Στα ελληνοτουρκικά πολλές φορές φερόμαστε ως εάν υπάρχει κάποιος άλλος που θα καθαρίσει για εμάς.
Για άλλους είναι η Αμερική, για άλλους η Ευρώπη και για κάποιους άλλους στο παρελθόν ήταν και η ΕΣΣΔ, ενώ διάφοροι επενδύουν στην πιο πρόσφατη συμπόρευση με το Ισραήλ και την Αίγυπτο.
Μόνο που όση σημασία και εάν έχει το διεθνές περιβάλλον και οι συμμαχίες, στο τέλος το ερώτημα είναι πώς θα διαπραγματευτούν η Ελλάδα και η Τουρκία.
Γιατί –κακά τα ψέματα– οι δύο χώρες είναι καταδικασμένες να συνυπάρχουν και να γειτονεύουν.
Και για αυτό το λόγο πρέπει και να συζητήσουν.
Δημιουργεί προβλήματα η τωρινή στάση της Τουρκίας, οι μονομερείς ενέργειες, η ετσιθελική ανάγνωση του διεθνούς δικαίου, η νοοτροπία Σουλτάνου που επιδεικνύει ο Ερντογάν;
Σίγουρα! Και αυτό εξηγεί τη δυσκολία της διαπραγμάτευσης. Δεν αναιρεί την αναγκαιότητά της.
Είναι όλα τα θέματα διμερή;
Όχι, ορισμένα ζητήματα είναι υπόθεση πολυμερούς διαπραγμάτευσης και διευθέτησης.
Και τέτοιο ζήτημα είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδων και ΑΟΖ που κανονικά πρέπει να γίνει με διαπραγμάτευση και διευθέτηση μεταξύ όλων των χωρών που έχουν τέτοια δικαιώματα. Όμως, όλοι καταλαβαίνουν ότι το κλειδί είναι η όποια ελληνοτουρκική συζήτηση.
Θα γίνει όλη η συζήτηση μόνο ανάμεσα στα δύο κράτη και δεν έχουν ρόλο οι διεθνείς οργανισμοί ή όργανα όπως το Δικαστήριο της Χάγης;
Όχι, η προσφυγή ενώπιον της Χάγης είναι πάντα η καλύτερη λύση. Όμως, ας μη γελιόμαστε. Για να φτάσουμε εκεί πρέπει οι δύο χώρες να διαπραγματευτούν πρώτα μεταξύ τους.
Γι’ αυτό και από ένα σημείο και μετά δεν έχει νόημα απλώς να λέμε ότι το «διεθνές δίκαιο μας ευνοεί».
Αυτό μπορεί να ενισχύει τη θέση της χώρας, αλλά δεν οδηγεί σε αυτόματη λύση προβλημάτων, εάν αυτή δεν αποτυπωθεί σε διμερή συμφωνία ή σε απόφαση που θα γίνει σεβαστή και από τις δύο χώρες.
Είναι υπόθεση μόνο του να κάτσουν οι ηγεσίες στο ίδιο τραπέζι;
Όχι, σε μια διαπραγμάτευση οι χώρες πηγαίνουν με τη συνολική παρουσία τους και την πραγματική ισχύ τους.
Γι’ αυτό το λόγο και το βασικό στοιχείο που θα ενίσχυε πραγματικά τη θέση της χώρας δεν είναι εάν τη στηρίζει η μία ή άλλη μεγάλη δύναμη (ιδίως όταν αυτές το κάνουν αφού πρώτα εξασφαλίσουν ότι θα πουλήσουν και καμιά φρεγάτα ή άλλα πανάκριβα οπλικά συστήματα).
Αυτό που θα ενισχύει πραγματικά τη χώρα είναι η παραγωγική της ανασυγκρότηση, ο οικονομικός δυναμισμός της, η συμμετοχή της στην τεχνολογική επανάσταση, η κοινωνική της συνοχή. Και βέβαια όντως το εάν έχει την απαραίτητη αποτρεπτική δύναμη.
Γι’ αυτό και είναι λάθος να πιστεύουμε ότι τα ελληνοτουρκικά κρίνονται μόνο στο Αιγαίο. Εξίσου κρίνονται στα εργοστάσια, τα πανεπιστήμια και τα εργαστήρια.
Θα μιλήσουμε μόνο για την υφαλοκρηπίδα με την Τουρκία;
Αυτή η θέση, διατυπωμένη από δεκαετίες, μπορεί να έχει μια βάση, αλλά ας μη γελιόμαστε η όποια διαπραγμάτευση θα είναι συνολική.
Και αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα «υποχωρήσεις».
Μπορεί να σημαίνει και μια συνολικότερη ρύθμιση όπου η επίλυση των ζητημάτων της υφαλοκρηπίδας θα σημαίνει ότι απαλλασσόμαστε από την ιστορία των «γκρίζων ζωνών» και άλλων αμφισβητήσεων.
Η συζήτηση δεν είναι εύκολη. Οι κίνδυνοι είναι πραγματικοί και οι κακοτοπιές πολλές. Αλλά πρέπει να την κάνουμε..
Ούτε ωφελεί μια κατάσταση όπου όποτε προσπαθεί μια κυβέρνηση να διαπραγματευθεί, η αντιπολίτευση φοράει την περικεφαλαία του Κολοκοτρώνη και την καταγγέλλει. Ακόμη και όταν έχει περάσει από την ίδια θέση!
Συνεννόηση χρειάζεται, σοβαρή κουβέντα, συστράτευση και ενημέρωση της κοινωνίας για να ξέρει τι γίνεται.
Δεν θα είναι εύκολο, θα πάρει καιρό, αλλά χρειάζεται να οικοδομήσουμε ένα πιο ειρηνικό και ασφαλές αύριο.