Απορρίφθηκε από το Πρωτοδικείο της Αθήνας αγωγή του Γρηγόρη Δημητριάδη που είχε διατελέσει στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού, ο οποίος είχε ενάγει μέσα ενημέρωσης και συγκεκριμένους δημοσιογράφους, για τις αποκαλύψεις τους σχετικά με τις υποκλοπές.

Η αγωγή απορρίφθηκε με το σκεπτικό, ότι οι αναφορές δημοσιογράφων για τις υποκλοπές, τα ερωτήματα για σχέσεις του Γρηγόρη του Δημητριάδη με εταιρείες που είχαν εμπλοκή στη διακίνηση στη χώρα μας του κακόβουλου λογισμικού Pretador, ήταν θεμιτές, καθώς έγιναν, όπως τονίζεται στην απόφαση, όχι για να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του αλλά από λόγους δικαιολογημένου δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος.

Επίσης στην απόφαση τονίζεται μεταξύ άλλων, ότι τα επίμαχα δημοσιεύματα δεν υπερέβησαν τα όρια της κριτικής που οφείλει να γίνεται σε πολιτικά πρόσωπα, ενώ η απόφαση έχει αναφορές σε αποφάσεις του Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Στρασβούργο και νομολογιακά δεδομένα).

Στο σκεπτικό των δικαστών που έλαβαν την απόφαση, επίσης αναφέρονται λεπτομερώς τα δημοσιεύματα που προκάλεσαν την κατάθεση της αγωγής (Εφημερίδα Συντακτών, ιστοσελίδα Reporters United)αλλά και οι μαρτυρικές καταθέσεις στο δικαστήριο, μεταξύ των οποίων δίδεται έμφαση στην κατάθεση του γνωστού συνταγματολόγου, ομότιμου καθηγητή της Νομικής Νίκου Αλιβιζάτου, που αναφέρθηκε στο ρόλο του τύπου και το καθήκον των δημοσιογράφων για αποκαλύψεις, ειδικά για σοβαρά θεσμικά θέματα.

Τι αναφέρει η δικαστική απόφαση

Σύμφωνα με την δικαστική απόφαση (φέρει αριθμό 283του 2024)τόσο η Εφημερίδα των Συντακτών, η οποία δημοσίευσε το επίμαχο άρθρο με τίτλο «Μεγάλος ανιψιός, Μεγάλος αδελφός», όσο και η ιστοσελίδα Reporter United, αλλά και υπεύθυνοι δημοσιογράφοι των εν λόγω μέσων, δημοσίευσαν ερωτήματα και πληροφορίες που αφορούσαν τον Γρηγόρη Δημητριάδη σχετικά με τις παράνομες παρακολουθήσεις μέσω Pretador, στο πλαίσιο του δικαιολογημένου δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος.Η αγωγή πέραν των υπευθύνων των μέσων ενημέρωσης εναντίον των οποίων είχε στραφεί, αφορούσε και τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη, που είχε αναρτήσει τα επίμαχα δημοσιεύματα σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Ο Θανάσης Κουκάκης που υπήρξε στόχος παράνομων παρακολουθήσεων, αλλά και της ΕΥΠ είναι από τους πρώτους που έθεσαν δημόσια και ενώπιον της δικαιοσύνης το όλο θέμα.

Ειδικότερα όπως αναφέρεται στην απόφαση:

« … Λόγω του δημοσιογραφικού χαρακτήρα του δημοσιεύματος, του δημόσιου αξιώματος που κατείχε ο ενάγων, το οποίο έχει χαρακτήρα αμιγώς πολιτικής θέσης, και μάλιστα μη αιρετής, καθώς και της σημασίας για τη δημόσια σφαίρα της υπόθεσης των υποκλοπών, κρίνεται ότι υφίσταται δικαιολογημένο ενδιαφέρον των συντακτών και άρα αίρεται το άδικο της δυσφήμησης που υπέστη ο ενάγων».

Όσον αφορά το δεύτερο θέμα, τη σχέση του ενάγοντα με εταιρίες που εμπλέκονταν με το κακόβουλο λογισμικό «Predator», όπως φαίνεται από το περιεχόμενο του άρθρου γίνεται μία αναλυτική περιγραφή αληθών επιχειρηματικών μεταβιβάσεων, στη βάση της δημοσιογραφικής έρευνας για την λειτουργία του λογισμικού «Predator» στην Ελλάδα.

