Οι πολυσυζητημένες προτάσεις Γαλλίας και Γερμανίας για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας (και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) εγείρουν το καίριο ερώτημα: είναι εφικτή μια «άλλη Ευρώπη», μια «άλλη» Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ); Ηλθε δηλαδή η στιγμή («η ώρα Χάμιλτον») για να περάσει η ΕΕ στην Πολιτική Ενωση; Το ερώτημα αυτό ουσιαστικά πλανάται στον αέρα από τη στιγμή που ξέσπασε η κρίση της πανδημίας. Αρθρα επί άρθρων έχουν γραφτεί πάνω στο θέμα, τα περισσότερα από τα οποία όμως προσφέρουν γενικόλογες αφοριστικές διακηρύξεις. Χρειάζεται συγκεκριμένο σχέδιο. Είναι γεγονός ότι η πανδημική κρίση ανέδειξε τα μεγάλα ελλείμματα και τις αδυναμίες του ενωσιακού οικοδομήματος, αλλά και τα ελλείμματα στιβαρής ηγεσίας τόσο σε επίπεδο συστήματος της Ενωσης όσο και σε αυτό των κρατών-μελών, με ελάχιστες εξαιρέσεις (πρόεδρος Μακρόν στη Γαλλία, κ.λπ.). Η πανδημία βύθισε την Ευρώπη σε μια νέα πολυκρίση: όπως γράφει ο «Economist», από υγειονομική κρίση αρχικά μετατράπηκε σε οικονομική κρίση με τη βαθιά ύφεση και την ανεργία, στη συνέχεια σε πολιτική κρίση και κρίση νομιμοποίησης με τις οξύτατες αντιθέσεις ανάμεσα στις χώρες-μέλη (κυρίως μεταξύ Βορρά και Νότου) αλλά και την ανοιχτή αμφισβήτηση που εκφράζουν κοινωνίες και πολίτες για την ικανότητα αλλά και βούληση της Ενωσης να προσφέρει αλληλεγγύη. Και πάνω σε όλες αυτές τις κρίσεις έρχεται να προστεθεί μια οιονεί συνταγματική κρίση με την πρόσφατη απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου – ΣΔΓ, με την οποία αμφισβητούνται ορισμένες από τις θεμελιακές αρχές πάνω στις οποίες οικοδομείται η Ενωση: η αρχή της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου και αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ενωσης (ΔΕΕ) και η αρχή της ανεξαρτησίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) όπως είναι καταχωρημένη στη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Παράλληλα όμως η κρίση ανέδειξε και την αναγκαιότητα της Ευρώπης, καθώς έγινε εμφανές ότι η πανδημία και οι συνέπειές της δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν σε εθνικό επίπεδο και μόνο, όσο χρήσιμη κι αν είναι η εθνική δράση. Χρειάζονται συλλογικές αποφάσεις σε υπερεθνικό, ευρωπαϊκό επίπεδο. Ολα αυτά συναθροιζόμενα πιστοποιούν ότι χρειάζεται περισσότερη Ευρώπη αλλά ταυτόχρονα και μια «άλλη», «καλύτερη» Ευρώπη. Αλλα πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να επαναπροσδιορισθεί ο στρατηγικός τελολογικός σκοπός της ευρωπαϊκής ενοποίησης: Πολιτική Ενωση με ένα τρίπτυχο τριών αξονικών στόχων: α) προστασία της φιλελεύθερης δημοκρατίας που σήμερα εμφανώς κινδυνεύει από κάθε είδους εθνολαϊκισμό, β) μεγιστοποίηση της κοινωνικής ευημερίας και γ) υπεράσπιση του παγκόσμιου πολυμερούς συστήματος θεσμών και κανόνων και της παγκόσμιας ειρήνης. Με βάση αυτούς τους στόχους, η «άλλη», «καλύτερη» Ευρώπη – Πολιτική Ενωση – μπορεί να προκύψει μέσα από σχέδιο δράσεων, καινοτομιών, μεταρρυθμίσεων σε τρία τουλάχιστον αλληλοσυνδεόμενα πεδία-ενότητες:

