Αντί προλόγου: Τρεις αρχικές παρατηρήσεις.

1. Ζω εδώ και περισσότερα από 35 χρόνια στις ΗΠΑ. Ερχομαι στην Ελλάδα δύο φορές τον χρόνο, για να βλέπω τους φίλους μου και να εξασκεί η κόρη μου Σελήνη τα ελληνικά της. Εχω συμμετάσχει σε δύο ελληνικές εκλογές κάνοντας υπερατλαντικές πτήσεις.

2. Δεν είμαι συνταγματολόγος, ούτε έχω σπουδάσει νομικά, αλλά ξέρω να διαβάζω. Το άρθρο 4, παράγραφος 3 του Συντάγματος αναφέρει: «Ελληνες πολίτες είναι όσοι έχουν τα προσόντα που ορίζει ο νόμος. Επιτρέπεται να αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια μόνο σε περίπτωση που κάποιος απέκτησε εκούσια άλλη ιθαγένεια ή που ανέλαβε σε ξένη χώρα υπηρεσία αντίθετη προς τα εθνικά συμφέροντα, με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει ειδικότερα ο νόμος». Συμπεραίνω λοιπόν ότι ο υποφαινόμενος θα πρέπει να μπορεί να ψηφίσει στον τόπο διαμονής του, αν ψηφιστεί ο περίφημος νόμος για την ψήφο των ομογενών, μια και είναι έλληνας πολίτης και δεν του έχει αφαιρεθεί η ιθαγένεια.

3. Ο τίτλος του άρθρου είναι οξύμωρος, αλλά περιγράφει ένα οξύμωρο φαινόμενο που παρατηρείται και έξω από την Ελλάδα. Σε πολλές χώρες τα ανώτατα δικαστήρια κρίνουν αντισυνταγματικές συνταγματικές τροποποιήσεις παρότι αυτές έχουν υιοθετηθεί με όλες τις προϋποθέσεις που καθορίζει το Σύνταγμα της χώρας.

Για παράδειγμα, στην Κολομβία το Σύνταγμα καθόριζε ότι ο πρόεδρος της χώρας δεν μπορεί να επανεκλεγεί στις επόμενες εκλογές. Ο πρόεδρος Ουρίμπε αναθεώρησε με όλες τις νόμιμες διαδικασίες το άρθρο του Συντάγματος, και επανεξελέγη για δεύτερη θητεία. Το συνταγματικό δικαστήριο επιβεβαίωσε την αναθεώρηση του Συντάγματος ως νόμιμη. Στις επόμενες εκλογές ο Ουρίμπε θέλησε ν’ αναθεωρήσει και πάλι το Σύνταγμα για να του επιτραπεί και τρίτη θητεία, αλλά το συνταγματικό δικαστήριο απέρριψε τη μεταρρύθμιση ως αντισυνταγματική. Η εξήγηση της απόφασης ήταν ότι παραβιάζει τη λογική του Συντάγματος.

Και το συνταγματικό δικαστήριο της Ινδίας έχει βγάλει παρόμοιες αποφάσεις, δηλαδή να κρίνει αντισυνταγματικές συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που ήταν καθ’ όλα νόμιμες διαδικαστικά. Και στις δύο αυτές χώρες τα συνταγματικά δικαστήρια δεν είχαν το τυπικό δικαίωμα να εκδώσουν τέτοιες αποφάσεις. Μπορεί και στις δύο περιπτώσεις να υπερασπίστηκαν τη δημοκρατία (απέναντι σ’ έναν αναδυόμενο δικτάτορα στη μια χώρα και μια αντιδημοκρατική μεταρρύθμιση στην άλλη), αλλά δεν υπήρχε άρθρο του Συντάγματος που τους παραχωρούσε τέτοιο δικαίωμα.

