Να ξεκινήσουμε με το πρώτο κρατούμενο: αν πέτυχε ο Πρωθυπουργός, πέτυχε και η χώρα, αν απέτυχε, η ζημιά είναι για την Ελλάδα. Δεν βλέπω λοιπόν λόγο για αλαλαγμούς από την αξιωματική αντιπολίτευση, που ισχυρίστηκε περίπου ότι υποστήκαμε Βατερλό στην Ουάσιγκτον.

Αν έχουν στοιχειώδη συναίσθηση, θα έπρεπε να είναι έντρομοι και θλιμμένοι εφόσον ισχύουν οι ισχυρισμοί τους. Ισχύουν όμως; Από πουθενά δεν αμφισβητείται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγησε με ενάργεια τις ελληνικής θέσεις και περιέγραψε τους κινδύνους που προκύπτουν από τις μονομερείς τουρκικές ενέργειες που παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο, ενώ δεν άφησε αμφιβολίες για την αποφασιστικότητα της χώρας μας, τόσο στην υπεράσπιση των συμφερόντων της όσο και στην προσπάθεια οριστικής επίλυσης των διαφορών με την Τουρκία μέσω της διπλωματίας και της καταφυγής σε διεθνείς θεσμούς επίλυσης διαφορών.

Το γεγονός ότι οι Αμερικανοί ανακοίνωσαν ήδη την πρόθεσή τους για διαμεσολάβηση σε υψηλότατο διπλωματικό επίπεδο, ανεξαρτήτως της εξέλιξης και του αποτελέσματος που θα έχει η πρωτοβουλία, αποτελεί σαφή ένδειξη ότι κατά τις συναντήσεις με τον πρόεδρο Τραμπ και την ανώτατη ηγεσία των ΗΠΑ το πρόβλημα έγινε απολύτως κατανοητό. Κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει, όταν οριστικοποιήθηκε η συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, τη δολοφονία του ιρανού ηγέτη, κανείς δεν μπορούσε να επιβάλει στους δημοσιογράφους τι θα ρωτούν τον Ντόναλντ Τραμπ παρουσία του Κ. Μητσοτάκη. Της συγκυρίας δοθείσης λοιπόν, μια χαρά τα πήγαμε. Ηταν όλα τέλεια;

Υπήρξαν δύο στιγμές της πρωθυπουργικής παρουσίας που ίσως επιδέχονται κριτική. Η πρώτη αφορά τον προσδιορισμό μας ως «προβλέψιμο» σύμμαχο, προφανώς σε αντίστιξη με τον «απρόβλεπτο» Ερντογάν. Σταθερός και αξιόπιστος σύμμαχος θα ήταν αρκετό. Στη διεθνή αρένα οι προβλέψιμοι συνήθως χάνουν.

Επίσης στην ομιλία του στο Atlantic council o Πρωθυπουργός αναφερόμενος στη δολοφονία του ιρανού ηγέτη, αφού είπε ότι αντιλαμβάνεται ότι οι στιγμές είναι δύσκολες και ότι αυτή η απόφαση ελήφθη με βάση το αμερικανικό εθνικό συμφέρον, προχώρησε και σε μια δήλωση αχρείαστη μάλλον για τα δικά μας συμφέροντα: ολοκλήρωσε την πρότασή του λέγοντας: «Στηρίζουμε αυτή την απόφαση».

Το δόγμα της διπλωματίας μας στα ελληνοτουρκικά ήταν να μη λύνουμε τα προβλήματα, εάν πρόκειται να χάσουμε κάτι. Το «κάθε χρόνου και καλύτερα» όμως αποδείχθηκε οδυνηρή επιλογή. Ποτέ η Τουρκία που έχουμε απέναντί μας δεν ήταν πιο ισχυρή και πιο επικίνδυνη. Θα χρειαστούν επομένως πολλά ταξίδια ακόμη στις πρωτεύουσες του κόσμου, ψυχραιμία, ρεαλισμός και κυρίως εθνική ομοψυχία για να απαλλαγούμε από αυτή την απειλή.

Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ, να «τιμωρήσουμε» τις ΗΠΑ μη αναβαθμίζοντας τη στρατιωτική συνεργασία μας μαζί τους, που έχει αποφασιστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, είναι ένα πολύ επιπόλαιο αντιπολιτευτικό παιχνίδι, εθνικά επιζήμιο.