Από μία άποψη η ελληνική κυβέρνηση πήρε αυτό που μπορούσε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 12-13 Δεκέμβρη. Ούτως ή άλλως – και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε – η ΕΕ δεν είναι από τους διεθνείς οργανισμούς που κρίνουν τα ζητήματα που αφορούν το Δίκαιο της Θάλασσας και η επιρροή της στον ΟΗΕ έρχεται μέσω των κρατών – μελών και ιδίως αυτών που είναι μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας (τα οποία οσονούπω θα μειωθούν κατά μετά το αποτέλεσμα των βρετανικών εκλογών της 12ης Δεκεμβρίου).

Επιπλέον, με τις ενταξιακές διαδικασίες παγωμένες επί της ουσίας εδώ και πολλά χρόνια, κατά βάση με ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει κάποιο ισχυρό μοχλό πίεσης προς την Τουρκία.

Αντίθετα, όσο οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ανησυχούν για το ζήτημα των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, η Τουρκία έχει τη δυνατότητα να πιέζει με διαπραγματευτικό χαρτί τη δική της τήρηση της Κοινής Δήλωσης του 2016.

Η διάχυτη τοποθέτηση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν επιθυμεί την απομόνωση της Τουρκίας, αυτές τις σύνθετες και αντιφατικές καταστάσεις αποτυπώνει

Οι αναφορές στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου

Σε αυτό το τοπίο, τα όσα αναφέρονται στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μάλλον εκπροσωπούν το μάξιμουμ που μπορούσε να περιμένει η ελληνική κυβέρνηση. Το κείμενο επιμένει σε προηγούμενες αποφάσεις και έστω και συμβολικές κυρώσεις είχαν υπάρξει, κυρίως με αφορμή τις κινήσεις της Τουρκίας που αμφισβητούσαν τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, με ρητή διατύπωση ότι θεωρεί παράνομες τις γεωτρήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ.

Ταυτόχρονα, σε σχέση με τη συμφωνία ανάμεσα στην Τουρκία και τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Λιβύης, την οποία μάλιστα κύρωσε η Τουρκική Εθνοσυνέλευση και την οποία μάλιστα αναφέρει ως «Μνημόνιο Κατανόησης» και όχι ως συμφωνία, το κείμενο κάνει σαφές ότι θεωρεί ότι καταπατά κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων χωρών, σε συμμορφώνεται με το Δίκαιο της Θάλασσας και δεν μπορεί να παράγει έννομα αποτελέσματα για τρίτα κράτη. Επιπλέον, το κείμενο αναφέρεται σε αλληλεγγύη της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο σε σχέση με τις κινήσεις της Τουρκίας.

Τι σημαίνουν τα συμπεράσματα του Συμβουλίου

Σε αυτή τη βάση το σχετικό απόσπασμα από τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατά βάση ενισχύει την ελληνική θέση σε σχέση με την ισχύ της Συμφωνίας, εφόσον αναπαράγει τις ελληνικές απόψεις περί του διεθνούς δικαίου και μάλιστα με το ειδικό βάρος ανακοίνωσης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Αυτό επιπλέον αποτυπώνει μια σχετική διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας σε αυτό το θέμα εφόσον δεν βρίσκει άλλες δυνάμεις που να προσυπογράφουν τη δική της ερμηνεία του διεθνούς δικαίους.

Ταυτόχρονα, το ανακοινωθέν ενισχύει τη δέσμευση των ευρωπαϊκών χωρών να συμπεριφερθούν έναντι των αποπειρών τουρκικών εξορύξεων ως παράνομων ενεργειών και να μη συνδράμουν (κατά τρόπο ανάλογο στην περίπτωση των εξορύξεων στην Κυπριακή ΑΟΖ δημιουργήθηκε ένα σχετικά πιεστικό κλίμα σε μεγάλες εταιρείες να μην προσφέρουν τεχνική υποστήριξη).

Ταυτόχρονα, το κείμενο στέλνει και ένα μήνυμα προς τη πλευρά της Λιβύης. Ας μην ξεχνάμε ότι η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να εξασφαλίσει ότι θα υπάρξει και πίεση προς τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση, ιδίως από τη στιγμή σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται και στην αναγνώριση που της προσφέρουν ευρωπαϊκές χώρες, στο πλαίσιο της πολιτικής για το μεταναστευτικό. Το ανακοινωθέν νομιμοποιεί την ελληνική κυβέρνηση να ασκήσει πίεση στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες σε αυτή την κατεύθυνση.

Βεβαίως, την ίδια στιγμή το ανακοινωθέν έχει τα όρια που αναφέραμε και που είναι κυρίως η αδυναμία της ΕΕ να είναι ένας διεθνής οργανισμός που επιβάλλει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την τήρηση του διεθνούς δικαίου. Από τη στιγμή που θέμα επιπλέον ή νέων κυρώσεων δε ετίθετο, εξαιτίας της ανάγκης τήρησης ισορροπιών γύρω από το θέμα ης Κοινής Δήλωσης για το προσφυγικό, παραπάνω μέσα πίεσης δεν μπορούσαν να τεθούν.

