Βελούδινη φωνή, πηγαίο συναίσθημα, μεστή και ταυτόχρονα κοφτερή. Αυτή ήταν η Αρλέτα.

Το γλυκό κορίτσι του ελληνικού πενταγράμμου που έφυγε από τη ζωή πριν δύο χρόνια.

Από τα χρόνια των μπουάτ και τα τραγούδια του Σπανού, του Χατζιδάκι του Θεοδωράκη και του Μαυρουδή, στα χρόνια των δίσκων με τον Λάκη Παπαδόπουλο και τις δικές της συνθέσεις, που έγραψαν κι αυτές τη δική τους μοναδική ιστορία, η τραγουδοποιός με τη βελούδινη φωνή και τις αφηγήσεις για απογεύματα με τσάι γιασεμιού, πέτυχε να τρυπώσει αθόρυβα από τις γρίλιες του μυαλού μας απευθείας στην ψυχή μας, με τραγούδια και εικόνες που διέγραψαν μια τροχιά δεκαετιών, ωριμάζοντας και μεγαλώνοντας μαζί της.

Η Αρλέτα γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 3 Μαρτίου 1945, ως Αριάδνη-Νικολέτα Τσάπρα, που ήταν το πραγματικό της όνομα. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Παράλληλα με το τραγούδι έχει σχεδιάσει εξώφυλλα δίσκων και έχει εικονογραφήσει βιβλία, ενώ σκίτσα και πίνακές της συμμετείχαν σε δύο ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής στην Τζιά και την Αθήνα.

Ξεκίνησε τη δισκογραφική της καριέρα τη δεκαετία του 1960, όταν ήταν σε άνθιση το «νέο κύμα» της ελληνικής μουσικής. Στα πρώτα της δισκογραφικά βήματα συνεργάστηκε με πολύ γνωστούς συνθέτες, όπως ο Γιάννης Σπανός, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Μίκης Θεοδωράκης.

Ο πρώτος δίσκος της το 1966 «Αρλέτα» περιελάμβανε τραγούδια των Γιάννη Σπανού, Νότη Μαυρουδή, Νίκου Χουλιάρα και Γιώργου Κοντογιώργου, από τα οποία ξεχώρισαν το «Μια φορά θυμάμαι», «Τις άδειες νύχτες», «Το πέτρινο χαμόγελο» και άλλα.

Την ίδια περίοδο εμφανίζεται σε γνωστές μπουάτ της Πλάκας, ενώ λίγο αργότερα κυκλοφορούν οι δίσκοι της «Αρλέτα 2», «Στο ρυθμό του αγέρα» (1968), «12+1 τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι» (1969) και «Έξι μέρες» (1970).

Λίγο μετά τη χούντα τραγούδησε, μετά από πρόσκληση του Ζωρζ Μουστακί, στο θέατρο «Bobino» στο Παρίσι. Ακολούθησαν δίσκοι όπως το «Romancero gitano» (1978) του Μίκη Θεοδωράκη (σε ποίηση Λόρκα και απόδοση Ελύτη), ενώ το 1981 ηχογραφεί το «Ένα καπέλο γεμάτο τραγούδια» (1981), τον πρώτο δίσκο με δικό της υλικό.

Το 1984 και το 1985 γνώρισε μεγάλη επιτυχία με τραγούδια που της έγραψαν ο συνθέτης Λάκης Παπαδόπουλος και η στιχουργός Μαριανίνα Κριεζή στους δίσκους «Περίπου» και «Τσάι Γιασεμιού». Σε αυτούς ξεχώρισαν τα τραγούδια, όπως «Σερενάτα», «Τσάι γιασεμιού», «Τα ήσυχα βράδια» και «Βatida de coco».

Το 1997 κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Από που πάνε για την άνοιξη» (Εκδόσεις Καστανιώτη) με στίχους, πεζά και ζωγραφιές.

Οι δυο τελευταίοι δίσκοι της ήταν ο διπλός «Και πάλι χαίρετε» (2009) και ο αγγλόφωνος «Demo» (2010) με δέκα τραγούδια που βρέθηκαν 35 χρόνια μετά την ηχογράφησή τους στο αρχείο της «Lyra» και τα οποία δεν είχαν κυκλοφορήσει ως τότε.