Στην πολιτική σκηνή πολλές φορές ζούμε το θέατρο του παραλόγου. Η κατάσταση πραγμάτων προβάλει πάντα ρευστή, αβέβαιη και πολλές φορές παράλογη, εξωπραγματική. Στη δίνη των γεγονότων στην περιοχή μας (εθνικά θέματα) και τις φωτιές της Μέσης Ανατολής, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια συνεχώς βαραίνουν τους πολίτες. Ο δημόσιος λόγος φαίνεται πολλές φορές παράλογος. Τι σημαίνει το«Παράλογο»:σκέψη χωρίς λόγο. Σκέψη που δεν συμβαδίζει με τους κανόνες της κοινής λογικής.Είναι χρήσιμο θεωρητικά, αλλά και πρακτικά να κατανοήσουμε την έννοια του παραλόγου, καθώς και την εφαρμογή της στα δημόσια πράγματα μάλιστα, όταν η χώρα έχει ανάγκη να βγει από τη σφαίρα του παραλόγου.

Οι φιλόσοφοι προσδιορίζουν το περιεχόμενο της λέξης, ως τη διαρκή σύγκρουση της ανθρώπινης φύσης να βρει το νόημα της ζωής, τις αξίες και τις αρετές της, με την ανθρώπινη αδυναμία να ανταποκριθεί σ’ αυτό το στόχο. Ατομικά να διαμορφώσει απόλυτη πεποίθηση για το νόημα της ζωής. Να αξιολογήσει το μεσοδιάστημα από τη γέννηση του ανθρώπου μέχρι τον θάνατό του. Αυτό το μεσοδιάστημα προσδιορίζει ο Καζαντζάκης ως ζωή. Την αέναη προσπάθεια της ανθρώπινης ύπαρξης, το σύμβολο του παραλογισμού της ύπαρξης, την περιγράφει ο Καμύ με παραστατικό τρόπο στο αφήγημα «Πέτρα του Σίσυφου».

Πέρα από τη φιλοσοφική διάσταση των πραγμάτων, στην πεζή πραγματικότητα, επί του πρακτέου παράλογο σημαίνει: Κάποιος προσπαθεί να δράσει σε κάτι που η σκέψη και η λογική του λέει «δεν μπορείς να δράσεις».Κάποιος που στη δημόσια σφαίρα, με εργαλείο την πίστη, φαντασιώνεται έναν άλλον κόσμο, εξωπραγματικό.Μπορείς να θέλεις, να ονειρεύεσαι, να φαντασιώνεσαι, να αυταπατάσαι ότι μπορείς να κάνεις το αδύνατο δυνατό, αλλά η πραγματικότητα σε διαψεύδει.

Οι θρησκευόμενοι δίνουν λύση στο παράλογο της ύπαρξης με τον παράδεισο και τη δευτέρα κρίση. Οι πιστοί με την πίστη τους λύνουν έτσι το υπαρξιακό πρόβλημάτους. Δεν είναι όμως παράλογο, επί του πρακτέου, να φουντώνουν αιματηροί πόλεμοι στη βάση αυτής της πίστης; Δεν βιώνει αυτή τη βία του παραλόγου ο πλανήτης; (ISSκαι τζιχαντισμός).

Τα κομμουνιστικά κινήματα έδωσαν λύση στα υπαρξιακά ζητήματα της εργατικής τάξης με το παράλογο της αταξικής κοινωνίας, την κατάργηση κάθε μορφής εκμετάλλευσης. Δεν είναι όμως παράλογο και ανελεύθερο με βίαιη και αυταρχική, καθεστωτική εξουσία τα κομμουνιστικά κόμματα να θέλουν να επιβάλουν αυτή την επιλογή; (Ζήσαμε τις εμπειρίες των χωρών του «υπαρκτού» σοσιαλισμού κ.α.).

Στα καθ’ ημάς στη μνημονιακή περίοδο, βιώσαμε και ζούμε στη δημόσια ζωή έναν πολιτικό λόγο με ιδέες και λόγια του παραλόγου.Στη δίνη αυτού του παραλόγου βρισκόμαστε και σήμερα αντιμετωπίζοντας με αυτή την επιλογή τα μεγάλα εθνικά, οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα του τόπου.

Κλασική περίπτωση παραλόγου (και όχι αυταπάτης) στο δημόσιο λόγο το μήνυμα των κυβερνόντων προς τον λαό ότι: «με ένα άρθρο θα ακυρώσουν τα μνημόνια» και ότι οι δανειστές «θα χορεύουν στους ρυθμούς της κρητικής λύρας»!!!