Μετά από αυτές τις απαραίτητες διευκρινίσεις ας περάσουμε στο δικό μας Σύνταγμα. Τα δικά μας δικαστήρια έχουν τη δυνατότητα να κρίνουν αντισυνταγματική μια συνταγματική μεταρρύθμιση αν αυτή παραβιάζει μη αναθεωρηθέντα άρθρα του Συντάγματος, ή αν παραβιάζει την προβλεπόμενη από το άρθρο 110 διαδικασία (να έχει προταθεί από την προηγούμενη Βουλή). Διαβάζω στον τύπο ότι σχεδιάζεται η επόμενη προσθήκη στο άρθρο 54 του Συντάγματος «4. Με τον νόμο της παραγράφου 4 του άρθρου 51 μπορεί να τίθενται προϋποθέσεις στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος στον τόπο διαμονής τους από τους εκλογείς που βρίσκονται έξω από την Επικράτεια, όπως η κατοχή αριθμού φορολογικού μητρώου, ο χρόνος απουσίας από τη χώρα ή η παρουσία στη χώρα για ορισμένο χρόνο στο παρελθόν». Αυτή η τροποποίηση είναι αντισυνταγματική με δύο διαφορετικές έννοιες του όρου. Πρώτον, αντιφάσκει με το άρθρο 4 παράγραφο 3 που ανέφερα παραπάνω, άρα δεν μπορεί να είναι αναθεωρητέα, και δεύτερον, δεν είναι αναθεωρήσιμη γιατί δεν ψηφίστηκε από την προηγούμενη Βουλή.

Γιατί προτείνεται μια τέτοια αντισυνταγματική συνταγματική μεταρρύθμιση; Διότι το ΚΚΕ προέτεινε στις διαπραγματεύσεις για την ψήφο των ομογενών εξωτερικού να περιληφθούν διατάξεις που να αφαιρούν το δικαίωμα ψήφου από τους Ελληνες που δεν έχουν ΑΦΜ, καθώς και εκείνους που ζουν στο εξωτερικό περισσότερα από 35 χρόνια, και ο ΣΥΡΙΖΑ (σύμφωνα με την πάγια λογική του) ζήτησε η συμφωνία να περιληφθεί στην αναθεώρηση του Συντάγματος, ώστε να κλειδώσει (όπως κλείδωσε και η αποκλειστικά δημόσια ανώτατη εκπαίδευση με το άρθρο 16).

Η λογική των ευρέων συνταγματικών συγκλίσεων είναι περιζήτητη, και αν αυτή είναι μια αρχή για επίτευξη και άλλων συμφωνιών θα είναι ευχής έργον. Μ’ αυτή την έννοια είναι κατανοητός ο χειρισμός του προβλήματος από τη Νέα Δημοκρατία. Ενώ ξεκίνησε με μια πρόταση που ήταν σύμφωνη με το Σύνταγμα και χρειαζόταν 200 ψήφους, όχι ως συνταγματική μεταρρύθμιση, αλλά ως αλλαγή του εκλογικού συστήματος άμεσα εφαρμοστή, τώρα προωθεί μια κατάφωρα αντισυνταγματική συνταγματική μεταρρύθμιση (ως προς την ψήφο ομογενών) που όμως εξασφαλίζει ευρεία συναίνεση.

Εκείνο που μου είναι δύσκολο να κατανοήσω είναι γιατί τα κόμματα της Αριστεράς, οι υποστηρικτές των οποίων έχουν στο παρελθόν υποφέρει από διακρίσεις, είναι τώρα διατεθειμένα να επιβάλουν καινούργιες διακρίσεις εις βάρος άλλων πολιτών. Και ανεξάρτητα από τις προθέσεις, γιατί επιμένουν σε ρυθμίσεις που είναι τόσο εξόφθαλμα αντισυνταγματικές, ώστε δεν υπάρχει περίπτωση να επιβιώσουν μιας δικαστικής προσφυγής. Σας θυμίζω ότι οι δικαστές πρέπει να εφαρμόσουν το άρθρο 120, παράγραφο 2 του Συντάγματος που καθορίζει: «O σεβασμός στο Σύνταγμα και στους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και στη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων».

Κάποτε αυτό το άρθρο ονομαζόταν «ένα-ένα-τέσσερα».

*Ο κ. Γιώργος Τσεμπελής είναι καθηγητής της Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Anatol Rapoport στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν (ΗΠΑ).