Παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση, ασφάλεια του κυβερνοχώρου, άνοδος του λαϊκισμού και ανοιχτά πολεμικά μέτωπα. Δίπλα σε αυτά τα προβλεπόμενα θέματα που συζητήθηκαν στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας, ένα διαφορετικό έκανε εφέτος ντεμπούτο, απασχολώντας κυρίως τους άρρενες συμμετέχοντες: πώς ένας ανώτερος στην εταιρική ιεραρχία άνδρας μπορεί να είναι μέντορας μιας γυναίκας υπαλλήλου χωρίς να υπάρχουν παρεξηγήσεις.

Με απλά λόγια, αρκετοί ήταν εκείνοι που αναγνώρισαν τη σημασία της επαγγελματικής εκπαίδευσης γυναικών στην εποχή όπου το κίνημα #MeToo, άλλαξε άρδην τα δεδομένα στο εργασιακό περιβάλλον. «Σήμερα σκέφτομαι δύο φορές να ξοδέψω χρόνο καθοδηγώντας μια νέα γυναίκα συνάδελφο» δήλωσε ένας αμερικανός οικονομικός διευθυντής μιλώντας στους «New York Times» υπό το καθεστώς της ανωνυμίας επειδή το θέμα (όπως αναφέρει) είναι «πάρα πολύ ευαίσθητο».

Το κίνημα #MeToo, το οποίο ήρθε στο προσκήνιο το φθινόπωρο του 2017, συνεχίζει να έχει τεράστια απήχηση 15 μήνες αργότερα. Εκατομμύρια γυναίκες ανά τον κόσμο έσπασαν τη σιωπή τους, μιλώντας δημόσια για ένα θέμα που μέχρι σήμερα θεωρούσαν ταμπού. Πάνω από 200 άνδρες με ισχυρές θέσεις έχασαν τη δουλειά τους και σχεδόν τους μισούς από αυτούς διαδέχθηκαν γυναίκες. Την ίδια ώρα, η μία μετά την άλλη εκατοντάδες εταιρείες προχώρησαν σε ενδο-εταιρικές ρυθμίσεις και επέβαλαν αλλαγή στους κανόνες συμπεριφοράς.

Το κίνημα γιγαντώθηκε. Εκατομμύρια γυναίκες διεκδίκησαν σε κάθε χώρο εργασίας σεβασμό, ελήφθησαν νομοθετικές πρωτοβουλίες με στόχο την τιμωρία των εταιρειών που ανέχονται ανάρμοστες συμπεριφορές, μπήκε τέλος στην κουλτούρα των εξωδικαστικών συμφωνιών που ήθελε τα στόματα να μένουν κλειστά.

Ομως σε μεγάλο βαθμό τα πράγματα έφθασαν στα άκρα. Στελέχη και αναλυτές αναφέρουν ότι με την επιδίωξη της ελαχιστοποίησης του κινδύνου σεξουαλικών παρενοχλήσεων και ανάλογων συμπεριφορών, εν τέλει αυτό που κατάφεραν είναι να περιοριστεί δραματικά η επαγγελματική επαφή. Η συνεργασία δηλαδή ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες που κατέχουν ανώτερες θέσεις, με συνέπεια οι πρώτες να στερούνται την πολύτιμη καθοδήγηση στη δουλειά από τους προϊσταμένους τους.

«Βασικά, το κίνημα #MeToo έχει γίνει θέμα διαχείρισης κινδύνου για τους άνδρες» δηλώνει χαρακτηριστικά η Λάουρα Λίσγουντ, γενική γραμματέας του Συμβουλίου των Γυναικών World Leaders, οργάνωση πρώην και νυν πολιτικών ηγετών που είναι γυναίκες. Για του λόγου το αληθές… τον περασμένο Φεβρουάριο δύο διαδικτυακές έρευνες σχετικά με τις επιπτώσεις του κινήματος #MeToo στον χώρο εργασίας, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι σχεδόν οι μισοί άνδρες διευθυντές νιώθουν άβολα όταν συμμετέχουν σε μία ή περισσότερες κοινές εργασίες με γυναίκες συναδέλφους, ενώ ένας στους έξι άνδρες διευθυντές δεν νιώθει άνετα όταν καλείται να συμβουλεύει γυναίκες συναδέλφους.

Σε άλλες περιπτώσεις, στελέχη διστάζουν να πραγματοποιούν συναντήσεις με γυναίκες που κατέχουν κατώτερες θέσεις υπό τον φόβο ότι οι προθέσεις τους μπορεί να παρερμηνευθούν. Ειδικοί ισχυρίζονται ότι εάν συνεχιστεί αυτό να συμβαίνει, θα υπάρξει μεγάλη οπισθοδρόμηση καθώς τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη σε εταιρείες και άλλα επαγγελματικά περιβάλλοντα είναι ως το επί το πλείστον άνδρες.

Τονίζουν ότι η απάντηση σε αυτή την τάση είναι η σωστή εκπαίδευση και ταυτόχρονα η εκτίμηση του κινδύνου και ο εντοπισμός των θυτών σεξουαλικής παρενόχλησης. Τα παραδοσιακά εργαλεία όπως οι έρευνες των εργαζομένων δεν είναι αποτελεσματικά – αναφέρουν -, σε αντίθεση με τα τεχνολογικά εργαλεία που μπορούν να φέρουν στο φως αυτές τις πρακτικές. Και βέβαια το σημαντικότερο όπλο, καταλήγουν, είναι η μηδενική ανοχή σε τέτοιου είδους συμπεριφορές.

Στην πρόσφατη έκθεσή του σχετικά με τις εκπαιδευτικές ευκαιρίες, το προσδόκιμο ζωής, την ισότητα ευκαιριών και άλλους παράγοντες, το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ προέβλεψε ότι θα χρειαστούν 202 χρόνια για την επίτευξη της ισότητας των φύλων στον εργασιακό χώρο. Αναμφίβολα ο δρόμος είναι μακρύς και τα πράγματα δεν αλλάζουν από τη μια μέρα στην άλλη. Παρ’ όλα αυτά, η πρόοδος που έχει σημειώσει το κίνημα #MeToo είναι σημαντική και αυτό από μόνο του είναι ένα θετικό σημάδι.