Το σχέδιο Πισσαρίδη έχει πολλές αναλύσεις και ιδέες, ωστόσο έχει και παραλείψεις σε κρίσιμα θέματα ενώ του λείπει το επιχειρησιακό πολιτικό σχέδιο, τονίζει στη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» ο Νίκος Χριστοδουλάκης. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών εγείρει ενστάσεις σε αρκετά σημεία του σχεδίου, όπως αυτά που αφορούν τη φορολόγηση φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων. «Μέτρησα 14 ιδέες για φορολογικά κίνητρα κάθε είδους, όμως δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά στη φορολογία μεγάλου πλούτου» αναφέρει χαρακτηριστικά. Για τα εργασιακά ο κ. Χριστοδουλάκης τονίζει, «ευελιξία μεν» για την αγορά εργασίας, «αλλά με μπόνους για τον εργαζόμενο ώστε να το σκεφτεί θετικά και όχι ως λύση απελπισίας». Για το ασφαλιστικό επισημαίνει ότι το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, το οποίο προωθεί η κυβέρνηση, «χρειάζεται μόνο στην επικουρική ασφάλιση και μάλιστα με δημόσια εποπτεία». Τέλος, υπογραμμίζει ότι το πολιτικό σύστημα θα πρέπει να παραδεχθεί «χρόνιες αδυναμίες και πελατειακά κίνητρα που συχνά καθορίζουν τις επιλογές μας» και να συμφωνήσει «σε μερικούς βασικούς άξονες για την ανόρθωση της χώρας, περίπου όπως το έκαναν άλλες ευρωπαϊκές χώρες μετά τον πόλεμο».

Τελικά τι είναι το σχέδιο Πισσαρίδη; Ενα νέο μνημόνιο, όπως υποστηρίζει η αντιπολίτευση ή μια αξιόλογη βάση για μια συστηματική προσπάθεια εξόδου από την κρίση, όπως υπογράμμισε ο Κώστας Σημίτης;

«Ούτε μνημόνιο είναι που θα μας στείλει στο δημοσιονομικό κολαστήριο, ούτε Ευαγγέλιο για να μας πάει εξπρές στον παράδεισο της ευημερίας. Εχει πολλές αναλύσεις και ιδέες αλλά και σημαντικές παραλείψεις, ορισμένες μάλιστα σε κρίσιμα θέματα. Λείπει το επιχειρησιακό πολιτικό σχέδιο. Είναι σαν τους γεωφυσικούς χάρτες που δείχνουν τη μορφολογία του εδάφους, όχι όμως και τους δρόμους που σε πάνε από το σημερινό σημείο στο επιθυμητό».

Το Κίνημα Αλλαγής υποστηρίζει ότι το σχέδιο κινείται σε συντηρητική κατεύθυνση και δεν αποτελεί ολοκληρωμένο σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την αξιοποίηση των πόρων που Ταμείου Ανάκαμψης.

«Ολοκληρωμένο δεν είναι σίγουρα. Για παράδειγμα, ενώ η φορολογία εισοδήματος θεωρείται κλειδί της ανάπτυξης, αναφέρονται μόνο γενικές κατευθύνσεις χωρίς νούμερα και εξειδίκευση. Αντιφάσκει και με τα εργαλεία πολιτικής: ενώ στη σελίδα 12 προτείνει την ενσωμάτωση εισοδημάτων σε ενιαία κλίμακα ανεξαρτήτως πηγής, στην επόμενη ζητά φορολογικά κίνητρα για την επένδυση των νοικοκυριών σε μετοχές, δηλαδή αυτόνομη φορολογία στα μερίσματα. Μέτρησα 14 ιδέες για φορολογικά κίνητρα κάθε είδους, από την ενέργεια και τα πολιτιστικά έως την έρευνα και το πρόγραμμα «εξοικονομώ». Ομως δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά στη φορολογία μεγάλου πλούτου και δεσπόζουσας θέσης στην αγορά, αν και το θέμα βρίσκεται στο επίκεντρο σε Ευρώπη και Αμερική».

