Εχουν περάσει 96 χρόνια από τον θάνατο του Φραντς Κάφκα κι ωστόσο το έργο του, είτε πρόκειται για ολοκληρωμένα διηγήματα, είτε για τα δύο ανολοκλήρωτα μυθιστορήματά του (τη Δίκη και τον Πύργο), είτε ακόμη για τα ημερολόγια και τις επιστολές του, διαβάζεται και σήμερα με αμείωτο ενδιαφέρον. Κι είναι σχεδόν αδύνατον να παρακολουθήσει κανείς τις μελέτες που εξακολουθούν να γράφονται σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στη χώρα μας ο Κάφκα πρωτομεταφράστηκε το 1936 από τον Δημ. Στ. Δήμου στο περιοδικό «Μακεδονικές Ημέρες». Στα χρόνια που πέρασαν από τότε ακολούθησε ένα μπαράζ μεταφράσεων και από άλλους μεταφραστές. Τον αγάπησε το ελληνικό αναγνωστικό κοινό, ενώ η επίδραση του καφκικού κλίματος σε κάποιους από τους πεζογράφους μας της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς δεν ήταν διόλου ευκαταφρόνητη. (Το Φράγμα του Σπύρου Πλασκοβίτη λ.χ. δεν θα διστάζαμε σήμερα να το χαρακτηρίσουμε καφκικό μυθιστόρημα, μολονότι ο Κώστας Στεργιόπουλος έγραψε ότι τότε ο Πλασκοβίτης δεν είχε διαβάσει τον συγγραφέα της Δίκης.)

Ο γερμανικός εξπρεσιονισμός στην πεζογραφία προϋποθέτει τον Κάφκα. Για να μείνω σε ένα μόνο παράδειγμα, τα δύο γνωστότερα θεατρικά έργα του Μπέκετ, το Περιμένοντας τον Γκοντό και το Τέλος του παιχνιδιού προϋποθέτουν τον Κάφκα. (Ο Πότζο στο Περιμένοντας τον Γκοντό λ.χ. παραπέμπει ευθέως στον Μαστιγωτή της Δίκης.)

Επόμενο, λοιπόν, ένα νέο βιβλίο με κείμενα του Κάφκα μεταφρασμένα στη γλώσσα μας να προκαλεί το ενδιαφέρον των πολυπληθών αναγνωστών του, έστω κι αν πρόκειται για σύνθεση αποσπασμάτων από τα ημερολόγια και τις επιστολές του.

Τρεις κατηγορίες ονείρων

Το βιβλίο Ονειρα είναι πιστή μεταφορά των αντίστοιχων εκδόσεων που προηγήθηκαν στα ιταλικά και στα γερμανικά και χωρίζεται σε τρεις ενότητες: στην Περί ύπνου, αγρυπνίας και ονείρων, στα Ονειρα της νύχτας και της ημέρας και στα Λογοτεχνικά όνειρα. Η κατάταξη δεν είναι αυθαίρετη. Τα όνειρα έπαιξαν σημαντικό ρόλο τόσο στο έργο όσο και στη ζωή του Φραντς Κάφκα και τα συναντά κανείς συχνά στο κύριο συγγραφικό του έργο. Θα είναι όμως λάθος να τα αντιμετωπίσει κανείς – πόσω μάλλον να τα «ερμηνεύσει» – με ψυχαναλυτικούς όρους. Το εντυπωσιακότερο είναι πως πoλλά από αυτά μπορούν να εκληφθούν ως αυτοτελή διηγήματα, αποδεικνύοντας πως ο Κάφκα είτε έγραφε ένα διήγημα, είτε μια επιστολή ενεργούσε με το ίδιο δημιουργικό πνεύμα.

Το όνειρο στον Κάφκα λειτουργεί ως δομικό στοιχείο της φαντασίας. Και ό,τι παράγει αισθάνεται την ανάγκη είτε να το αποτυπώσει στα ημερολόγιά του, είτε να το μοιραστεί μέσω των επιστολών του με τις γυναίκες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη ζωή του. Μέσα από αυτά τα κείμενα προσπαθούσε να βρει απαντήσεις για τα οδυνηρά ερωτήματα της ύπαρξης. Για τούτο και περιγράφοντας τα όνειρά του αναζητεί ένα νόημα που να τα ξεπερνά, επιτυγχάνοντας το εξαιρετικά σπάνιο, αυτό που δεν κατάφερε το πλήθος των κατοπινών μιμητών του: να μιλήσει με απολύτως άμεση γλώσσα για το ανοίκειο και ταυτοχρόνως να δημιουργήσει τον δικό του ανεπανάληπτο κόσμο, εκείνον που αποκαλούμε εδώ και χρόνια καφκικό, σφραγίζοντας για πάντα τη σύγχρονη πεζογραφία.

