Το Διαδίκτυο παρέχει δυνατότητες συμβολικών και πραξιακών ανταλλαγών (interaction & transaction) οικουμενικά. Προσφέρεται για καταγραφή, απεικόνιση, αρχειοθέτηση, ανάσυρση, αποκεντρωμένο διαμοιρασμό και διάδοση πληροφοριών οριζοντίως και καθέτως. Τα διαδικτυακά δεδομένα διασχίζουν σωρεία οριζόντιων κόμβων, προσκομίζοντας διαφάνεια. Καθώς όλα ρέουν ακατάπαυστα, ανθρώπινες πράξεις καταγράφονται, απεικονίζονται και προβάλλονται, συχνά αυθαίρετα, παραβιάζοντας την ιδιωτικότητα. Στη δημοκρατία, διαφάνεια και λογοδοσία αποτελούν αυταξίες.

Οι κυβερνήσεις υιοθετούν μέτρα διαφάνειας, λογοδοσίας και διαύγειας χρηστής διαχείρισης δημόσιων πόρων. Στη συγκρότηση του Διαδικτύου, ωστόσο, εντάχθηκε επιλεκτικά η μυστικότητα. Οταν ιδιωτικοποιήθηκε το αμερικανικό δημόσιο – στρατιωτικό Διαδίκτυο Arpanet, το οποίο σταδιακά μετεξελίχθηκε στο εμπορευματοποιημένο Διαδίκτυο που γνωρίζουμε, θεμελιώθηκε η ανωνυμία, στοχεύοντας στην προστασία κυρίαρχων δρώντων και διαχειριστών. Επιβλήθηκε η συνθήκη ανωνυμίας – ψευδωνυμίας και το απροσπέλαστο στη λειτουργία επιχειρήσεων και πλατφορμών, επιλογή που ασφαλώς αντίκειται στη διαφάνεια.

Για παρανομίες εντός και μέσω Διαδικτύου πληροφορηθήκαμε από εσωτερικούς πληροφοριοδότες (whistleblowers). Η διαδικτυακή ανωνυμία βαραίνει κυβερνήσεις και κυρίαρχους διαχειριστές, καθώς με ευθύνη τους συγκαλύφθηκαν παρανομίες «πρωταθλητών», ιδίως των εταιρειών GAFAM (Google, Amazon, Facebook, Apple, Microsoft) και απλών χρηστών. Επιδιώκοντας να κυριαρχήσουν στο παγκοσμιοποιημένο, ανταγωνιστικό περιβάλλον, ώστε να κερδοσκοπούν προνομιακά, πολλοί παίκτες εκτρέπονται. Ακόμη χειρότερα, κάποιοι εγκληματούν στρατηγικά, συστηματικά. Το προνόμιο της ανωνυμίας ευνόησε όσες αγοραίες δυνάμεις ανέλαβαν την εκμετάλλευση, «ελεγκτική ιδιοκτησία» και διαχείριση του Διαδικτύου, καθώς το επίκτητα εγγενές χαρακτηριστικό υποθάλπει το ρίσκο, προστατεύοντας εγκληματίες. Η ανθρωπότητα πληρώνει ποικιλοτρόπως εκείνη την πολιτικά δοτή ασυδοσία. Οι καταγγελίες διαφθοράς δεν έχουν τελειωμό. Κατακλυζόμαστε από τις αποκαλύψεις των Assange, Snowden, Ο’Reily, ποικιλώνυμων «Papers», με πρόσφατα τα Pandora, αλλά και παιδεραστιών και σωρείας βιασμών γυναικών.

Η έκθεση «IOCTA 2020» της Europol τεκμηριώνει ατράνταχτα την πελώριων διαστάσεων διαδικτυακή εγκληματικότητα και αποτελεί καταπέλτη. Προσκομίζει στοιχεία για πολλαπλά είδη ψηφιακών παρανομιών. Καταγράφει μια ζοφερή πραγματικότητα και ένα μέλλον δυσοίωνο. Αποσαφηνίζεται παράλληλα πως είναι αδύνατον να αντιμετωπιστούν τα τερατώδη μαζικά εγκλήματα με τις διαθέσιμες δυνάμεις αστυνόμευσης και δικαίου. Εξαιτίας της βάναυσα κερδοσκοπικής εμπορευματοποίησης του Διαδικτύου, σοβαρές βλάβες πλήττουν εκατομμύρια θυμάτων, ενώ η κοινωνία διαβρώνεται και εκφασίζεται.