Μήπως όμως και σήμερα δεν είναι παράλογο (ασαφές, αβέβαιο και αμφίσημο) το μήνυμα πάμε για «καθαρή» έξοδο από τα μνημόνια. Όταν οι πάντες γνωρίζουν ότι οι ρυθμίσεις των μνημονίων θα μας ακολουθήσουν είτε με «χαλαρή» είτε με «αυστηρή» εποπτεία μέχρι το 2099.

Δεν είναι παράλογο να ξαναφέρνουμε στην πολιτική σκηνή το εμφυλιοπολεμικό πνεύμα και την πρακτική του;
Θα μπορούσα να κάνω αναφορές σε πολλές τέτοιες παράλογες σκέψεις και ιδέες που ακούσθηκαν και ακούγονται στο κυνήγι για την εξουσία. Είναι χρήσιμες αυτές οι επισημάνσεις, διότι στην πολιτική σκηνή σήμερα συνεχίζουμε να ζούμε το θέατρο του παραλόγου: Η εμφυλιοπολεμική, υπαρξιακή κατάσταση του «εμείς ή αυτοί» οδηγεί σε εξωπραγματικές καταστάσεις εξόντωσης του αντιπάλου. Αυτού του είδους οι παράλογες σκέψεις και ιδέες, ζωντανεύουν από τις στάχτες πυρακτωμένα κάρβουνα, που έκαψαν και διαίρεσαν τον λαό μας για πολλά χρόνια (εμφύλιος, χούντες κ.α.). Φαίνεται δεν παίρνουμε μαθήματα από τα παθήματα και όλα είναι ρευστά και πολλές φορές εξωπραγματικά. Ο χρόνος, ο τόπος, η ταυτότητα των πραγμάτων είναι ασαφείς και αμφίσημοι. Οι πολιτικοί διάλογοι είναι συγκρουσιακοί, αυταρχικοί, δυσνόητοι και προκαλούν είτε ονειρικές καταστάσεις, είτε εφιαλτικές διαστάσεις για το αύριο της χώρας και των πολιτών. Ουδείς μπορεί να ισχυρισθεί σοβαρά το αντίθετο.

Σ’ αυτή τη δίνη του παραλογισμού βρίσκεται ακόμη η χώρα. Βιώνουμε σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής διαφορετικές πραγματικότητες. Αυτές οι διαφορετικές πραγματικότητες εξηγούν τη μεγάλη αμφισημία στη συμπεριφορά των πολιτών. Εξηγούν το «διαζύγιο» μεταξύ των ιδεών και της πραγματικότητας. «Να ζει κανείς ή να μη ζει» το Σαιξπηρικό αυτό ερώτημα πλανάται και απασχολεί πολύ κόσμο. Η αγωνία, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια έχουν κυριεύσει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας, στο υπαρξιακό πρόβλημα για το νόημα της ζωής.
Η αγωνία εκφράζει μία ψυχοσωματική κατάσταση, όπως περιγράφουν οι ψυχολόγοι, που δημιουργεί συναισθήματα αδράνειας και απελπισίας, από ένα ορατό ή αβέβαιο γεγονός για το αύριο. Αυτά τα συναισθήματα αντικατοπτρίζονται και στη δημόσια σφαίρα, στην τεράστια έλλειψη εμπιστοσύνης στην πολιτική και τους θεσμούς. Ταυτόχρονα όμως, κατά τρόπο αντιφατικό, παρά τη μεγάλη αμφισβήτηση, οι ίδιοι οι πολίτες εναποθέτουν την ελπίδα τους στην πολιτική.Θέλγονται από τον παράλογο που υπόσχεται επίγειους παραδείσους και εξολόθρευση των αντιπάλων. Η κατανόηση αυτής της αντίφασης δεν είναι απλή. Πέραν όμως από τις υπαρξιακές αναζητήσεις, τις προσωπικές, υπάρχουν και οι κοινές, οι συλλογικές που αφορούν την υπαρξιακή πορεία της χώρας:

Πρώτα το εθνικό συμφέρον, βροντοφωνάζουν άπαντες, και μετά οι κομματικές επιδιώξεις.Στην πράξη όμως συμβαίνει το παράλογο και ακριβώς αντίθετο. Τα πάντα βρίσκονται σε αδυσώπητο ανταγωνισμό.

