την πρακτική εφαρμογή παραδοσιακών τεχνικών δόμησης.
Το 2024, στο πλαίσιο του έργου «Τσιατί», πραγματοποιήθηκε η αποκατάσταση της ξύλινης στέγης του σχολείου, με στόχο την ενσωμάτωση φυσικών μονωτικών υλικών.
Μας περιγράφει η κ. Ντούτση: «Χρησιμοποιήσαμε τοπική ξυλεία για την ξύλινη στέγη, ώστε να μειώσουμε το αποτύπωμα μεταφοράς και να στηρίξουμε την τοπική οικονομία. Εφαρμόσαμε ήπιες μεθόδους συντήρησης, χωρίς τοξικά βερνίκια και χρώματα».
Το πρόγραμμα περιλάμβανε επίσης επαγγελματική μαθητεία και βιωματικό εργαστήριο, όπου 26 συμμετέχοντες από την Ελλάδα και το εξωτερικό απέκτησαν πρακτικές γνώσεις υπό την καθοδήγηση έμπειρων τεχνιτών.
Ο κ. Κουτρόπουλος υπερτονίζει την σημασία χρήσης τοπικών υλικών: Ένα παράδειγμα είναι η βιωσιμότητα: «Οι παλιοί έχτιζαν με σεβασμό στους φυσικούς πόρους και με πολύ χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Έβρισκαν υλικά τοπικά και δεν σπαταλούσαν ενέργεια για μεταφορές. Αυτή τη φιλοσοφία προσπαθούμε να επαναφέρουμε.
Συχνά συναντάμε έργα σε περιοχές όπως η Σαντορίνη ή η Ήπειρος, που χρησιμοποιούν υλικά εισαγόμενα, ενώ ο ίδιος ο τόπος διαθέτει πληθώρα χρήσιμων υλικών. Αυτή η λογική της μεταφοράς προκαλεί σημαντική κατανάλωση ενέργειας. Δεν είμαστε ενάντια στη χρήση άλλων υλικών, αλλά πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη το κόστος εξόρυξης, μεταφοράς και συνολικού αποτυπώματος».
«Για παράδειγμα, η Σαντορίνη έχει ηφαιστειογενή υλικά και τα διπλανά νησιά έχουν μάρμαρο. Οι παλαιότερες κοινωνίες χρησιμοποιούσαν κυρίως τοπικούς πόρους, με εξαίρεση κάποια εξειδικευμένα υλικά, όπως ο ασβέστης από την Πάρο».
«Δεν μπορούμε να είμαστε πλήρως αυτάρκεις, αλλά μπορούμε να περιορίσουμε την εξάρτηση από υλικά που έρχονται από πολύ μακριά. Η λογική της κλίμακας έχει επίσης αλλοιωθεί — η υπερδόμηση και η τουριστική εκμετάλλευση έχουν αλλάξει ριζικά το τοπίο των νησιών».
Δεύτερος πυλώνας: η πρακτική εφαρμογή
Οι κατασκευές προκύπτουν μέσα από επαναληπτικές διαδικασίες: πειραματισμό, προσαρμογή και συνεργασία. Δεν εφαρμόζονται έτοιμα σχέδια, αλλά ο σχεδιασμός γίνεται επιτόπου, με βάση όσα ανακαλύπτουν στην πράξη. Ο τρόπος που εργάζονται εξαρτάται κάθε φορά από το περιβάλλον, τις καιρικές συνθήκες, τα εργαλεία που μπορούν να μεταφερθούν, αλλά και τον χρόνο που χρειάζεται κάθε υλικό για την επεξεργασία του.
Σημαντικός παράγοντας σε πολλές περιοχές είναι η προσβασιμότητα. Όπως μας λέει ο κ. Κουτρόπουλος: «Πολλά παραδοσιακά σπίτια έχουν εγκαταλειφθεί και δεν κινδυνεύουν λόγω κακής κατασκευής, αλλά από αχρησία. Χιλιάδες τέτοια κτίσματα, ειδικά στην αγροτική ύπαιθρο, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν ξανά, όμως απουσιάζει η σχετική κουλτούρα. Υπάρχουν ζητήματα προσβασιμότητας, καθώς η αρχική πρόσβαση σε πολλά σημεία ήταν με ζώα και όχι με οχήματα. Όμως αυτά τα στοιχεία του τοπίου είναι σημαντικά να διατηρηθούν».
Γι’ αυτό και οι ίδιοι σε πάρα πολλές περιπτώσεις στηρίζονται στα ζώα για τη μεταφορά υλικών σε μέρη που δεν είναι προσβάσιμα από οχήματα.
Σε κάθε στάδιο συμμετέχουν μέλη της ομάδας, τεχνίτες, συνεργαζόμενοι ερευνητές και άνθρωποι της περιοχής. Οι εργασίες οργανώνονται έτσι ώστε να λειτουργούν ως πεδίο ανταλλαγής και μάθησης, τόσο για επαγγελματίες όσο και για κατοίκους ή επισκέπτες που θέλουν να γνωρίσουν από κοντά τον τρόπο δουλειάς.
