Εκατοντάδες μουσουλμάνοι κρατούμενοι σε καταυλισμούς στη μακρινή Δυτική Κίνα βρίσκονται σκυμμένοι επάνω σε ραπτομηχανές, στη γραμμή παραγωγής. Εργάζονται πολλούς μήνες εκεί και έχουν αποκηρύξει τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Τώρα η κυβέρνηση τους επιδεικνύει στην τηλεόραση ως «πρότυπα μετάνοιας», εργάτες σε εργοστάσια που κερδίζουν καλές αμοιβές και έχουν εξασφαλίσει την πολιτική τους… σωτηρία.

Το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας σε μια επιχείρηση προπαγάνδας αναφέρει ότι οι καταυλισμοί που επεκτείνονται μέρα τη μέρα στην επαρχία Σιντζιάνγκ παρέχουν εργασιακή κατάρτιση, βάζοντας κρατουμένους να εργάζονται για το «καλό» τους, καθώς τους προσφέρει διαφυγή από τη φτώχεια και την οπισθοδρόμηση αλλά και τους πειρασμούς του ριζοσπαστικού Ισλάμ.

Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά είναι άκρως ανησυχητικά, καθώς υποδεικνύουν την ύπαρξη ενός συστήματος καταναγκαστικής εργασίας και έρχονται να εντείνουν τη διεθνή κατακραυγή εναντίον της Κίνας για τις δραστικές της προσπάθειες να ελέγξει ή να κάνει πλύση εγκεφάλου σε μια εθνοτική μειονότητα άνω των 12 εκατομμυρίων στην επαρχία Σιντζιάνγκ.

Αναφορές από την περιοχή, δορυφορικές εικόνες και ανεπίσημα έγγραφα δείχνουν ότι ο αριθμός των φυλακισμένων-εργατών που στέλνονται σε νέα εργοστάσια αυξάνεται. Αυτά είναι χτισμένα μέσα ή κοντά στους καταυλισμούς που έχουν συγκεντρώσει τους κρατουμένους, οι οποίοι δεν έχουν καμία ουσιαστικά επιλογή παρά να δεχθούν τις δουλειές και να εκτελούν εντολές.

«Αυτοί οι άνθρωποι παρέχουν τσάμπα ή χαμηλού κόστους καταναγκαστική εργασία» δηλώνει στους «New York Times» ο Μεχμέν Βολκάν Κασικτσί, ερευνητής στην Τουρκία, ο οποίος συλλέγει αναφορές εργατών στα εργοστάσια μέσα από συνεντεύξεις συγγενών τους, ενώ προσθέτει ότι «δεν σταματούν να έρχονται σε μένα ιστορίες αυτών των ανθρώπων».

Η Κίνα έχει αψηφήσει τη διεθνή κατακραυγή εναντίον του προγράμματος εγκλεισμού μουσουλμάνων στην επαρχία Σιντζιάνγκ, τους οποίους αναγκάζει να απαρνηθούν τα θρησκευτικά τους πιστεύω και να δηλώσουν αφοσίωση στο κόμμα. Το νεοεμφανιζόμενο πρόγραμμα καταναγκαστικής εργασίας καταδεικνύει την πρόθεση του Πεκίνου να συνεχίσει τη λειτουργία των καταυλισμών παρά τις αντιδράσεις των Ηνωμένων Εθνών, των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων κυβερνήσεων.

Το εν λόγω πρόγραμμα έχει στόχο να μετατρέψει τους Ουιγούρους, τους Καζάκους και άλλες εθνοτικές μειονότητες που βρίσκονται διασκορπισμένοι στην περιοχή – πολλοί από αυτούς είναι αγρότες, καταστηματάρχες και έμποροι – σε ένα πειθαρχημένο κινεζόφωνο εργατικό δυναμικό, πιστό στο Κομμουνιστικό Κόμμα και στους εργοστασιάρχες, σύμφωνα με επίσημα σχέδια που έχουν δημοσιευθεί στο Διαδίκτυο.

Τα σχέδια αυτά περιγράφουν τους καταυλισμούς ως κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης και δεν διευκρινίζουν αν οι τρόφιμοι υποχρεούνται να δέχονται εργασίες στα εργοστάσια ή αλλού. Ωστόσο, οι περιορισμοί στη μετακίνηση και την απασχόληση των μουσουλμανικών μειονοτήτων στην επαρχία Σιντζιάνγκ, καθώς και η προσπάθεια της κυβέρνησης να πείσει επιχειρηματίες να ανοίξουν εργοστάσια γύρω από τα στρατόπεδα, δείχνουν ότι οι εργάτες δεν έχουν πολλές επιλογές.

Ο Σερικτζάν Μπιλάς, ιδρυτής της Ατατζούρτ Καζάκ, μιας οργάνωσης στο Καζακστάν για τα ανθρώπινα δικαιώματα η οποία βοηθά Καζάκους που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την επαρχία Σιντζιάνγκ, δήλωσε ότι έχει πάρει συνέντευξη από συγγενείς 10 κρατουμένων που είχαν εργαστεί σε αυτά τα εργοστάσια. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες τους, τους ανάγκαζαν να δουλέψουν εκεί αφού πρώτα τους έκαναν «κατήχηση», ενώ οι συνθήκες εργασίας ήταν εξαιρετικά δύσκολες και οι μισθοί πολύ χαμηλοί.

Την ίδια ώρα, ανεξάρτητες αναφορές από κρατουμένους που εργάστηκαν στα εργοστάσια είναι σπάνιες. Η αστυνομία κάνει μπλόκα γύρω από τα στρατόπεδα απαγορεύοντας ουσιαστικά σε ξένους δημοσιογράφους να προσεγγίσουν την περιοχή και να πάρουν συνεντεύξεις.

Και οι περισσότεροι Ουιγούροι που έχουν εγκαταλείψει τη Σιντζιάνγκ το έκαναν προτού επεκταθούν τους τελευταίους μήνες τα προγράμματα «κατάρτισης». Από την πλευρά της η τοπική κυβέρνηση της επαρχίας δεν απαντά σε ερωτήσεις ξένων δημοσιογράφων, ούτε το Γραφείο Πληροφοριών του Κρατικού Συμβουλίου.