Οι καταθέσεις των μαρτύρων

Στο συγκεκριμένο ζήτημα αναλώθηκε και σημαντικό μέρος των μαρτυρικών καταθέσεων κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, από τις οποίες η μάρτυρας του ενάγοντος δεν κατέθεσε κάποιο στοιχείο ενισχυτικό των ισχυρισμών του , ο δεύτερος μάρτυρας των εναγομένων Αναστάσιος Τέλλογλου ανέπτυξε τη διαδρομή της δημοσιογραφικής έρευνας για την υπόθεση των, ενώ ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος κατέθεσε ότι κατά την πείρα του ως συνταγματολόγου δεν υπερέβησαν οι συντάκτες του άρθρου τα όρια της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, δεν παρουσίασαν ενδείξεις ως γεγονότα, ούτε εκφράστηκαν με εξυβριστικό τρόπο προς τον ενάγοντα, επιφυλασσόμενος πάντως για τους τίτλους του πρωτοσέλιδου και των εσωτερικών σελίδων «Ο μεγάλος ανιψιός και ο μεγάλος αδερφός» και «Οι παρακολουθήσεις και ο Μεγάλος.. .Ανιψιός».

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δικαστές δέχονται πως δεν υπήρχε ψευδές γεγονός σχετικά με τη διαδρομή φυσικών και νομικών εταιριών που περιγράφεται στο άρθρο.

Επιπλέον, κατά την κρίση της πλειοψηφίας δεν φαίνεται να υπήρχε κακόπιστη διάθεση των συντακτών του άρθρου προς τον ενάγοντα πριν τη δημοσίευση του άρθρου, προσθέτοντας πως χρησιμοποίησαν ήπιες εκφράσεις, έθεσαν τα ερωτήματα της δημοσιογραφικής έρευνας όπως επιτάσσει η δημοσιογραφική δεοντολογία και του παρείχαν προθεσμία ικανή για να απαντήσει, ενώ δήλωσαν την πρόθεσή τους να αναμείνουν μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου, ώστε να ετοιμάσει τις απαντήσεις του.

Η νομολογία του ΕΔΔΑ

Ως προς το σκέλος αυτό οι δικαστές επικαλούνται και πάλι τη νομολογία του ΕΔΔΑ σημειώνοντας πως … « Συνεπώς, η κατάφαση ειδικού σκοπού εξύβρισης απαιτεί να καταγνωστεί άσκοπη προσωπική επίθεση ή προσβολή κατά του ενάγοντος, η οποία να εκφεύγει των σκοπών και πορισμάτων του δημοσιεύματος, ως έκφραση καταφρόνησης προς το συγκεκριμένο πρόσωπο χωρίς άλλη τεκμηρίωση, ώστε να μην μπορεί να χαρακτηριστεί αξιολογική κρίση, οι χαρακτηρισμοί δε που θα χρησιμοποιηθούν κατά ενός δημοσίου προσώπου πρέπει να είναι τόσο ακραίοι, που δεν θα μπορούν να γίνουν ανεκτοί ούτε καν στο απώτερο όριο ανοχής που τίθεται για τα συγκεκριμένα πρόσωπα.

Με βάση τα παραπάνω, στην προκειμένη περίπτωση η χρήση των εκφράσεων που συνοδεύουν το δημοσίευμα έχουν στενή νοηματική σύνδεση με το υπόλοιπο περιεχόμενό του και δεν στοιχειοθετεί άκριτη στοχοποίηση του ενάγοντας για πολιτικούς ή προσωπικούς».

Αντίθετα, ένας δικαστής, ο πρόεδρος στη δίκη, μειοψήφισε και ζήτησε να γίνει δεκτή η αγωγή του Γρηγόρη Δημητριάδη, τοποθετούμενος υπέρ της άποψης, ότι τα εν λόγω δημοσιεύματα υπήρχαν συκοφαντικά.

Κατά την απόφαση ο Γρηγόρης Δημητριάδης καλείται να πληρώσει και την δικαστική δαπάνη.

Ο συνήγορος του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη και άλλων , Ζαχαρίας Κεσές, με δήλωση του αναφέρει σχετικά με την απόφαση.
«Υψηλού συμβολισμού απόφαση με παραπομπή στην ιδιαίτερα πλούσια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που αναδεικνύει την ανάγκη για μεγαλύτερου επιπέδου προστασία της ελευθερίας της έκφρασης. Παράλληλα αποτελεί οδηγό για το πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι καταχρηστικές αγωγές κατά δημοσιογράφων, που αποσκοπούν μόνο στην αποθάρρυνση συμμετοχής του κοινού και στη φίμωση του Τύπου».