Το δεύτερο πανδημικό κύμα παρατείνει και ενισχύσει την εξελισσόμενη υγειονομική κρίση, διατηρώντας τις αβεβαιότητες στην παγκόσμια και ελληνική οικονομία.

Σε όλο τον κόσμο παρατηρείται επιδείνωση των υγειονομικών συνθηκών και ουδείς πλέον αμφιβάλλει ότι βιώνουμε μια νέα περίοδο έξαρσης της πανδημίας.

Τα κρούσματα αυξάνονται με ταχύτητα παντού στην Ευρώπη, από το Λονδίνο και το Παρίσι μέχρι τη Μαδρίτη και την Αθήνα.

Τάση που διατηρείται ισχυρή από τα τέλη του περασμένου Αυγούστου. Η φθινοπωρινή επέλαση του κορωνοϊού είναι δεδομένη, δεν αμφισβητείται πλέον από κανέναν, με αποτέλεσμα να επιτείνει τις ανησυχίες για τις συνθήκες που θα επικρατήσουν τον προσεχή χειμώνα.

Γεγονός που θέτει υπό αίρεση και αμφισβήτηση τις μέχρι σήμερα προγνώσεις, ιδιαιτέρως τις ευνοϊκότερες των Βρυξελλών, οι οποίες επηρεάστηκαν από τις ισχυρές τάσεις διόρθωσης των λιανικών πωλήσεων και της βιομηχανικής παραγωγής στη διάρκεια του καλοκαιριού.

Αυτοί οι πρόδρομοι δείκτες είχαν οδηγήσει και σε προγνώσεις για περιορισμό της ύφεσης στο 8% για την Ευρώπη και στο 7,5% για την Ελλάδα, υπό τον όρο πάντα ότι δεν θα επιδεινώνονταν οι υγειονομικές συνθήκες. Βάσει των παραπάνω προβλέψεων οι ευρωπαίοι αναλυτές εκτιμούσαν ότι στον βαθμό που δεν θα εκδηλωνόταν ένα ισχυρό δεύτερο πανδημικό κύμα, η ελληνική οικονομία θα μπορούσε να επιτύχει ανάκαμψη της τάξης του 5% στη διάρκεια του 2021.

Τα νέα υγειονομικά δεδομένα ωστόσο θέτουν ευθέως υπό αμφισβήτηση τις όποιες θετικές εκτιμήσεις της προηγούμενης περιόδου. Πλέον τα πάντα φαντάζουν εντελώς αβέβαια, τουλάχιστον για τους επόμενους έξι μήνες. Κατά τα φαινόμενα, πια οι οικονομικές συνθήκες θα τελούν, τουλάχιστον μέχρι την άνοιξη του 2021, υπό το βάρος και την επίδραση της διάδοσης του κορωνοϊού. Και από εκεί και πέρα όλα θα εξαρτηθούν από την πρόοδο που θα έχει υπάρξει στην εξεύρεση ενός αποτελεσματικού εμβολίου ή κατάλληλων και ικανών φαρμάκων να αναστείλουν ή έστω να αμβλύνουν τις συνέπειες της νόσου. Τα εμπόδια δε που αντιμετωπίζουν οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες στο πεδίο των δοκιμών και ιδιαιτέρως στον έλεγχο των παρενεργειών δεν επιτρέπουν μεγάλη αισιοδοξία. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ελληνική οικονομία και η κοινωνία δεν πρόκειται να έχουν στη διάθεσή τους ένα αποτελεσματικό εμβόλιο ή ένα αξιόπιστο φάρμακο στους επόμενους μήνες, παρά θα είναι υποχρεωμένες να μοχθούν παλεύοντας με μια ασύμμετρη και αόρατη απειλή. Από την ένταση και την έκταση του φαινομένου και από τους περιορισμούς που η διάδοσή του κορωνοϊού επιβάλλει σε κάθε φάση, θα εξαρτηθεί και η πορεία της οικονομικής δραστηριότητας. Κοινή είναι η πεποίθηση πάντως ότι ο πανδημικός παράγων δεν θα χαθεί μονομιάς, η απειλή θα διατηρηθεί για αρκετό διάστημα ακόμη. Δεν είναι απίθανο σε τυχόν ανεξέλεγκτη πορεία της πανδημίας οι οικονομικές συνθήκες να επιδεινωθούν ραγδαία, με αποτέλεσμα να μην επιβεβαιωθούν οι προγνώσεις της ταχείας ανάπτυξης, παρά να επικρατήσει καθεστώς οικονομικής στασιμότητας, με ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 1,5% στη διάρκεια του 2021.

