Στις 25 Ιανουαρίου 2021 έλαβε χώρα ο 61ος γύρος των διερευνητικών επαφών της Ελλάδος με την Τουρκία στην Κωνσταντινούπολη. Οπως έχει πολλάκις τονίσει η ελληνική πλευρά, εφόσον δεν καρποφορήσουν οι επαφές σχετικά με την επίτευξη συμφωνίας οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ των δύο κρατών, στο τέλος του δρόμου βρίσκεται η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Ως γνωστόν, τα δύο μέρη εκκινούν από εκ διαμέτρου αντίθετες αφετηρίες ως προς το ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ τους, με την Ελλάδα να υποστηρίζει ότι η μόνη εκκρεμής διαφορά είναι η οριοθέτηση των ως άνω θαλασσίων ζωνών, και με την Τουρκία να επιθυμεί να διευρύνει σημαντικά την ατζέντα των συζητήσεων.

Ας υποτεθεί ότι η Ελλάδα πείθει την Τουρκία να προσφύγουν από κοινού στη Χάγη για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, ανακύπτει, μεταξύ άλλων, το ερώτημα ποιο θα είναι το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης της Ελλάδος στην προς οριοθέτηση περιοχή, ζήτημα καθ’ όλα επίκαιρο, λόγω και της πολύ πρόσφατης αντίστοιχης επέκτασης της αιγιαλίτιδας στο Ιόνιο Πέλαγος.

Κατ’ αρχάς, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το δικαίωμα της Ελλάδος να επεκτείνει μονομερώς την αιγιαλίτιδα ζώνη της έως τα 12 ναυτικά μίλια είναι αδιαμφισβήτητο στο γενικό Διεθνές Δίκαιο, όπως αποτυπώνεται στο άρθρο 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (Σύμβαση ΔΘ) (βλ. ΔΔΧ, Νικαράγουα-Κολομβία, 2012). Πράγματι, η Ελλάς δικαιούται να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της οποτεδήποτε και οπουδήποτε η ίδια επιθυμεί. Η τμηματική επέκτασή της δε, αρχικά στο Ιόνιο, και αργότερα στην υπόλοιπη επικράτεια, είναι απολύτως νόμιμη και σε καμία περίπτωση δεν δύναται να ληφθεί ως παραίτηση από το αντίστοιχο δικαίωμα σε άλλα τμήματα της ελληνικής επικράτειας.

Σχετικά με την προσφυγή στη Χάγη τώρα, εφόσον αυτή αφορά αποκλειστικά  υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ, υφίστανται οι εξής δύο εκδοχές:

Μια πρώτη εκδοχή είναι να προβεί η Ελλάδα, όπως ενδεχομένως και η Τουρκία στο Αιγαίο, σε επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης σε 12 ν.μ. πριν από την προσφυγή. Σημειωτέον, αυτό έπραξαν το Κατάρ και το Μπαχρέιν, το 1992 και το 1993 αντίστοιχα, εν όψει της εκδίκασης της διαφοράς τους από το Διεθνές Δικαστήριο. Σε αυτή την περίπτωση, τα μέρη θα έχουν διεκδικήσει το μέγιστο των θαλάσσιων αξιώσεών τους, ήτοι θα έχουν μονομερώς θεσπίσει τη μέγιστη δυνατή αιγιαλίτιδα ζώνη και θα καλούν το Δικαστήριο να αποφανθεί επί των αλληλεπικαλυπτόμενων αξιώσεών τους σε υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Εν τω μεταξύ, εφόσον με την επέκταση στα 12 ν.μ. υπάρχει αλληλοεπικάλυψη και αιγιαλίτιδας ζώνης, τότε θεωρητικά θα μπορούσε να ζητηθεί η χάραξη ενιαίου θαλασσίου ορίου, ήτοι και αιγιαλίτιδας ζώνης και υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, όπως είθισται τελευταία στη νομολογία (βλ. Γκάνα – Ακτή Ελεφαντοστού, 2017 ή Κόστα Ρίκα – Νικαράγουα, 2018) και όπως ενδεχομένως γίνει και με την Αλβανία στη Χάγη.