Είναι βέβαια κοινός τόπος ότι το όνειρο παίζει σημαίνοντα ρόλο στην πεζογραφία του Κάφκα. Ενα κακό όνειρο σε τελική ανάλυση είναι η Δίκη, όπου ο κεντρικός ήρωας ζει έναν εφιάλτη από τον οποίο δεν πρόκειται να ξυπνήσει ως το τέλος. Ή όπως συμβαίνει στο διήγημα Ενα όνειρο, στο οποίο ο πρωταγωνιστής βρίσκεται σ’ ένα σκοτεινό νεκροταφείο κι ανάμεσα στις επιτάφιες πλάκες βρίσκει και μία όπου πάνω της είναι γραμμένο το δικό του όνομα.

Μολονότι τα κείμενα στον παρόντα τόμο διαφέρουν κάπως από το υπόλοιπο έργο του Κάφκα, εντάσσονται στην ίδια μήτρα. Κι όταν τα αφηγείται ο συγγραφέας, τα συγκροτεί αφηγηματικά με τέτοιον τρόπο που τα καθιστά αναγνωρίσιμα. Και φυσικά φέρουν πολλά από τα γνωρίσματα των υπόλοιπων κειμένων του.

«Η ύπαρξη προηγείται της ουσίας»

Ο αναγνώστης θα διακρίνει και εδώ το βαθύ χάσμα ανάμεσα στο άτομο, στην κοινωνία και στην ύπαρξη. Και θα διαπιστώσει πως σε κανένα άλλο έργο ο κατοπινός αφορισμός του Σαρτρ, ότι «η ύπαρξη προηγείται της ουσίας», δεν επιβεβαιώνεται με την αφομοιωτική δύναμη που αναδύεται από το καφκικό έργο. Γι’ αυτό και νομίζω ότι είναι πολύ σωστή η παρατήρηση της μεταφράστριας Αλεξάνδρας Ρασιδάκη στη λιτή αλλά εξαιρετικά περιεκτική εισαγωγή της πως «το μεγαλειώδες της γραφής του Κάφκα οφείλεται όχι τόσο στην καταγραφή της εμπειρίας μιας βασανισμένης ύπαρξης, αλλά στην ικανότητά της να λειτουργεί, όσο αλλόκοτες κι αν είναι οι παραστάσεις που προβάλλει, ως κάτι το αναγνωρίσιμο, αν όχι οικείο, για τον εκάστοτε αναγνώστη».

Ο Κάφκα ανήκει στους ατμοσφαιρικότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα – αν δεν είναι ο ατμοσφαιρικότερος. Αυτό είναι εμφανέστατο και στα κείμενα που απαρτίζουν τα Ονειρα. Βρίσκουμε κι εδώ τη γενεσιουργό αιτία του καφκικού έργου, τον εφιάλτη του αιτίου, όπως λέει ο Ερνστ Πάουελ στην ομότιτλη βιογραφία του Κάφκα απηχώντας τον Γκόγια, δηλαδή το κατά τον Λούκατς «αλληγορικό χάσμα ανάμεσα στη σημασία και στην ύπαρξη».

Οι νεότεροι αναγνώστες, που διαβάζοντας αυτό το βιβλίο θα έλθουν σε επαφή για πρώτη φορά με κείμενα του Κάφκα, δεν θα απογοητευτούν. Πιστεύω μάλιστα ότι θα παρακινηθούν να ανατρέξουν και στο υπόλοιπο δημοσιευμένο έργο αυτού του εκπληκτικού συγγραφέα: στα διηγήματα, στα μυθιστορήματα, στα ημερολόγια και στις επιστολές του στο σύνολό τους.

Η Αλεξάνδρα Ρασιδάκη γνωρίζει άριστα το έργο του Κάφκα, ένα μέρος του οποίου άλλωστε το έχει ήδη μεταφράσει υποδειγματικά, όπως υποδειγματική είναι και η παρούσα μετάφραση.

Η ασθένεια των συγγραφέων

Ο Φραντς Κάφκα πέθανε σε ηλικία 41 ετών, το 1924, από φυματίωση, τη μεγαλύτερη ιατρική μάστιγα της εποχής του. Από την ίδια ασθένεια βρήκαν τον θάνατο και οι Ρόμπερτ Λιούις Στίβενσον, Αντον Τσέχοφ, Ντ. Χ. Λόρενς, Τζορτζ Οργουελ.