Στην κυβέρνηση και στις τράπεζες παρακολουθούν στην κυριολεξία με κομμένη την ανάσα την εξέλιξη της πανδημίας και δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναγνωρίζουν την ανάγκη ταχείας προσαρμογής της οικονομικής πολιτικής στις ξεχωριστές υγειονομικές και οικονομικές συνθήκες.

Ακόμη και ο άλλοτε συντηρητικός και ούλτρα φιλελεύθερος διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας σημειώνει την ανάγκη ευελιξίας και υιοθέτησης πιο δυναμικών πολιτικών για άμβλυνση των υφεσιακών συνθηκών. Θα προτιμούσε πιο άνετη δημοσιονομική πολιτική, ταχύτερη και απλουστευμένη χρήση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, ώστε να ελεγχθούν οι συνέπειες της υγειονομικής κρίσης στην οικονομία και να μη βυθιστεί η ελληνική οικονομία σε καθεστώς στασιμότητας. Οπως και διεκδικεί χαλαρότερους ελέγχους από τον SSM για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες ακόμη και σε αυτές τις ιδιαίτερες οικονομικές συνθήκες καταδιώκονται από αυστηρά σχήματα εποπτείας και απειλές τεχνητής κατάρρευσης, στην περίπτωση που δεν περιοριστούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Η Τράπεζα της Ελλάδος θεωρεί ότι και η διαχείριση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες στην παρούσα φάση απαιτεί ευελιξία και χρόνο μέχρι να ξεπεραστούν οι έκτακτες συνθήκες της υγειονομικής κρίσης. Γι’ αυτό και ο κ. Στουρνάρας επιμένει στη συγκρότηση μιας εθνικής, εγχώριας δηλαδή, Βad Bank, η οποία θα απορροφήσει όλα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που δεν θα καλυφθούν από την εγγυοδοσία του «Ηρακλή», του σχεδίου δηλαδή που ευνοεί τις τιτλοποιήσεις και την πώληση μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οσα λοιπόν δεν καλυφθούν υπό την ομπρέλα του «Ηρακλή», θα μπορούν να περιέλθουν στην ενεργό διαχείριση της επερχόμενης Bad Bank.

Κατά το σχέδιο του κ. Στουρνάρα, που θα παρουσιαστεί στα τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου στην κυβέρνηση και στις ευρωπαϊκές αρχές, οι ζημιές που θα προκύπτουν για τις τράπεζες από τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα μπορούν να καλυφθούν σταδιακά σε μια πενταετία και έτσι να αμβλυνθεί στον χρόνο το βάρος των όποιων υποχρεώσεων.

Οπως και να έχει, η πανδημία, στον βαθμό που δεν ελέγχεται, συσσωρεύει επιπρόσθετους οικονομικούς κινδύνους, οι οποίοι δεν αντιμετωπίζονται με τα συνήθη εργαλεία της τρέχουσας οικονομικής πολιτικής. Χρειάζεται άλλο πνεύμα και ευφάνταστα εργαλεία από τους χειριστές της, έξω και μακριά από τους τυπικούς περιορισμούς των κανονικών περιόδων. Η εποχή είναι γεμάτη ασυμμετρίες και οι συνθήκες απολύτως αβέβαιες που επιβάλλουν αναθεωρήσεις και αναπροσανατολισμούς, πέρα από δόγματα και ιδεοληψίες.