Πριν από έναν χρόνο σε μια σκηνή ενός αθηναϊκού θεάτρου τρεις νεαροί, αλλά «ψημένοι» ουχί «όψιμοι», πολιτικοί ανέπτυσσαν τις σκέψεις τους κι αντάλλασσαν απόψεις για το δυνητικό σενάριο μιας συμμαχίας προοδευτικών κομμάτων που θα αμφισβητήσει την κυριαρχία της ΝΔ και θ’ αναχαιτίσει την επέλαση της στο πολιτικό πεδίο.

Η Έφη Αχτσιόγλου από τη Νέα Αριστερά, ο Διονύσης Τεμπονέρας από τον ΣΥΡΙΖΑ και ο Μανώλης Χριστοδουλάκης από το ΠαΣοΚ κάθονταν στο ίδιο τραπέζι και κατέληγαν στο συμπέρασμα πως η υπογραφή ενός τέτοιου συμφώνου πολιτικής συμβίωσης με αμοιβαίες υποχωρήσεις καθίσταται πράξη αναγκαία και επιβεβλημένη.

Η δίωρη εκδήλωση είχε αναγορευθεί εκείνες τις ημέρες ως το zero point για την επιδιωκόμενη επανεκκίνηση της κεντροαριστεράς. Υποτίθεται. Δεν είναι τυχαίο πως είχε απασχολήσει (κι ενοχλήσει αρκετά) μόλις είχε γίνει η αναγγελία της διεξαγωγής της. Επιχειρήθηκε να υποβαθμιστεί και να μην κερδίσει την έκταση που της αναλογούσε. Συζητήθηκε όμως για αρκετές ημέρες. Μέχρι που θόλωσε, ξέφτισε κι έσβησε διότι ουδείς έκτοτε την έθρεψε ως ιδέα.

Η συζήτηση που άρχισε από το (θέατρο) Άλφα για να φτάσει στο Ωμέγα, βρίσκεται στο ίδιο ακριβώς σημείο. Ούτε καν στο Κάπα ή στο Πι, πόσο μάλλον στο Σίγμα και στο Φι. Σαν να μην πέρασε μια μέρα εδώ κι έναν ολόκληρο χρόνο, στην κουβέντα για μια ενιαία πρόταση που θα απεγκλωβίσει από το τέλμα την προοδευτική αντιπολίτευση δεν έχει προστεθεί λέξη παραπάνω.

Οι Ευρωεκλογές σαν να μην ταρακούνησαν κανέναν. ΠαΣοΚ και ΣΥΡΙΖΑ πέρασαν από σκληρές εσωκομματικές διεργασίες, ενώ η Νέα Αριστερά στερείται ακόμη ισχυρού αποτυπώματος. Παρόλα αυτά το προαπαιτούμενο βήμα δεν έχει γίνει.

Μοιάζει η όλη διαδικασία με εκείνη την εκνευριστική ημέρα της Μαρμότας, στις 24 ώρες της οποίας επιλαμβάνεται μοιρολατρικά το ίδιο σκηνικό. Άνευ διαφοροποίησης, εναλλαγής, διαμόρφωσης συναισθημάτων. Χωρίς ουδείς να επεμβαίνει στον ρου της ιστορίας από τη στιγμή της αφύπνισης μέχρι να ξανακλείσουν ερμητικά τα βλέφαρα. Κι άιντε πάλι από την αρχή.

Διατυπώνεται από τη μία η διάθεση, η επιθυμία και η υποχρέωση να συμφωνηθεί και να εφαρμοστεί ένα σχέδιο με προγραμματικό λόγο. Τόσο συμπαγές μάλιστα που θα αποδειχθεί ικανό να προσελκύσει γύρω του ακόμη περισσότερες δυνάμεις. Ουσιαστική πρόοδος δεν έχει σημειωθεί στο ελάχιστο.

Στασιμότητα, ακινησία, σχεδόν οκνηρία διακατέχουν κάθε άμεσα ενδιαφερόμενο κι εμπλεκόμενο. Η εβδομαδιαία, αν όχι συχνότερη, ανατροφοδότηση με λόγια δεν έχει συνοδευτεί από πρωτοβουλίες που θα επιδράσουν καταλυτικά στις εξελίξεις. Κάθε φορά που διαμορφώνεται μια, θεωρητικά, ευνοϊκή συνθήκη κυριαρχεί η αυτοσυγκράτηση. Παρουσίες σε πάνελ και κοινοί βηματισμοί εντός ή εκτός Βουλής δεν έχουν αποδειχθεί επαρκείς.

Αν και η κυβέρνηση αναδιπλώνεται διαρκώς, πασχίζοντας να δικαιολογήσει αβλεψίες και παραλείψεις που δεν αμφισβητούνται, εξακολουθεί να απορροφά τους κραδασμούς και ν’ αντέχει, τουλάχιστον δημοσκοπικά. Αντιθέτως τα υπόλοιπα κόμματα, όλα όσα ερίζουν να την αποκαθηλώσουν, αδυνατούν να κεφαλαιοποιήσουν τη φθορά. Η διαφορά δεν τους επιτρέπει να βλέπουν αυτόνομη διακυβέρνηση όταν έρθουν εκλογές.

Κι όμως σε πείσμα των αριθμών, των προβλέψεων και της κοινής γνώμης διαγκωνίζονται για κάτι που σήμερα δεν τους ανήκει. Ούτε διαφαίνεται ότι θα καταφέρουν να το αποκτήσουν, αν πρώτα δεν φροντίσουν να το μοιραστούν. Μάλλον οφείλουν να ξαναδιαβάσουν την αλφαβήτα.

Για να μην εγκλωβιστούν στο (θέατρο) Άλφα και πέσει μια για πάντα η αυλαία.