Πρώτον, στο πεδίο που θα ονόμαζα της «ενεργούς αλληλεγγύης». Αυτό είναι το καθολικό αίτημα σήμερα. Και για να επιτευχθεί αυτό και η Ενωση εμφανώς να προσλαμβάνεται από τους πολίτες ότι προσφέρει ενεργό αλληλεγγύη θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να αποκτήσει τις απαιτούμενες πολιτικές, όπως στον κοινωνικό τομέα (κοινωνική Ευρώπη), δημόσιας υγείας, μετανάστευσης, κλιματικής αλλαγής, ισχυρό προϋπολογισμό με αναδιανεμητικές παρεμβάσεις, κ.ά. Και βεβαίως με την ολοκλήρωση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ) ως συστήματος δημοσιονομικού ομοσπονδισμού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται (οικονομική, δημοσιονομική ένωση, safe asset, κ.λπ.). Και προς την κατεύθυνση αυτή κινείται η γαλλογερμανική πρόταση.

Δεύτερον, στο πεδίο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και της κοινής άμυνας με δέσμη καινοτομιών και μεταρρυθμίσεων (λήψη αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία, ενιαία εκπροσώπευση της ΕΕ, κ. ά.) που θα επιτρέψουν στην Ενωση να αντιμετωπίσει τις μεγάλες προκλήσεις – από την ηγεμονική επέλαση της Κίνας, την αποσάθρωση του πολυμερούς συστήματος θεσμών, τον νεοεθνικισμό των ΗΠΑ μέχρι τα προβλήματα σταθερότητας στην άμεση περιφέρειά της (ΝΑ Μεσόγειο, Μ. Ανατολή, Β. Αφρική).

Τρίτον, στο πεδίο της νομιμοποίησης, της δημοκρατίας με γεφύρωση του χάσματος εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και στο σύστημα της Ενωσης. Βεβαίως με ένα πλαίσιο «ενεργού αλληλεγγύης» η νομιμοποίηση θα ενισχυθεί ουσιαστικά αλλά χρειάζονται και θεσμικές καινοτομίες. Ο καθηγητής R. Youngs στο βιβλίο του «Europe Reset» προτείνει ένα δίκτυο συνελεύσεων των πολιτών σε πανευρωπαϊκή κλίμακα για τη διαμόρφωση της ενωσιακής πολιτικής ως προϋπόθεση ενισχυμένης νομιμοποίησης που θα καταλήγει τελικά σε Πολιτική Ενωση.

Το ερώτημα είναι πώς επιτυγχάνονται όλα αυτά κάτω από τις δεδομένες συνθήκες. Υπάρχουν κατά βάση δύο στρατηγικές. Μία σταδιακή περιορισμένης εμβέλειας (incremental), όπως περίπου εφαρμόστηκε στην περίοδο της οικονομικής κρίσης. Δεν απέδωσε όμως πολλά. Η δεύτερη – στρατηγική big bang – διαλαμβάνει ριζική αναθεώρηση των Συνθηκών με στόχο την Πολιτική Ενωση. Αν και δύσκολη, η στρατηγική αυτή είναι σήμερα αναγκαία. Αλλά στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης που πρόκειται να αρχίσει, η συμμετοχή των πολιτών μπορεί να επιβάλει την επιλογή αυτή με τη συμμετοχή όλων των κρατών-μελών. Αλλά εάν μια νέα Συνθήκη για την άλλη πολιτική Ευρώπη δεν γίνει αποδεκτή, τότε θα πρέπει οι «πρόθυμες χώρες» να προχωρήσουν μόνες αλλά αφήνοντας πάντοτε ανοιχτή την πόρτα για τις απρόθυμες χώρες να ενταχθούν μετά στο σχήμα. Αλλωστε και στο παρελθόν η ενοποίηση προχώρησε με επιλεκτικά σχήματα στην αρχή τα οποία ακολούθησαν και οι άλλοι στη συνέχεια (π.χ. ΟΝΕ).

Δεν αποκλείεται η τελευταία πολιτική περίοδος της Α. Μέρκελ να σημαδευτεί από μια τέτοια πρωτοβουλία. Η υπαρξιακή κρίση της Ευρώπης απαιτεί τολμηρές αποφάσεις για να διασωθεί το Project Europe.

Ο κ. Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην πρεσβευτής-σύμβουλος του ΥΠΕΞ.