Ο διπλωματικός μαραθώνιος της Αθήνας

Στο βαθμό που η Τουρκία κυρίως αποσκοπεί στο να διαμορφώνει τετελεσμένα με ορίζοντα μελλοντική διαπραγμάτευση, είναι προφανές ότι κυρίως την ενδιαφέρει όχι η τυπική νομιμότητα των ενεργειών της, αλλά ο βαθμός που επιτείνουν την εικόνα ότι έχουμε να κάνουμε με διαφιλονικούμενη περιοχή.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι που προφανώς θα δοκιμάσει τα όρια των ελληνικών αντιδράσεων με σεισμικές έρευνες, την ώρα που αναμένεται να συνεχίσει τις ερευνητικές γεωτρήσεις εντός της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Οι σεισμικές έρευνες – που π.χ. το 1987 είχαν αντιμετωπιστεί ως casus belli από την τότε ελληνική κυβέρνηση – αποτελούν μια κίνηση που ευθέως αμφισβητεί την υφαλοκρηπίδα, έστω και ένα δεν έχουν το άμεσο χαρακτήρα των γεωτρήσεων. Με αυτή την έννοια έχει ενδιαφέρον και το που και το εάν θα δοκιμάσουν τέτοιες έρευνες οι Τούρκοι.

Ως προς τις ελληνικές κινήσεις, η ελληνική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να περάσει το μήνυμα περί συμφωνίας που δεν παράγει αποτελέσματα και σε άλλα πεδία. Ιδιαίτερη έμφαση αναμένεται να δοθεί στον ΟΗΕ όπου ήδη με τις επιστολές του το υπουργείο Εξωτερικών έχει ζητήσει όχι μόνο να μην καταχωρηθεί η συμφωνία αλλά και να εξετάσει το Συμβούλιο Ασφαλείας εάν παραβιάζεται το πλαίσιο της απόφασής του για τη μεταβατική πολιτική συμφωνία στη Λιβύη, τμήμα της οποίας είναι και η αναγνώριση της κυβέρνηση της Τρίπολης. Σε αυτό το πλαίσιο αναμένεται με ενδιαφέρον η συνάντηση του έλληνα υπουργού Εξωτερικών στη Γενεύη στις 16/12 με τον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

Αντίστοιχα, έχει ενδιαφέρον ότι η Ελλάδα θα επιμείνει στη γραμμή της πίεσης προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες, που μέχρι τώρα είχαν στηρίξει τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Λιβύης, όπως π.χ. η Ιταλία, να αλλάξουν στάση και να ασκήσουν πίεση, ιδίως από τη στιγμή που συνυπέγραψαν και το κοινό ανακοινωθέν του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Από εκεί και πέρα, η συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Ντόναλντ Τραμπ τον Ιανουάριο επίσης θα είναι ένα κεντρικό σημείο αναφοράς, εφόσον ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να ασκηθεί και μεγαλύτερη αμερικανική πίεση πάνω στην Τουρκία. Σημειώνουμε εδώ παρότι οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν η Τουρκία να μείνει απομονωμένη γενικά από τα ενεργειακά ζητήματα στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, μέχρι τώρα φραστικά έχουν καταδικάσει τις τουρκικές πρωτοβουλίες.

Σε όλα η ελληνική κυβέρνηση αναμένεται να επιμείνει ιδιαίτερα στη δημόσια διακηρυγμένη θέση της ότι δεν προσέρχεται με μονομερείς ενέργειες και αξιώσεις, αλλά με ειλικρινή διάθεση διαλόγου, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής ετοιμότητας ανά πάσα στιγμή για προσφυγή σε αρμόδιο διεθνές δικαιοδοτικό όργανο.

Οι τουρκικές αντιφάσεις

Παρότι η τουρκική πλευρά προσπαθεί να δώσει μια εικόνα πρωτοβουλίας κινήσεων, αυτό δεν αναιρεί τις αντιφάσεις της πολιτικής της.

Καταρχάς από την κύρωση μιας αμφισβητούμενης συμφωνίας μέχρι τη διεθνή αναγνώριση κυριαρχικών δικαιωμάτων υπάρχει μια πραγματική απόσταση. Εάν συνεχιστεί η μη αναγνώριση έννομων αποτελεσμάτων της συμφωνίας, αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα, όταν θα έρθει πραγματικά η ώρα των εξορύξεων.

Έπειτα παρά τις αλλεπάλληλες προβολές ισχύος η Τουρκία έχει και άλλα προβλήματα να αντιμετωπίσει. Με την εμπλοκή στη Συρία να αναβαθμίζεται, εφόσον ουσιαστικά θα κληθεί να διαχειριστεί ορισμένες περιοχές στη μεταβατική περίοδο, δύσκολα μπορεί να χειριστεί όλα τα μέτωπα που ανοίγει.

Ειδικά στον εμφύλιο πόλεμο στη Λιβύη, η επιμονή της να συνεισφέρει ακόμη και με στρατεύματα στη στήριξη της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Λιβύης, απειλεί και να την κάνει μέρος του προβλήματος και να τη φέρει αντιμέτωπη με δυνάμεις που στηρίζουν τον Χαφτάρ, ανάμεσά τους και τη Ρωσία, σε μια περίοδο που η Τουρκία στηρίζεται και στη συνεννόηση με την Ρωσία στο μέτωπο της Συρίας.

Αντίστοιχα, μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να στηρίζει τον πρόεδρο Ερντογάν, εντούτοις τα σημάδια δυσαρέσκειας με την Τουρκία σε τμήμα του αμερικανικού κατεστημένου παραμένουν. Τελευταίο κρούσμα ότι τελικά πέρασε και από τη Γερουσία το ψήφισμα για τη γενοκτονία των Αρμενίων.

Ούτε πρέπει να υποτιμάμε τα προβλήματα με την τουρκική οικονομία, καθώς πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι θα ενταθούν τα φαινόμενα κρίσης ενός αναπτυξιακού και καταναλωτικού μοντέλου πάνω στο οποίο σε μεγάλο βαθμό στήριξε την απήχησή του ο Ερντογάν.