Σε όποια χώρα του πολιτικά πολιτισμένου κόσμου κάνει κάποιος μια αντιπαραβολή μεταξύ μιας πολιτικής εκπομπής του σήμερα και πριν από 20 ή 30 χρόνια, είναι αρκετά εύκολο να αντιληφθεί τη διαφορά. Τα ρούχα των καλεσμένων είναι αλλιώτικα. Η τηλεοπτική αισθητική, όπως αναδύεται από τον φωτισμό και τα σκηνικά. Η έλλειψη περισσότερων γυναικών στα πολιτικά πάνελ. Ο πολιτικός λόγος και τα θέματα που συζητούνται.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, η Ευρώπη ανησυχούσε για τις προκλήσεις της ευρωπαϊκής ενοποίησης αλλά ήταν και αισιόδοξη μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την ιστορική επανένωση της Γερμανίας. Σήμερα ο προβληματισμός είναι γύρω από την άνοδο ακροδεξιών θυλάκων στα περισσότερα κράτη-μέλη, τις τρομοκρατικές απειλές και την ανάγκη για δημοκρατικό έλεγχο των νέων τεχνολογιών.

Η επιχειρηματολογία, η φρασεολογία και οι προβληματισμοί μεταβάλλονται με την πάροδο των χρόνων ακολουθώντας την πρόοδο των κοινωνιών. Γι’ αυτό και είναι πραγματικά εκπληκτικό ότι στην Ελλάδα η πολιτική αντιπαράθεση έχει παραμείνει στάσιμη. Σαν να μην πέρασε μία μέρα. Σαν να μην έχουμε αλλάξει αιώνα.

Από το «η Μακεδονία είναι ελληνική» του 1992 στο «Μακεδονία ξακουστή» του 2019. Από το «παραλάβαμε καμένη γη» – φράση-ψωμοτύρι όλων των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων – στην έκκληση για δημοψήφισμα ώστε «να φύγει η χειρότερη κυβέρνηση».

Ενα από τα λίγα που έχουν αλλάξει είναι το επίπεδο του πολιτικού λόγου. Το οποίο, δυστυχώς, έχει πάρει τον κατήφορο. Προσβολές, βία, φωνές και φρασεολογία πεζοδρομίου έγιναν τα απαραίτητα στοιχεία του καλού ρήτορα. Η χειραγώγηση των ψηφοφόρων και η αποποίηση των ευθυνών είναι τα δύο βασικά συστατικά κάθε πολιτικής συζήτησης. Πολιτικές διώξεις, κοινοβουλευτικά κουτσομπολιά, σκάνδαλα και ατάκες συνθέτουν την επικαιρότητα.

Στείρα και επιθετική αντιπολίτευση, «παρά φύση» συμμαχίες, καμία ελπίδα ουσιαστικής συναίνεσης και φυσικά ουδεμία συζήτηση για ζητήματα που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των πολιτών.

Οτιδήποτε έχει να κάνει με τεχνολογία, ακόμη κι αν πρόκειται να ενταχθεί στην υπηρεσία της Υγείας, της Παιδείας και, ακόμα περισσότερο, των ελεγκτικών μηχανισμών και της φοροδιαφυγής, θεωρείται ζήτημα μη πολιτικό. Σχεδόν χλευάζεται, καθώς δεν εντάσσεται σε κάποια παραδοσιακή ιδεολογία και δεν εξυπηρετεί την ψηφοθηρική ρητορική που εν τέλει οδήγησε στη φτωχοποίηση του έθνους.

Η επιφανειακή ανάλυση των θεμάτων, με ταυτόχρονη καταγγελία κατά πάντων, ευνοεί, φυσικά, τα άκρα. Οι «έμπειροι» πολιτικοί αποφάσισαν ότι αυτό είναι το μέλλον. Ο μόνος τρόπος να διατηρήσουν τα κεκτημένα. Ο μόνος τρόπος να κερδίσουν μερικά κουκιά ακόμα. Μετατρέποντας τους ψηφοφόρους από πολίτες σε πελάτες. Αγνόησαν όμως τη συνεχώς αυξανόμενη αποχή, όχι μόνο από την κάλπη, αλλά και γενικότερα από τα πολιτικά τεκταινόμενα του τόπου.

Ξέχασαν ότι εν αρχή είναι ο λόγος. Και ο μόνος τρόπος να αρχίσουν να αλλάζουν τα πράγματα είναι να αλλάξει ο πολιτικός λόγος.

Η κυρία Κατερίνα Μπακογιάννη είναι εκπρόσωπος Τύπου στο Ποτάμι.