Στραφήκαμε στις παραδοσιακές τεχνικές γιατί πιστεύουμε ότι φέρουν ποιότητες και αξίες που έχουν εκλείψει. Δεν πρόκειται για μια μουσειακή ή νοσταλγική προσέγγιση, αλλά για μια προσπάθεια να επαναφέρουμε ό,τι μπορεί να έχει εφαρμογή σήμερα.
Εκπαίδευση και δημόσιος διάλογος
Οι τελευταίοι δύο πυλώνες έχουν μια συνάφεια καθώς μέσα από δράσεις και ενέργειες της ομάδας, πραγματοποιείται και εκπαίδευση των ίδιων και άλλων επαγγελματιών και μια σύνδεση με την εκάστοτε κοινωνία.
Κάθε έργο που αναλαμβάνει το «Μπουλούκι» αποτελεί αφορμή για μάθηση. Τα συμμετοχικά έργα και οι αποκαταστάσεις συνδυάζονται με προγράμματα πρακτικής εκπαίδευσης, επαγγελματικές μαθητείες και βιωματικά εργαστήρια, όπου έμπειροι μάστορες εκπαιδεύουν νεότερους τεχνίτες και τεχνίτριες, φοιτητές και επαγγελματίες της αρχιτεκτονικής και συναφών κλάδων.
Είναι εγχειρήματα που οργανώνονται σε συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες μέλη των οποίων συμμετέχουν ενεργά στις καθαυτού εργασίες. Ντόπιοι κάτοικοι και διοργανωτές, μάστορες και μαθητευόμενοι. Συμμετέχοντες και συμμετέχουσες από διαφορετικές ιδιότητες και διαφορετικά μέρη του κόσμου εμπλέκονται έτσι στη συλλογική φροντίδα αυτών των τοπίων, ενώ ταυτόχρονα ανακτούν τις τοπικές γνώσεις που ιστορικά τα διαμόρφωσαν.
Το αποτέλεσμα είναι η συγκρότηση κοινοτήτων πρακτικής και γνώσης που εξερευνούν συλλογικά τις τοπικές οικοδομικές κουλτούρες. Ακούν προσεκτικά παλιούς και νεότερους μάστορες και εξασκούνται πλάι τους. Με την πρακτική εξάσκηση συνυπάρχουν περιηγήσεις και υπαίθριες ανοικτές συζητήσεις, καλλιτεχνικά εργαστήρια και εκθέσεις. Ακαδημαϊκές συναντήσεις και στρογγυλές τράπεζες. Γιορτές μουσική και χορό.
«Να μη μείνει η παραδοσιακή τεχνική ως μουσειακό στοιχείο»
Η προσπάθεια που κάνει το «Μπουλούκι» αναγνωρίζεται τόσο από φορείς, επιστημονικές και τοπικές κοινότητες.
Το 2024 μάλιστα, βραβεύτηκε με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς / Βραβείο Europa Nostra στην κατηγορία «Εκπαίδευση, Κατάρτιση και Δεξιότητες».
Η διάκριση αυτή απονεμήθηκε για το συνολικό εκπαιδευτικό έργο της ομάδας, με ειδική έμφαση στο έργο «Under the Landscape» στη Σαντορίνη, το οποίο περιλάμβανε την αποκατάσταση ενός παραδοσιακού λιθόστρωτου μονοπατιού και δύο υπόγειων δεξαμενών συλλογής βρόχινου νερού, με τη συμμετοχή της τοπικής κοινότητας.
«Ναι, υπάρχει ενδιαφέρον για την παραδοσιακή τέχνη της δόμησης», επιβεβαιώνει ο κ. Κουτρόπουλος. «Έχουμε δεχτεί προσκλήσεις από φορείς και ιδιώτες που ζητούν καθοδήγηση ή βοήθεια στην αποκατάσταση παραδοσιακών κτισμάτων ή υποδομών. Παράλληλα, όμως, υπάρχει και μεγάλη έλλειψη τεχνογνωσίας. Οι λίγοι που τη διατηρούν, δεν επαρκούν. Κι ενώ υπάρχει ενδιαφέρον, υπάρχει και μια δυσπιστία, που ξεπερνιέται μόνο με σοβαρή μελέτη και προσέγγιση».
«Το θέμα είναι να μη μείνει η παραδοσιακή τεχνική ως μουσειακό στοιχείο. Πολλοί λένε «Τι ωραία η ξερολιθιά», αλλά δεν σκέφτονται να την εντάξουν στο ίδιο τους το σπίτι. Φωτογραφίζουν τις ξερολιθιές χωρίς να αντιλαμβάνονται τη λειτουργική τους σημασία: την προστασία από διάβρωση, τη συγκράτηση υγρασίας, την υποστήριξη καλλιεργειών. Για εμάς, έχει σημασία η πρακτική εφαρμογή».