Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μπιλ Γκέιτς ζητεί από την αμερικανική κυβέρνηση να επιβάλει υψηλότερους φόρους τόσο στον ίδιο όσο και στους υπόλοιπους κροίσους. Και δεν είναι ο μόνος. Προτάσεις περί δικαιότερης φορολόγησης έχουν καταθέσει και άλλοι αμερικανοί μεγιστάνες.

Εκ πρώτης όψεως, η αυτοτιμωρητική και ενδεχομένως πρωτόγνωρη αυτή διάθεση δείχνει οξύμωρη, ωστόσο δεν είναι. Στο υπερβολικό άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλουσίων και φτωχών, οι ισχυροί διαβλέπουν κινδύνους οι οποίοι μπορεί να υπονομεύσουν τη θέση τους στο (ίσως όχι πολύ) μακρινό μέλλον.

Διδασκόμενοι από τα μαθήματα του παρελθόντος, αντιλαμβάνονται ότι για να διατηρηθεί η σημερινή τάξη πραγμάτων πρέπει κάποια πράγματα να αλλάξουν. Θα χρειαστεί να εκχωρήσουν οικειοθελώς ορισμένα προνόμια τώρα, προκειμένου να μη ρισκάρουν μεγάλες ανατροπές αργότερα. Ο «φόρος» της αταραξίας πρέπει να αυξηθεί.

Δεν είναι συμπτωματικό ότι οι προτάσεις για υψηλότερους φόρους στα πολύ υψηλά εισοδήματα έρχονται στο προσκήνιο την ώρα που φουντώνει σε όλον τον κόσμο το κύμα δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας. Με διαφορετικές αφορμές, αλλά πάντα με την ίδια αιτία: το αίσθημα αδικίας που προκύπτει από τη διεύρυνση των ανισοτήτων ακόμη και εντός πλούσιων κρατών.

Ενα από τα χαρακτηριστικά του καπιταλισμού, σύμφωνα και με τον Μαρξ, είναι η προσαρμοστικότητα, η οποία τον βοηθάει να ξεπερνά τις κρίσεις. Αν θέλει να επιβιώσει και αυτή τη φορά, οφείλει να δώσει μάχη με τον ίδιο του τον εαυτό. Να αυτοπεριοριστεί και να γίνει λιγότερο καπιταλιστικός. Κυρίως μετριάζοντας ένα από τα εγγενή του χαρακτηριστικά, την απληστία.

Επειδή όμως ο καπιταλισμός δεν θα ξυπνήσει αύριο το πρωί να βάλει μόνος του όρια, η ευθύνη περνά στις κυβερνήσεις. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο πέρα από τις εκκλήσεις για προοδευτική φορολόγηση κάλεσε διά στόματος της γενικής του διευθύντριας, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, τις κυβερνήσεις να ψαλιδίσουν τις εισοδηματικές ανισότητες και μέσω της ενίσχυσης των κοινωνικών δαπανών.

H προκάτοχός της στο τιμόνι του διεθνούς Οργανισμού, Κριστίν Λαγκάρντ, είχε εγκαίρως προειδοποιήσει πως αν δεν προσέξουμε, τα φαντάσματα του 19ου αιώνα θα στοιχειώσουν και τον αιώνα που διανύουμε. Η διάδοχός της πρέπει να κρατήσει τα φαντάσματα κλεισμένα στο ντουλάπι.