Μια δεύτερη εκδοχή – και πιο ρεαλιστική – είναι ότι η Τουρκία δεν θα αποδεχθεί οποιαδήποτε πρότερη επέκταση, και άρα η προσφυγή στη Χάγη να πρέπει να γίνει με βάση τα σημερινά δεδομένα, ήτοι τα 6 ν.μ. Σε αυτή την περίπτωση, πολύ πιθανώς το Δικαστήριο, λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι η αιγιαλίτιδα ζώνη των κρατών είναι εκείνη που έχουν μονομερώς και νομίμως προσδιορίσει (στο Διεθνές Δίκαιο δεν υφίσταται εν δυνάμει αιγαλίτιδα ζώνη), να θεωρήσει κάθε περιοχή πέραν των 6 ν.μ. ως αποκλειστικά περιοχή υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ και να τις οριοθετήσει οριστικά και αμετάκλητα. Ετσι, υφίσταται ο κίνδυνος η Ελλάδα να περιοριστεί στα 6 ν.μ. αιγιαλίτιδας ζώνης, ιδίως στις περιοχές εκείνες που το Δικαστήριο αποδώσει στην Τουρκία ως περιοχές υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ της. Οποιαδήποτε μεταγενέστερη μονομερής επέκταση του εύρους της αιγιαλίτιδας ζώνης στις περιοχές θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παραβίαση της απόφασης του Δικαστηρίου και άρα και της ίδιας της ειδικής συμφωνίας (συνυποσχετικού).

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ουδέποτε το Διεθνές Δικαστήριο έχει εκδικάσει διαφορά υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, στην οποία το εξωτερικό όριο της αιγιαλίτιδας ζώνης των μερών δεν εκτεινόταν στα 12 ν.μ. Πράγματι, ενώ συχνά έχει χαράξει οριοθετική γραμμή μεταξύ υφαλοκρηπίδας ενός κράτους και αιγιαλίτιδας ζώνης άλλου κράτους (π.χ. Νικαράγουα – Ονδούρα, 2007 και Νικαράγουα – Κολομβία, 2012), πάντοτε η αιγιαλίτιδα ζώνη ήταν 12 ν.μ.

Ως εναλλακτικές λύσεις, εφόσον δεν γίνει επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης πριν από την  προσφυγή και υπό την αίρεση της αποδοχής τους από την Τουρκία, προτείνονται οι εξής:

– Πρώτον, να ζητηθεί από το Δικαστήριο να προσδιορίσει ένα θαλάσσιο όριο πολλαπλών χρήσεων, δηλαδή ένα όριο για όλες τις θαλάσσιες ζώνες, είτε υφιστάμενων (αιγιαλίτιδα ζώνη, υφαλοκρηπίδα) είτε μελλοντικών (συνορεύουσα ζώνη και ΑΟΖ), σημειώνοντας ότι η Ελλάδα αξιώνει 12 ν.μ. αιγιαλίτιδα ζώνη.

Δεύτερον, να συμπεριληφθεί στην ειδική συμφωνία μια «επιφύλαξη» (savings clause) ότι η Ελλάδα διατηρεί το δικαίωμα να ασκήσει στο μέλλον όλα τα δικαιώματά της που απορρέουν από τη Σύμβαση ΔΘ και το εθιμικό δίκαιο εντός των θαλασσίων περιοχών που θα της αποδοθούν από το Δικαστήριο, εννοώντας και τη μελλοντική μονομερής επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης της.

Αναμφίβολα, η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης είναι από τα πιο δύσβατα σημεία στον μακρύ δρόμο μας προς το Διεθνές Δικαστήριο.

Ο κ. Ευθύμιος Δ. Παπασταυρίδης είναι ερευνητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και επιστημονικός συνεργάτης της Ακαδημίας Αθηνών.