Ποια είναι τα βασικά σημεία που διαφοροποιούν τη δική σας πρόταση για το Ταμείο Ανάκαμψης και της προσδίδουν προοδευτικό πρόσημο;

«Κορυφαία προϋπόθεση για μας είναι η ανόρθωση της εγχώριας βιομηχανίας με ένα κύμα παραγωγικών επενδύσεων γιατί μόνο έτσι θωρακίζεται η οικονομία έναντι διαταραχών και διασφαλίζεται η μαζική απασχόληση. Το σχέδιο του Ταμείου που δόθηκε για διαβούλευση παρουσιάζει τη μετάβαση από τον λιγνίτη στις ανανεώσιμες σαν μια απέραντη εγκατάσταση νέου εξοπλισμού, χωρίς λέξη για το πώς μπορεί να οργανωθεί η παραγωγή του στην Ελλάδα. Αρα προφανώς θα γίνει με αθρόες εισαγωγές που θα στείλουν το εξωτερικό ισοζύγιο στα τάρταρα. Το ίδιο γίνεται και με την ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων ή τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα που θα αγοράσουμε πάλι ως χώρα-καταναλωτής. Η πρόκληση όμως είναι να παράγουμε και εμείς κάποια τέτοια μηχανήματα, μπαταρίες, ακόμα και ρομπότ ή δρόμωνες. Ετσι θα ενισχύσουμε και την αμυντική βιομηχανία για να έχουμε μια σοβαρή δύναμη αποτροπής τα επόμενα χρόνια».

Το σχέδιο Πισσαρίδη προτείνει ένα μείγμα ευέλικτης αγοράς εργασίας και ισχυρού κοινωνικού κράτους; Σας βρίσκει σύμφωνους αυτή η πρόταση ή θεωρείτε ότι κρύβει έναν «εργασιακό μεσαίωνα»;

«Εργασιακός μεσαίωνας είναι η μακρά ανεργία για τον νέο που μέχρι τα 30 του δεν βρίσκει δουλειά, για τον πενηντάρη που του λείπουν χίλια ένσημα και δεν τον προσλαμβάνει κανείς και για τη γυναίκα που δεν τη θέλουν γιατί κάνει παιδιά, αλλά και όταν δεν κάνει, πάλι της φωνάζουν γιατί ρημάζει η χώρα. Και οι τρεις αυτές κατηγορίες θα έβρισκαν ευκολότερα δουλειά με ένα πιο ευέλικτο πλαίσιο. Σε αυτόν τον τομέα πήρε το Νομπέλ ο Πισσαρίδης και η τεχνογνωσία του είναι πολύτιμη. Θα έπρεπε πάντως η Εκθεση να προτείνει κίνητρα για την ευέλικτη εργασία, όπως αναλογικά μεγαλύτερη αμοιβή, λιγότερες εισφορές και δυσκολότερη απόλυση. Ευελιξία μεν, αλλά με μπόνους για τον εργαζόμενο ώστε να το σκεφτεί θετικά και όχι ως λύση απελπισίας».

Στο ασφαλιστικό η κυβέρνηση προωθεί το κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Ποια είναι η δική σας θέση;

«Χρειάζεται μόνο στην επικουρική ασφάλιση και μάλιστα με δημόσια εποπτεία, σταδιακά και στο ενδιάμεσο κάλυψη των ελλειμμάτων από το κράτος. Αν και τα επικουρικά ταμεία ιδρύθηκαν για να ενισχύσουν κυρίως τις χαμηλές συντάξεις, σήμερα που βασίζονται μόνο στις εισφορές των εργαζομένων ευνοούν τους προνομιούχους που στο παρελθόν είχαν αποσπάσει μεγάλες επικουρικές και γι’ αυτό τώρα διαμαρτύρονται. Με το κεφαλαιοποιητικό καθένας τουλάχιστον θα συμπληρώνει τη σύνταξή του με αυτό που εισέφερε. Η κύρια σύνταξη πρέπει προφανώς να μείνει αναδιανεμητική, με δημόσια διαχείριση και προπάντων με ισότιμους κανόνες ασφάλισης και αναπλήρωσης για όλους. Δεν μπορεί ο ένας σε ΔΕΚΟ να βγαίνει στα 55, ενώ ο συνάδελφός του στο εργοστάσιο στα 67 και να παίρνουν περίπου την ίδια σύνταξη, ίσως ο πρώτος και μεγαλύτερη».

