Οι παίκτες του Θοδωρή Βλάχου τα έδωσαν όλα στον τελικό του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Υγρού Στίβου, αλλά η Ουγγαρία ήταν εκείνη που ανέβηκε τελικά στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου επικρατώντας στην ρώσικη ρουλέτα των πέναλτι. Ο «μαέστρος» αυτή της μυθικής πορείας λύγισε μετά το τέλος του αγώνα και με δάκρυα στα μάτια ζήτησε συγγνώμη από τους παίκτες της Εθνικής και τον κόσμο για την απόφασή του να πάρει τάιμ άουτ 37» πριν το φινάλε με το σκορ στο 10-10. Θεώρησε ότι εκείνη η στιγμή έκρινε το ολόκληρο παιχνίδι. Μόνο δάκρυα όμως δεν χρειάζονται από τον άνθρωπο που κατόρθωσε να πάρει μια ομάδα σχεδόν από την αφάνεια και την μετατρέψει σε πρωταγωνίστρια σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις.

Η πορεία του στον πάγκο της Εθνικής

Ηταν Δεκέμβριος του 2014, όταν τότε πρόεδρος της ΚΟΕ Δημήτρης Διαθεσόπουλος, έχοντας δοκιμάσει (σχεδόν) τα πάντα, έψαχνε μια πιο μόνιμη λύση για την εθνική ομάδα πόλο των ανδρών.

Την ίδια ώρα που οι γυναίκες του Γιώργου Μορφέση σάρωναν τα πάντα στο πέρασμά τους με χρυσό στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και μετάλλια σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, οι άνδρες σταματούσαν συνήθως στον προημιτελικό κάθε μεγάλης διοργάνωσης με κάποιες εξαιρέσεις που είχαν είσοδο στην τετράδα αλλά με την 4η θέση στην τελική κατάταξη (αναφερόμαστε σε Ολυμπιακούς Αγώνες, Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα καθώς υπήρχε και η συμμετοχή μας στον τελικό του Γουορλντ Λιγκ της Αθήνας).

Το μοναδικό τους λάφυρο (εκτός της συνεχούς παρουσίας της ομάδας σε Ολυμπιακούς Αγώνες) ήταν ένα και μοναδικό μετάλλιο στο μακρινό Μόντρεαλ του Καναδά το 2005 και αυτό χάλκινο στο νικηφόρο μικρό τελικό του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος με την Κροατία.

Τότε (τέλη του 2014) ο Δημήτρης Διαθεσόπουλος αποφάσισε να πάει κόντρα σε όλους και σε όλα. Σε μια εποχή κατά την οποία στις περισσότερες ομοσπονδίες έκανε… τζιζ το να έχουν ομοσπονδιακό τεχνικό τον προπονητή του Ολυμπιακού ή του Παναθηναϊκού και το απέφευγαν όπως ο διάβολος το λιβάνι (αρκεί να θυμηθούμε πώς τελείωσε άρον άρον από την αντίστοιχη Εθνική του μπάσκετ ο Παναγιώτης Γιαννάκης μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου το 2008 καθώς είχε συμφωνήσει με τον Ολυμπιακό) ο πρόεδρος της ΚΟΕ σκέφτηκε προφανώς τα εξής:

Ο Ολυμπιακός είναι από τις κορυφαίες ομάδες στην Ευρώπη και αποτελεί τη βάση και κάτι παραπάνω της εθνικής ομάδας. Ε, λοιπόν, θα φέρω και στην Εθνική τον προπονητή τους.

«Ο Θόδωρας είναι δικό μας παιδί και καλός προπονητής και όλα θα πάνε κατ’ ευχήν» είχε πει χαρακτηριστικά τότε ο ισχυρός άνδρας της ελληνικής κολυμβητικής ομοσπονδίας δίνοντας το χρίσμα του ομοσπονδιακού, τον Δεκέμβριο του 2014, στον Θοδωρή Βλάχο.

Ούτε ο ίδιος μπορούσε να φανταστεί ότι λίγους μήνες αργότερα στο Καζάν θα ερχόταν αμέσως το δεύτερο μεγάλο μετάλλιο, χάλκινο και αυτό, μετά την ιστορική νίκη μας στα πέναλτι (4-2) επί της Ιταλίας (7-7 ο αγώνας) του Σάντρο Καμπάνια, του ιταλού τεχνικού που είχε οδηγήσει στη γη της επαγγελίας την ομάδα μας (ήταν ο τεχνικός της Εθνικής μας στο Μόντρεαλ) αλλά δεν τα είχε καταφέρει στους Ολυμπιακούς της Αθήνας που ήταν ο μεγάλος στόχος και οι Ρώσοι μάς στέρησαν το μετάλλιο. Ούτε αργότερα να φτάσει σε μια ακόμα μεγάλη διάκριση. Το ημερολόγιο έγραφε 8 Αυγούστου του 2015 όταν ο Κωνσταντίνος Φλέγκας απέκρουσε το πέναλτι του Ντι Φούλβιο και ο Αγγελος Βλαχόπουλος νίκησε με τη σειρά τον Τεμπέστι με το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα να κατακτά το χάλκινο μετάλλιο και να παίρνει το εισιτήριο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο. Και μάλιστα στον ημιτελικό η Εθνική μας ηττήθηκε στις λεπτομέρειες και στη ρώσικη ρουλέτα των πέναλτι από τη μετέπειτα Παγκόσμια Πρωταθλήτρια Κροατία!