Είναι παράλογο να προσπαθούν εκατέρωθεν οι παρατάξεις να κερδίσουν λίγο έδαφος στα εθνικά θέματα (Σκοπιανό, Θράκη, Αιγαίο, Κύπρος, παράνομη κράτηση των δύο στρατιωτικών κ.α.), τη στιγμή που η χώρα δέχεται πολλές προκλήσεις. Είναι καιρός πρωτίστως για τους κυβερνώντες, να κατανοήσουν ότι είναι παράλογο να πιστεύουν ότι μόνοι τους (ή αποκλειστικά αυτοί μόνο) μπορούν να σηκώσουν το βάρος των προκλήσεων. Πέρα από τέτοιου είδους παράλογες σκέψεις και ιδέες, υπάρχουν οι πράξεις και οι στρατηγικές για την πορεία της χώρας στο μέλλον. To νέο πατριωτικό μέτωπο στο εθνικό τοπίο δεν διαμορφώνεται με το εμφυλιακό πνεύμα και την πρακτική «εμείς και οι άλλοι», το «παλιό σύστημα» και η «πρώτη φορά αριστερά». Είναι ανάγκη να κατανοήσουμεοι πάντες ότι η «Πέτρα του Σίσυφου» είναι ένα στοιχείο προβληματισμού, όχι μόνο για τα υπαρξιακά ζητήματα του καθενός μας αλλά και για το υπαρξιακό ζήτημα της χώρας και του έθνους στο μέλλον.

Ο ιστορικός δεν θα κρίνει ποιος κέρδισε τις επόμενες εκλογές, αλλά ποιος μίλησε για τις επόμενες γενεές των Ελλήνων.
Είναι παράλογο στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο, χάριν κομματικών στρατηγικών να γίνεται ένας ανέξοδος πόλεμος χαρακωμάτων με μηνύματα: περί «καθαρής» εξόδου από τα μνημόνια, καθώς και νέες υποσχέσεις για «μεταμνημονιακό» προγραμματισμό που θα μας οδηγήσειπερίπου στον επίγειο παράδεισο. Μάλιστα, όταν οι πάντες στοιχειωδώς γνωρίζουν ότι η άνθηση της οικονομίας που θα ισχυροποιήσει τη χώρα και θα συμβάλει στην αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, προϋποθέτει καθαρές και όχι παράλογες (χάριν εκλογών) θέσεις και ιδέες.
Ο σεβασμός στα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, προϋποθέτει ισχυρή οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα και όχι παλικαριές και ξεφωνήματα.

Βέβαια, δεν μπορεί κανείς να αγνοεί, ότι ολόκληρος ο πλανήτης βιώνει τη δίνη του παραλογισμού. Οι αυταρχικές – προσωπικές εξουσίες, έχουν ασφυκτικά περιορίσει την ισχύ των θεσμών της κοινοβουλευτικής – δυτικής Δημοκρατίας. Τα σύμβολα της αυταρχικής μορφής εξουσίας καθρεπτίζονται στις μεγάλες δυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα κ.α.) και επεκτείνονται σε όλον τον πλανήτη με παράλογες ιδέες και σκέψεις, αλλά δυστυχώς και πρακτικές.
Στη σφαίρα του παραλογισμού, οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί της Δημοκρατίας, που συμφιλιώνουν αντιθέσεις και συγκρούσεις για την ειρηνική συμβίωση των λαών αποδυναμώνονται. Τίποτα δεν είναι όπως χθες. Και το αύριο είναι αβέβαιο. Σε αυτές τις προκλήσεις πως απαντάνε οι κομματικοί σχηματισμοί; Πώς σκέπτονται και συμπεριφέρονται οι πολίτες; Έχω βαθιά πεποίθηση ότι:Είναι επιτακτική ανάγκη ο δημόσιος, πολιτικός λόγος να βγει από τη δίνη του παραλογισμού. Να λένε τα πράγματα με το όνομά τους, όπως λέει ο ποιητής: Ο καθένας από μας και όλοι μαζί μπορούμε να βάλουμε ένα «λιθαράκι» σ’ αυτή την αλλαγή που αφορά τη νοοτροπία μας, η οποία επηρεάζει το υπαρξιακό μέλλον της χώρας και του έθνους. Προϋπόθεση βασική να το πιστέψουμε, οι ίδιοι και να βγούμε συλλογικά από τη δίνη του παραλόγου που βιώνουμε.