Διαθέτει η κυβέρνηση τη βούληση και το πολιτικό κεφάλαιο να αλλάξει δομές και νοοτροπίες χρόνων;

«Ας αλλάξει πρώτα τις δικές της δομές και νοοτροπίες και βλέπουμε. Τον περασμένο Ιούλιο η σημερινή κυβέρνηση κατέβασε τα όρια συνταξιοδότησης στα 55 χρόνια, προκαλώντας νέα αιμορραγία στο ασφαλιστικό και μάλιστα τη στιγμή που η ανεργία έβαινε εκρηκτική λόγω πανδημίας. Η κυβέρνηση καμάρωνε ότι στις πανελλήνιες μπήκαν σχεδόν όλοι που έδωσαν, και ας είχαν βαθμούς που θύμιζαν πολικές θερμοκρασίες. Η ίδια ήταν που απάλλαξε στελέχη της αυτοδιοίκησης και πολλούς άλλους από διαπιστωμένες καταχρήσεις, ενθαρρύνοντας μελλοντικούς μιμητές. Κάτι λέει η Εκθεση Πισσαρίδη για την κουλτούρα άρνησης υποχρεώσεων, αλλά ένας συχνός χορηγός της είναι η κυβέρνηση».

Αρα πρέπει να επιδιώξει ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις, αλλά έχει συνολικά το πολιτικό σύστημα τα κότσια να προχωρήσει σε αυτές τις αλλαγές;

«Δεν λέω ότι τα άλλα κόμματα είναι σταυροφόροι των μεταρρυθμίσεων, αλλά ούτε και οι κυβερνώντες είναι αρχάγγελοι. Ολοι πρέπει να παραδεχτούμε χρόνιες αδυναμίες και πελατειακά κίνητρα που συχνά καθορίζουν τις επιλογές μας. Τώρα όμως επείγει να συμφωνήσουμε σε μερικούς βασικούς άξονες για την ανόρθωση της χώρας, περίπου όπως το έκαναν άλλες ευρωπαϊκές χώρες μετά τον πόλεμο. Μετά θα ξαναγυρίσουμε στο εθνικό σπορ του διχαστικού λόγου που τόσο θα ταιριάζει με τους δύο αιώνες παλιγγενεσίας».

Η πανδημία, κατά κοινή εκτίμηση, ανέδειξε τη σημασία που έχουν οι δημόσιες δομές αλλά και οι κρατικές δαπάνες σε περιόδους κρίσης. Υπήρξε, τελικά, θύμα του ιού ο νεοφιλελευθερισμός;

«Η ιδεοληψία ότι όλα τα λύνουν οι αγορές έχει ήδη ηττηθεί με την κρίση του 2008. Μετά καμία σοβαρή χώρα δεν ακολούθησε νεοφιλελεύθερη πολιτική, με εξαίρεση όπου εφαρμόστηκαν μνημόνια. Η Ελλάδα μάλιστα είχε τρία, ένα για κάθε κόμμα που κυβέρνησε την προηγούμενη δεκαετία και είναι περίεργο που τώρα το ένα κατηγορεί το άλλο για νεοφιλελευθερισμό. Οπως περιγράφει και η Εκθεση Πισσαρίδη (σελ. 115), η προσαρμογή στην Ελλάδα βασίστηκε κυρίως στην άγρια περικοπή των επενδύσεων που διέλυσε τις υποδομές της χώρας και στην υπέρογκη αύξηση των έμμεσων φόρων που γονάτισε τα νοικοκυριά. Η πανδημία επιδείνωσε ραγδαία και τα δύο φαινόμενα. Γι’ αυτό σήμερα χρειάζονται δημόσιες επενδύσεις για την ενίσχυση των κοινωνικών και παραγωγικών υποδομών, καθώς και ένα πρόγραμμα στήριξης των εργαζομένων και των φτωχών νοικοκυριών. Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι μια μεγάλη ευκαιρία, αρκεί να το δούμε σοβαρά και όχι ως κομματικό λάφυρο που το διοικεί μια κλειστή ομάδα».