Ο Θοδωρής Βλάχος είχε πάρει το βάπτισμα του πυρός και όσοι μίλησαν για την τύχη του… πρωτάρη δεν άργησαν να διαψευστούν. Στο Καζάν οι 11 στους 13 παίκτες της Εθνικής ήταν από τον Ολυμπιακό!  Καθώς μόνο ο Χρήστος Αφρουδάκης (Βουλιαγμένη) και ο Κωνσταντίνος Φλέγκας (Υδραϊκός) δεν ανήκαν στους Ερυθρόλευκους.

Η μεγαλύτερη επιτυχία του Θοδωρή Βλάχου ήταν ότι κατάφερε αυτό να το αλλάξει και ας ήταν προπονητής του Ολυμπιακού καθώς αρκετοί παίκτες μέσω των εμφανίσεών τους και στον Ολυμπιακό και στην Εθνική συνέχισαν να αγωνίζονται σε υψηλό επίπεδο σε ομάδες του εξωτερικού.Η επιτυχία του Καζάν μόνο φωτοβολίδα δεν ήταν αφού ακολούθησαν οι 4ες θέσεις στο Ευρωπαϊκό (2016) και στο Παγκόσμιο (2017) ενώ η ομάδα κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο Γουόρλντ Λιγκ (2016). Εκείνη την περίοδο μάλιστα είχαμε 5/5 νίκες επί της Ιταλίας (κακός μας δαίμονας) η οποία το 2019 κατέκτησε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. «Ψηλά το κεφάλι, θα έρθει η στιγμή που θα πάμε και εμείς σε έναν μεγάλο τελικό» τούς είχε πει τότε μετά τη δραματική ήττα από τους Κροάτες στα πέναλτι και πράγματι αυτό έγινε και το 2021 η Εθνική έπαιξε στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων και το Σάββατο διεκδίκησε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στη Φουκουόκα χάνοντας τελικά την πρωτιά από την Ουγγαρία στη διαδικασία των πέναλτι. 

Ο βολιώτης τεχνικός που είχε περάσει και ως παίκτης από τον Ολυμπιακό, όταν κρέμασε το σκουφάκι του είχε την τύχη να ανδρωθεί προπονητικά με τις καλύτερες παραστάσεις δίπλα σε προπονητές – μύθους που έφερνε η κορυφαία ελληνική ομάδα. Συνεργάτης του Σέρβου Ντράγκαν Ματουτίνοβιτς, του Ούγγρου Ζόλταν Κάσας, με τον οποίο τη σεζόν 2000-01 ο Ολυμπιακός έπαιξε στον πρώτο τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ και ηττήθηκε από τη Γιουγκ στο Ντουμπρόβνικ ενώ το 2002 κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ στη Βουδαπέστη απέναντι στη Χόνβεντ και αργότερα το ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ. Συνεργάτης και του Κροάτη Βέσελιν Τζούχο, σε πενταετία ταχύρρυθμου φροντιστηρίου πολύ υψηλού επιπέδου. Ο έλληνας τεχνικός ρουφούσε σαν σφουγγάρι κάθε μέρα δίπλα σε αυτούς τους δασκάλους του πόλο. Περίμενε και τη δική του ευκαιρία και μετά από ένα πέρασμα από το Παλαιό Φάληρο η συνάντησή του με τον Μιχάλη Κουντούρη (ο οποίος με τη στήριξη του Βαγγέλη Μαρινάκη αναλάμβανε την προεδρία του ερασιτέχνη με στόχο την εξυγίανσή του) ήταν κομβική. Μετά από μια χρονιά που περισσότερο μάζευε ο Ολυμπιακός τα… σπασμένα (2011) και παρ’ όλ’ αυτά έχασε στις λεπτομέρειες το πρωτάθλημα από τη Βουλιαγμένη ακολούθησε μια ασύλληπτη πορεία με συνεχόμενα πρωταθλήματα και κύπελλα αλλά και το πετράδι του στέμματος το Τσάμπιονς Λιγκ στη Γένοβα το 2018 στην έδρα της… Ρεάλ Μαδρίτης του πόλο, της Προ Ρέκο.

Πλέον μόνο στην Εθνική συνεχίζει να οδηγεί και να εμπνέει τους παίκτες του σε κορυφαίο επίπεδο.