Δεν θέλει και πολλή σκέψη για να γίνει αντιληπτό ότι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ο κόμπος έφτασε στο χτένι με τη συνεχώς αυξανόμενη προκλητικότητα της Αγκυρας σε όλα τα επίπεδα και τον προφανή πλέον στόχο να οδηγήσει την Αθήνα στην παγίδα της έντασης. Μια παγίδα που είναι επίσης φανερό ότι η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί να αποφύγει, ρίχνοντας το βάρος στις διπλωματικές προσπάθειες για τη δημιουργία ενός ευρύτερου δυνατού μετώπου διεθνούς στήριξης. Παράλληλα βέβαια με τις προσπάθειες για την ενίσχυση του εξοπλιστικού προγράμματος της χώρας, παρά τις δεδομένες οικονομικές δυσχέρειες. Το πρόβλημα όμως είναι ότι, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν, στα ελληνοτουρκικά εμπλέκονται τώρα ετερογενείς παράγοντες, με κύριο άξονα τη λιβυκή πτυχή και την όλη χαώδη κατάσταση που επικρατεί με τα επιμέρους συγκρουόμενα συμφέροντα της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου.

Αυτό σημαίνει ότι λύσεις που είχαν προταθεί στο παρελθόν, ανεξάρτητα από την τύχη που είχαν τελικά, δεν μπορούν πλέον να εφαρμοστούν. Οπως το περίφημο Ελσίνκι (το οποίο όντως εγκατέλειψε στη συνέχεια η κυβέρνηση Καραμανλή) και που βρέθηκε και πάλι στο στόχαστρο της κομματικής αντιδικίας με τις εντελώς απαράδεκτες κατηγορίες κατά του Κ. Σημίτη, που αναδεικνύουν την πλήρη άγνοια αυτών που τις εκτόξευσαν για τα όσα πραγματικά συνέβησαν τότε. Η σημερινή Τουρκία των νεο-
οθωμανικών επιδιώξεων δεν είναι η Τουρκία του 1999, που επεδίωκε να ενταχθεί στην ΕΕ, και η ευκαιρία που χάθηκε τότε αποκλείεται να ξαναπαρουσιαστεί. Ετσι τίθεται τώρα το κρίσιμο ερώτημα για το τι μπορεί να γίνει κάτω από τις υφιστάμενες εξαιρετικά πολύπλοκες συνθήκες, που ξεφεύγουν από τα στενά όρια της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης. Και γι’ αυτό ακούγονται πολλά από σχετικούς και άσχετους στα κανάλια και στα άλλα μέσα, δημιουργώντας μια επικίνδυνη για τα εθνικά μας συμφέροντα ατμόσφαιρα.

Σε όλον αυτόν τον ορυμαγδό ξεχωρίζει όμως η πρόταση Βενιζέλου και Μπακογιάννη (αλλά και άλλων) για επανέναρξη των διερευνητικών επαφών με την Τουρκία για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο, με βάση το Διεθνές Δίκαιο, και σε περίπτωση διαφωνίας την υπογραφή συνυποσχετικού για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Παράλληλα με την επικαιροποίηση των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Εδώ θα φανεί αν η Αγκυρα είναι πραγματικά πρόθυμη να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις ή αν θα συνεχίσει τη σημερινή «πολιτική τού τσαμπουκά». Και επίσης αν η Ελλάδα είναι έτοιμη να αποδεχθεί μια απόφαση που πιθανότατα δεν θα ικανοποιεί πλήρως τις θέσεις της.