Αυτό που βασάνιζε τρία εικοσιτετράωρα τον Αλέξη Τσίπρα και που το γυρόφερνε -όπως είπε- τις νύχτες στο μαξιλάρι του, είναι η Ιστορία. Δεν του επέτρεψε να την αφήσει να φτάσει στο έλεος του «τέλους» της. Δεν θέλησε να δει ούτε τον μαξιλαροπόλεμο των ιδεών γύρω από αυτό το «τέλος» , αλλά ούτε και τον πετροπόλεμο των επιτήδειων ανθρώπων, ώστε να τελειώνουμε και με την Ιστορία. Και επειδή ο φόβος της πλάνης είναι η ίδια η πλάνη, αυτή ακριβώς η πλάνη μού υπαγόρευσε εν θερμώ την παρέμβαση στο «ΒΗΜΑ» επιβάλλοντάς μου ωστόσο, να ακολουθήσω μια άλλη στρατηγική από το οπλοστάσιό της χωρίς τα φτερά και τα πούπουλα που γεμίζουν οι ακόλουθοι τις μαξιλάρες στις «καρέκλες» των υπουργών τους.

Η παραίτηση του Τσίπρα δεν υπήρξε κίνηση απόγνωσης, ούτε τακτικής, ούτε προετοιμασία επιστροφής. Έχω τη γνώμη πως κάτι το «αξιακό» κρύβεται πίσω από το Ζάππειο, αντάξιο της ιστορίας του χώρου. Ακόμη κι αν πρόκειται για δική μου αυταπάτη, είμαι βέβαιος πως πίσω από τη δυνατότητα να αυταπατώμαι ακόμα, διανοίγεται μία καινούργια θέση που θα της επιτρέψει να μην είναι ούτε εσφαλμένη ούτε φαντασιόπληκτη. Είμαστε σε θέση να βλέπουμε ακόμη και πίσω από τις αυταπάτες μας ένα «τίποτα» που είναι όμως «κάτι τι»;

Μπορούμε «να πεθάνουμε κανονικά» όπως λέει ο Σεφέρης; Δηλαδή, να αποδεχτούμε ως Αλήθεια μια διαδικασία (ατομική ή συλλογή) που ενώ την νομίζαμε εσφαλμένη, διαπιστώνουμε πως μέσα στο σφάλμα μας, η Αλήθεια υπήρξε ήδη παρούσα; Κάτι που δεν μπορεί να το κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.