H εταιρεία Vox Pop Analysis μια ΙΚΕ την οποία διευθύνει ο κ. Γιάννης Σκλιάς, πρώην υποψήφιος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στην Κορινθία και πρώην φοιτητής του υπουργού Επικρατείας Χρ. Βερναρδάκη είχε έρθει στη δημοσιότητα τον Ιούλιο του 2018 με μια δημοσκόπηση που είχε προκαλέσει μεγάλο θόρυβο γιατί επέμεινε σε ένα μεγάλο κλείσιμο της «ψαλίδας» ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ.

Ανάλογο θόρυβο είχε προκαλέσει και νέα έρευνά της, πάλι για την ίδια εφημερίδα, τον Σεπτέμβριο του 2018 που κατέληγε στο ίδιο συμπέρασμα της ψαλίδας που κλείνει.

Τώρα η εταιρεία ξαναχτυπά με μια δημοσκόπηση την οποία παρήγγειλε πάλι η εφημερίδα Documento και η οποία υποστηρίζει ότι οι εκλογές θα είναι ένα ντέρμπι ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ σε αντίθεση με όλες τις άλλες δημοσκοπήσεις που αναφέρουν ότι υπάρχει μια σαφής πρωτιά της Νέας Δημοκρατίας.

Τότε ο θόρυβος που είχε ξεσπάσει είχε επικεντρώσει στις τεχνικές που είχε χρησιμοποιήσει η εταιρεία.

Συγκεκριμένα η εταιρεία υποστήριζε ότι χρησιμοποίησε την τεχνική του river sampling. Την ίδια τεχνική χρησιμοποίησε και στην τωρινή έρευνα.

Η τεχνική αυτή έγκειται στην προσπάθεια συγκέντρωσης απαντήσεων σε ερωτηματολόγια μέσω διαδικτύου, π.χ. μέσω εμφάνισης σε ιστοσελίδες ή σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Ανήκει στην κατηγορία των «μη πιθανολογικών δειγματοληψιών», δηλαδή σε αντίθεση με άλλες έρευνες δεν προσπαθεί να πάρει ένα πραγματικά τυχαίο και αντιπροσωπευτικό δείγμα.

Τέτοιες τεχνικές μπορούν να δώσουν εικόνα για τάσεις, ιδίως εάν επαναλαμβάνονται συχνά και άρα εντοπίζονται μεταβολές, αλλά σε γενικές γραμμές δεν χρησιμοποιούνται για ευαίσθητες δημοσκοπήσεις όπως είναι οι πολιτικές δημοσκοπήσεις.

Ο λόγος είναι ότι και το δείγμα δεν είναι αντιπροσωπευτικό και υπάρχει μικρός βαθμός ελέγχου της αξιοπιστίας των απαντήσεων, αποφυγής πολλαπλών απαντήσεων από έναν άνθρωπο, μαζί με όλα τα προβλήματα του τρόπου με τον οποίο συμπεριφέρονται στο διαδίκτυο οι άνθρωποι (υψηλότερη πιθανότητα απαντήσεων που θα είναι «της πλάκας»).

Η περιγραφή που δίνει η εταιρεία της έρευνας αποτυπώνει και τα προβλήματα μαζί με αυτή: «Η δειγματοληψία έγινε με riversampling από το διαδίκτυο με αλγοριθμική δειγματοληψία στον γενικό πληθυσμό (ηλικία 17+) και στη συνέχεια με ειδική στόχευση στο φύλο και στην ηλικία (ηλικιακή ομάδα 65+) με χρήση δομημένου ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου.

Τα καλώς συμπληρωμένα ερωτηματολόγια ανήλθαν σε 7.536. Από αυτά εξάχθηκε ένα τυχαίο και αντιπροσωπευτικό δείγμα με βάση το φύλο, την ηλικία, τη γεωγραφία (σε επίπεδο περιφέρειας) και την ψήφο στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Το τελικό δείγμα είναι 1.203».

