Οι νέες τεχνολογίες βρήκαν πεδίο δόξης λαμπρό στις απολύτως δυσμενείς υγειονομικές συνθήκες της πανδημίας.

Τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης δημιούργησαν νέες ανάγκες, επιτρέποντας την ταχεία ανάπτυξη παγκοσμίως νέων, εξαιρετικά δημοφιλών υπηρεσιών, ιδιαιτέρως στον ευρύ κύκλο των ταχυμεταφορών.

Οι πολίτες μένοντας αποκλεισμένοι στα σπίτια τους χρειάστηκε να αναζητήσουν τρόπους κάλυψης του πλήθους των καταναλωτικών αναγκών τους. Και οι εμπορικές επιχειρήσεις με τη σειρά τους, από τις μεγάλες αλυσίδες μέχρι τα μικρότερα καταστήματα, έσπευσαν να τις καλύψουν, προσφέροντας δυνατότητες αγορών από απόσταση και αναλαμβάνοντας τη μεταφορά των αγαθών στο σπίτι.

Το «πάντρεμα» των νέων τεχνολογιών με τις παραδοσιακές δουλειές του ποδαριού ανέλαβαν νεοσύστατες επιχειρήσεις, οι οποίες διέθεταν μεν τις τεχνολογικές δυνατότητες για τη συγκρότηση των νεωτερικών ηλεκτρονικών πλατφορμών διαμεσολάβησης των αγορών, αλλά χωρίς καμία αίσθηση κοινωνικότητας για το χαμηλής εξειδίκευσης, απολύτως επικίνδυνο στις αστικές κυκλοφοριακές συνθήκες μεταφορικό έργο.

Εκμεταλλεύθηκαν στον μέγιστο βαθμό την υψηλή ανεργία των νέων και έστησαν γρήγορα έναν μηχανισμό ταχυμεταφορών, χωρίς ίδια μέσα και ασφάλεια, με το ελάχιστο δυνατό κόστος.

Σε λίγους μήνες συγκροτήθηκε και στη χώρα μας ένας στρατός χιλιάδων «delivery boys» που διέτρεχε και διατρέχει δαιμονιωδώς με ένα «παπί» τους δρόμους των πόλεων μεταφέροντας τα πάντα, από καφέδες και έτοιμο φαγητό μέχρι ρούχα, παπούτσια, συσκευές και οτιδήποτε άλλο, είτε βρέχει είτε χιονίζει είτε καίγεται ο τόπος.

Οι αμοιβές παρά ταύτα, με το επιχείρημα των φιλοδωρημάτων, ελαχιστότατες, αλλά οι απαιτήσεις για ταχύτητα και όσο γίνεται περισσότερα δρομολόγια πρωτοφανείς.

Και η συμπεριφορά βεβαίως, στο όνομα της ευελιξίας και της ταχύτητας, άθλια και οι αναιτιολόγητες, δι’ ασήμαντον αφορμήν, απολύσεις στην ημερήσια διάταξη, όπως συνήθως συμβαίνει στις αναδυόμενες, μη θεσμοποιημένες, νέες αγορές.

Τα περιστατικά εργοδοτικής αυθαιρεσίας, συνοδευόμενα σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και από βία, περισσεύουν, προκαλώντας αλγεινή εντύπωση.

Κοινή είναι η πεποίθηση ότι οι νεοσύστατες εταιρείες δεν τηρούν, ούτε κατ’ ελάχιστον, την εργατική νομοθεσία, δεν προνοούν για την ασφάλεια των μεταφορέων, τους αντιμετωπίζουν ως αναλώσιμο προσωπικό, ως εργαζομένους β’ διαλογής, μη αναγνωρίζοντας ούτε την επικινδυνότητα του έργου.

Με τον καιρό ο εντεινόμενος ανταγωνισμός και η δίψα για υπερκέρδη επέτειναν τα φαινόμενα αυθαιρεσίας.

Οι νεόκοποι εργοδότες απαίτησαν πλήρη ευελιξία, θέλησαν να μετατρέψουν σε ελευθεροεπαγγελματική μια τυπική σχέση μισθωτής εργασίας και βεβαίως να αποποιηθούν κάθε υποχρέωση και δέσμευση που πηγάζει από την εργατική νομοθεσία.

Πρόσφατο είναι το παράδειγμα της efood, η οποία με τον απροσχημάτιστο εκβιασμό της απέναντι στους εργαζομένους ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, εξοργίζοντας τους πάντες, των καταναλωτών συμπεριλαμβανομένων. Η αντίδραση των πολιτών επέβαλε την πλήρη αναδίπλωση της εταιρείας, η οποία αναγκάστηκε να μετατρέψει όλες τις συμβάσεις σε αορίστου χρόνου.

Κατέστη έτσι φανερό ότι δεν μπορούν να γίνουν ανεκτά καθεστώτα εργασιακού μεσαίωνα, χωρίς κανόνες και ανάληψη υποτυπωδών υποχρεώσεων από την πλευρά των εργοδοτών.

Γιατί απλούστατα τέτοιες συμπεριφορές κλονίζουν την κοινωνική συνοχή και υπονομεύουν την κοινωνική ειρήνη.

Η εργασία επιβάλλεται να βρει τη θέση και την αξία που της αρμόζουν.

Πολύ περισσότερο όταν την τελευταία δεκαετία η εργασία είναι εμφανώς υποτιμημένη και οι ανισότητες τείνουν να διευρυνθούν.

Ας γνωρίζουν λοιπόν και οι νεόκοποι εργοδότες ότι χωρίς συμμάχους και συμμετόχους τους εργαζομένους δεν υπάρχει πρόοδος, ούτε ανάκαμψη, παρά ανώφελες εντάσεις και αποδιοργανωτικές συγκρούσεις.

ΤΟ ΒΗΜΑ