Η συζήτηση για τις δαπάνες Υγείας βασίζεται αφενός σε λανθασμένο υπολογισμό τους, ώστε να υποεκτιμώνται, και αφετέρου εξαντλείται στο επιχείρημα ότι δαπανούμε πολύ λιγότερα χρήματα από όσα χρειαζόμαστε. Διότι αποτελεί το άλλοθι των εκάστοτε κυβερνήσεων –μαζί με τις ελλείψεις σε προσωπικό –για να δικαιολογούνται η κακή ποιότητα των υπηρεσιών και η μεγάλη ταλαιπωρία των ασθενών. Για την αλήθεια σημειώνουμε ότι οι τελικές συνολικές δαπάνες Υγείας για το 2014 ανέρχονταν σε 16.475 εκατ. ευρώ (9,3% του ΑΕΠ, ποσοστό ικανοποιητικό), εκ των οποίων οι δημόσιες σε 10.539 εκατ., ήτοι 5,93% του ΑΕΠ.

Δυστυχώς, κανένας δεν ασχολείται συστηματικά με το αν οι υπηρεσίες που παρέχονται μπορούν να βελτιωθούν, ώστε να μειωθούν οι δαπάνες, αν τα χρήματα χρησιμοποιούνται αποδοτικά, και βέβαια αν μπορούμε να περιορίσουμε τις σπατάλες (όχι τις δαπάνες) που εξακολουθούν να υπάρχουν στο ΕΣΥ και στον ιδιωτικό τομέα (υπολογίζονται στο 30% των συνολικών δαπανών Υγείας). Οι μόνες πολιτικές που εφαρμόζονται στα χρόνια της κρίσης είναι η δικαιολογημένη –αλλά και αυθαίρετη πολλές φορές –μείωση των τιμών των φαρμάκων, των εργαστηριακών εξετάσεων και η μείωση των μισθών.

Για να μπορέσουμε να εξοικονομήσουμε τα 3 δισ. που προαναφέραμε, θα πρέπει να εφαρμοσθούν μια σειρά από ριζικές μεταρρυθμίσεις. Η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, εκτός από την εξοικονόμηση, θα συνοδευτεί με αύξηση της ποιότητας των υπηρεσιών, με μεγαλύτερη ικανοποίηση των χρηστών και με μείωση κατά 1 δισ. τουλάχιστον της δαπάνης για την Υγεία των νοικοκυριών. Θα επιτρέψει τη δημιουργία πολλών νέων θέσεων στο ΕΣΥ με σημαντική αύξηση των αποδοχών του προσωπικού (θα χρησιμοποιηθεί το 1 δισ. της εξοικονόμησης). Υπολογίζεται ότι το νέο ΕΣΥ θα στελεχωθεί με 40.000 γιατρούς –νοσοκομεία και πρωτοβάθμια, με 30.000 νοσηλευτές και 30.000 διοικητικό/επιστημονικό προσωπικό με μεγαλύτερους μισθούς. Το υπόλοιπο 1 δισ. μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην ανάπτυξη υποδομών, νέων υπηρεσιών και των κοινωνικών υπηρεσιών, κυρίως στους ηλικιωμένους και σε αυτούς που τους φροντίζουν.
Η εξοικονόμηση θα προέλθει από 8 δράσεις:
1
Τη μείωση των εισαγωγών και επανεισαγωγών στα νοσοκομεία κατά 510 χιλιάδες ή κατά 17%, που οδηγεί σε εξοικονόμηση 450 εκατ. ευρώ. Η Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη θέση σε εισαγωγές στην Ευρώπη. Για πολλές εισαγωγές δεν συντρέχει ιατρικός λόγος και τουλάχιστον το 20% των ασθενών επανεισάγεται στο νοσοκομείο εντός 30 ημερών. (Medicare) Πολλοί ασθενείς παρατείνουν την παραμονή στο νοσοκομείο διότι δεν υπάρχουν οι κατάλληλες κοινωνικές υπηρεσίες. Ερευνα στην Ιρλανδία αποκάλυψε ότι το 50% των εισαγωγών δεν έπρεπε να γίνουν, ενώ οργανισμοί Υγείας στις ΗΠΑ εφαρμόζοντας ειδικά προγράμματα πέτυχαν μείωση των εισαγωγών σε ποσοστό 40%-60%.
2
Τη μείωση της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης κατά 15% με εξοικονόμηση 650 εκατ. ευρώ (η οροφή της δημόσιας εξωνοσοκομειακής παραμένει στα 2 δισ., δίχως τα εμβόλια). Είμαστε πρωταθλητές στη συνταγογράφηση και την πολυφαρμακία. Μόνο η ενεργός συμμετοχή του ιατρικού σώματος και με κίνητρα μπορεί να μειώσει τη δαπάνη και να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της φαρμακευτικής αγωγής.
3
Τη μείωση της συνολικής δαπάνης για τις εργαστηριακές εξετάσεις κατά 20% με εξοικονόμηση 280 εκατ. ευρώ. Είμαστε πρώτοι στην Ευρώπη σε διαγνωστικές εξετάσεις υψηλής τεχνολογίας και δεύτεροι στα αντίστοιχα μηχανήματα (MRI και CT scanners). Πολλές εξετάσεις στο Δημόσιο κοστίζουν πολλαπλάσια χρήματα από ό,τι στον ιδιωτικό τομέα.
4
Τη μείωση της δαπάνης λόγω βελτίωσης της διοίκησης και της οργάνωσης του συστήματος, με εξοικονόμηση 300 εκατ. ευρώ. Το μεγαλύτερο όφελος θα προέλθει από την προώθηση σε θέσεις ευθύνης των κατάλληλων ανθρώπων.
5
Την εκπόνηση εθνικού σχεδίου πρόληψης και δημόσιας υγείας ώστε σε πρώτη φάση να εξοικονομηθούν 200 εκατ. ευρώ. Μόνο η μείωση κατά 10% της νοσηρότητας συγκεκριμένων νόσων μπορεί να εξοικονομήσει 1,5 δισ. ευρώ.
6
Το νέο σύστημα αποζημίωσης των υπηρεσιών (σύνδεση της αποζημίωσης με το αποτέλεσμα) θα οδηγήσει σε εξοικονόμηση 980 εκατ. Μόνο ο περιορισμός της αμοιβής κατά πράξη των γιατρών εξοικονομεί 530 εκατ. (το 50% της σημερινής δαπάνης). Αξιολόγηση των ιατρικών πράξεων ανάλογα με τα πρωτοκόλλα και φθηνότερες και καλύτερες υπηρεσίες.
7
Τη μείωση της δαπάνης για την υγεία των νοικοκυριών, σύνολο 1 δισ. ευρώ. Από τις προηγούμενες δράσεις τα νοικοκυριά θα εξοικονομήσουν 830 εκατ. Επιπλέον, θα εξοικονομήσουν το 50% των πληρωμών στα δημόσια νοσοκομεία (434 εκατ. το 2014) και το 50% από τις άλλες δαπάνες Υγείας (400 εκατ. ευρώ).
8
Την αλλαγή του νόμου για την ιατρική αμέλεια. Να γίνει πιο αντικειμενικός, και εξωδικαστικές επιλύσεις με επιτροπές.


Ο κ. Γεώργιος Βογιατζής είναι Παθολογοανατόμος PhD London School of Economics.


Ο κ. Γεώργιος Φαρμακίδης είναι καθηγητής Μαιευτικής – Γυναικολογίας

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