Ήδη αυτή η τεχνική γεννά ερωτήματα για την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων.

Η λογική ότι πρώτη συγκεντρώνεται ένα μη πιθανολογικό δείγμα και μετά από αυτό εξάγεται ένα υποτίθεται τυχαίο και αντιπροσωπευτικό δείγμα με βάση τα κριτήρια αναφοράς, δεν δείχνει να εγγυάται ακριβώς ότι είμαστε μέσα στα όρια εγκυρότητας μιας πολιτικής δημοσκόπησης.

Η αναφορά ότι έγινε με βάση τους κανόνες της ESOMAR για τη διαδικτυακή έρευνα δεν εξασφαλίζει αυτόματα εγκυρότητα, μια που και η ESOMAR αυτό που κάνει στις οδηγίες της για αυτές τις έρευνες είναι να υπογραμμίζει και τις δυσκολίες σε σχέση με αυτές, την ανάγκη προσοχής και την τήρηση κανόνων δεοντολογίας.

Είναι γεγονός ότι σήμερα οι τεχνικές δημοσκοπήσεων είναι σε μια μεταβατική φάση.

Το πέρασμα από τις έρευνες «πόρτα-πόρτα» (όπου ήταν πιο εύκολο να εξασφαλίζεται ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα) στις τηλεφωνικές, με όλα τα προβλήματα της απροθυμίας απάντησης ή των ανθρώπων που δεν έχουν σταθερό τηλέφωνο, άνοιξε το δρόμο για νέες τεχνικές, που θα στηρίζονται περισσότερο στην παρατήρηση των αλλαγών τάσεων μέσα στο χρόνο παρά στην προσπάθεια για καλή αρχική δειγματοληψία.

Όμως, τέτοιες τεχνικές απαιτούν χρόνο, συστηματικότητα, μεθοδικότητα, επανάληψη.

Αντίθετα, έρευνες όπως αυτή που συζητάμε παραπέμπουν σε μια άλλη κατεύθυνση.

Στη λογική της έρευνας «μίας χρήσης», της έρευνας που παραγγέλλεται απλώς και μόνο για να έχει ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα μια φιλοΣΥΡΙΖΑ εφημερίδα και να τονωθεί το ηθικό του κομματικού μηχανισμού.

Έχει γραφτεί ότι η εταιρεία αυτή εντάσσεται σε ένα πλαίσιο συνεργασιών του υπουργού Επικρατείας και επίσημου δημοσκόπου του ΣΥΡΙΖΑ, του Χριστόφορου Βερναρδάκη, που σε συνέντευξή του έχει παραδεχτεί ότι συνεργάζεται με νέους ερευνητές και χρησιμοποιεί τα πορίσματά τους.

Μόνο που φαντάζομαι ότι ένας έμπειρος δημοσκόπος όπως ο Βερναρδάκης γνωρίζει ότι από τέτοιες έρευνες μπορείς π.χ. να κάνει εκτιμήσεις για τάσεις (π.χ. όλοι ξέρουν ότι λόγω διαφορετικού ποσοστού συσπείρωσης η τελική διαφορά ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι μικρότερη από όσο λένε τώρα ορισμένες δημοσκοπήσεις), όμως γνωρίζει ότι τίτλοι όπως «ντέρμπι οι εκλογές» απέχουν από την πραγματικότητα.

Οι πολιτικές δημοσκοπήσεις είναι πολύ σοβαρή υπόθεση. Από αυτές κρίνονται πολιτικές εξελίξεις και επιλογές. Επηρεάζουν την κοινή γνώμη. Τις επικαλούνται κυβερνήσεις και κόμματα ως παράγοντα νομιμοποίησης ή απονομιμοποίησης πολιτικών.

Γι’ αυτό και δεν μπορούν να καταλήξουν fake news. Γιατί τότε ένα εργαλείο πολύτιμο κοινωνικές έρευνας θα έχει απαξιωθεί. Και χαμένοι θα είναι όλοι.