Οι εγκληματικές εταιρείες σωματεμπορίας, πορνογραφίας, trafficking κ.ά. δελεάζουν και αποσπούν την προσοχή ενηλίκων και παιδιών με εφαρμογές ψυχολογικής καθήλωσης. Εγκλωβίζουν τα θύματά τους παγιδεύοντάς τα με τεχνάσματα τα οποία εκλύουν ορμόνες ευφορίας, ικανοποίησης και εθισμών, όπως η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη. Ανύποπτοι έφηβοι καθηλώνονται σε βάρβαρα κερδοσκοπικά περιβάλλοντα πορνογραφικοποίησης, σεξουαλικών και άλλων ικανοποιήσεων, ενώ δηλητηριάζονται σεξουαλικά, εθιζόμενοι να περιφρονούν «τη γυναίκα», εξωθούμενοι στον μισογυνισμό. Οι Αρχές, ενώ γνωρίζουν τις σωρευτικές παρανομίες και θυματοποιήσεις, συχνά αδυνατούν να παρέμβουν. «Αδρανούν» επειδή τα εγκλήματα έχουν εξωχώρια εκπόρευση και πλανητικές διαστάσεις, ενώ οι κυβερνητικές δικαιοδοσίες εκτείνονται μέχρι τα σύνορα. Το «παράδοξο» αδιέξοδο συνεπάγεται πως μόνο αυστηροί, παγκόσμια δεσμευτικοί νόμοι θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν την έκρυθμη, φευγαλέα διαδικτυακή εγκληματικότητα και τον υφέρποντα φασισμό, αφού το κράτος δικαίου «εθνικής εμβέλειας» κηρύσσεται συχνά ανίσχυρο. Διακυβεύονται, συνεπώς, ζωτικά συμφέροντα, ζωής και ασφάλειας, καθώς και η ελευθερία πολιτικών επιλογών.

Η διαβόητη συμπαιγνία Cambridge Analytica και Facebook του 2016 στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ και στο βρετανικό δημοψήφισμα για παραμονή ή μη στην ΕΕ (Brexit) έπληξε ακριβώς την ελευθερία επιλογών εκατομμυρίων εκλογέων αμφίπλευρα του Ατλαντικού. Από τις δημόσιες απολογίες του Mark Zuckerberg στο Κογκρέσο και στη Βουλή των Κοινοτήτων και ερευνητικά πορίσματα μάθαμε πώς μεθόδευαν την κατάλυση θεμελιωδών δημοκρατικών ελευθεριών. Φωτίστηκε η μικροφυσική αλγορίθμων άσκησης εξατομικευμένης χειραγώγησης και εκφοβισμών ώστε τα θύματα να καθίστανται καχύποπτα, φοβικά, ευάλωτα και ελέγξιμα βάσει προσωπικών βάσεων δεδομένων που οι εταιρείες συσσωρεύουν χτίζοντας κοινωνικά προφίλ. Φέρ’ ειπείν: πόσο επιρρεπείς είμαστε σε ποιες έξεις;

Μετά το έγκλημα Cambrdidge Analytica – Facebook, απολογούμενος ο Zuckerberg καλούσε τις κυβερνήσεις να ρυθμίσουν το πεδίο ώστε να παύσουν οι παραβιάσεις. Ωστόσο, παρότι δημόσια διαπομπευόμενος ως υπαίτιος, υποτροπιάζει ασύστολα. Η μηχανικός της Facebook Frances Haugen αποκαλύπτει πρακτικές που σακατεύουν ψυχικά ανυπεράσπιστα παιδιά για εκμετάλλευση. Το πρώην στέλεχος εξήγησε πώς οι αλγόριθμοι εφαρμόζονται συστηματικά, αποκλειστικά προς άγρα κερδών. Εκατομμύρια ανήλικα παιδιά, που δεν πρόφτασαν να αναπτύξουν στοιχειώδεις κριτικές ικανότητες αυτοπροστασίας, θυματοποιούνται. Καθηλώνονται σε εκμεταλλευτικές παγίδες. Γιατί καλούσε τις κυβερνήσεις να ρυθμίσουν τα ΜΚΔ, λοιπόν, ο Zuckerberg; Και πώς να τα ρυθμίσουν κυβερνήσεις όπως του Τραμπ, αφού τα αξιοποίησαν στην «έφοδο του Καπιτωλίου» την 6η Ιανουαρίου 2021; Γενικά, αυταρχικοί κυβερνώντες ευνοούν το διαδικτυακό χάος, ενώ συμμετέχουν σε συμπαιγνίες με ΜΚΔ, προσβλέποντας σε πολιτικά οφέλη.

Το βέβαιο είναι πως μεμονωμένα τα κράτη δεν επαρκούν για να ελέγξουν την αχανή, χαώδη επικράτεια του Διαδικτύου. Αδυνατούν να ρυθμίσουν ένα πεδίο φύσει πλανητικών διαστάσεων και να εγγυηθούν ασφάλεια και ευημερία. Οπως αναλύω στο άρθρο «Προς μια ψηφιακή κοινωνία πολιτών: ψηφιακή ηθική μέσω επικοινωνιακής εκπαίδευσης» («Toward a digital civil society: digital ethics through communication education», JICES, 2021), το Διαδίκτυο ως έχει είναι εγγενώς επιρρεπές στην εγκληματικότητα. Το χάος της ανομίας μπορεί να θεραπευθεί πλέον με τετραμερή παγκόσμια συνέργεια: υπερκρατικής, κρατικής ρύθμισης, αυτορρύθμισης επιχειρήσεων Διαδικτύου και αυτορρύθμισης ατομικών χρηστών. Για να καταστεί εφικτή η υπεύθυνη αλληλόδραση πολιτών, είναι απαραίτητα μαθήματα ψηφιακής συλλειτουργίας και επικοινωνίας, που απουσιάζουν παντελώς. Οπως με τους ζωτικούς κινδύνους της κλιματικής κρίσης, έτσι και στο ρευστό χάος της διαδικτυακής ανομίας τα οικουμενικά αδιέξοδα μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο συνολικά, σε παγκόσμιο επίπεδο.

*Η κυρία Σοφία Καϊτατζή-Γουίτλοκ είναι καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης και Πολιτικής Επικοινωνίας, Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.