Σάββατο απόγευμα, λίγο πάνω από το Καλλιμάρμαρο. Από τα ηχεία, η τρεμάμενη φωνή ενός ιερέα ακούγεται μέσα από τα στενά. Η φωνή του σπάει από συγκίνηση καθώς εγκαινιάζει με όλη τη λαμπρότητα που ονειρευόταν μια ζωή κάτι γραφεία με σβάστικες. Στο φανάρι, ένα παιδί κοντά στα 17 κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια και επιτηρεί βλοσυρό τα αυτοκίνητα. Είναι λεπτός, νευρικός και, όπως όλοι οι έφηβοι, έχει σκηνοθετήσει την παρουσία του: ξυρισμένο μαλλί, μαύρο μπουφάν, μαύρη φόρμα, βλέμμα σκληρό, δανεισμένο από τους μεγαλύτερους συναγωνιστές του. Αν τον κοιτάξεις προσεκτικά, καταλαβαίνεις πως είναι σχεδόν φοβισμένος, αλλά και περήφανος –του έχουν αναθέσει να φυλάει ένα νευραλγικό πόστο· λίγο πιο πάνω εγκαινιάζονται τα γραφεία της Χρυσής Αυγής στο Παγκράτι και αυτός έχει αναλάβει να στραβοκοιτάζει τους περαστικούς.
Ενα χιλιόμετρο μέσα στα στενά του Παγκρατίου, σε ένα καφενείο συνοικιακό, από αυτά τα τίμια καταστήματα με λιγοστά τραπέζια, πολλούς καπνούς και καμία γυναίκα, μια παρέα ηλικιωμένων συζητά: «Τους μαύρους πρέπει να τους θάψουμε, έχουν κάνει εισβολή στη χώρα μας» λέει ντυμένος άψογα με το φθαρμένο κοστούμι του ένας ηλικιωμένος και γύρω του, κουρασμένοι από τους καπνούς, τις πρώην συντάξεις και τις γυναίκες τους, συμφωνούν: πρέπει να βρεθεί εχθρός και να λιανιστεί αμέσως.
Την ίδια ώρα, στις ειδήσεις, τα νέα είναι μπερδεμένα. Από τη μία, χάσαμε το Νομπέλ, ο νέος εθνικός μύθος που χτίσαμε με τον παλιό ενθουσιασμό τού να μας αποδεχθούν ως υπέροχους τύπους «οι ξένοι» δόθηκε τελικά στον πρόεδρο της Κολομβίας. Χάσαμε, αλλά κερδίσαμε: Η υπέροχη Αιμιλία Καμβύση, η γιαγιά που είπε πως «έκανα το αυτονόητο, τάισα ένα παιδάκι», θα κυκλοφορεί πια ανενόχλητη στο χωριό της, καθώς «παρακαλούσα να μην το πάρω το βραβείο, γιατί υπήρχε μεγάλη γκρίνια στο χωριό. Γιατί εσύ να πάρεις Νομπέλ και όχι εμείς, έλεγαν διάφοροι. Δεν θα έβγαινε σε καλό» κατέληξε με την υπέροχη σοφία της.
Στις ειδήσεις, νέα σύγχυση. Σε ορισμένα σχολεία, αποφασισμένοι γονείς, απόγονοι της γενιάς των καταλήψεων, κλειδώνουν με μια κωμική περηφάνια που δεν κρύβει την ανεπάρκειά τους τα σχολεία των παιδιών τους για να μη συνυπάρξουν με πρόσφυγες, αλλά μόνο μαζί τους, για πάντα δέσμια ανόητων προγόνων. Σε άλλα σχολεία, παιδάκια χειροκροτούν τους συνομήλικους πρόσφυγες κάνοντας και τους πιο κυνικούς να δακρύσουν.
Στη Βουλή, ο Παύλος Μάμαλος, ο παραολυμπιονίκης, αφού πήρε το χρυσό μετάλλιο και δήλωνε και στο ΒΗΜΑgazino πριν από λίγες ημέρες πόσο κανονικός άνθρωπος είναι, πως η πολιτεία πρέπει να προσέξει τις δομές, πως τον κορόιδευαν οι συμμαθητές του, φωτογραφίζεται χαρωπός με εκπροσώπους της Χρυσής Αυγής, τους ίδιους που υποστηρίζουν το Αουσβιτς, όπου οι άνθρωποι με αναπηρίες εξοντώνονταν. Νωρίτερα, την προηγούμενη εβδομάδα, ο γνωστός για το γραφικό στυλ ομιλίας του πρώην μπασκετμπολίστας και εσαεί μέτριος προπονητής, Στηβ Γιατζόγλου, υποστήριξε τη Χρυσή Αυγή, ενώ στα περίπτερα φυλλάδες με 1,50 ευρώ κηρύττουν ανενόχλητες το ρατσιστικό μίσος.

Τελικά τι συμβαίνει; Είμαστε ρατσιστές ή όχι; Ολο και περισσότεροι άνθρωποι, απελπισμένοι από την αποκάλυψη της αυταπάτης τού σκισίματος των Μνημονίων, στρέφονται στον επόμενο πολιτικό σχεδιασμό που στρεψοδικεί και υπόσχεται δράση, τη Χρυσή Αυγή; Ή μήπως απλώς φωνάζουν πολύ, όντας απελπισμένοι; Είμαστε φιλόξενοι, έχουμε διδάξει πολιτισμό στην Ευρώπη ή τελικά μισούμε ό,τι δεν μας μοιάζει;
Οπως σε όλα στη ζωή, η αλήθεια είναι στη μέση. Επειδή η κοινωνία δεν λειτουργεί μαζικά, δίπλα στις ιστορίες φρίκης και ρατσισμού υπάρχουν απλές ιστορίες μεγαλείου. Ο άνθρωπος δεν είναι ένα πράγμα, ποτέ δεν ήταν. Και ακριβώς γι’ αυτό, όταν πιέζεται, αντιδρά παράλογα.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, από το συντονιστικό Οργανο Διαχείρισης της Προσφυγικής Κρίσης, στους χώρους φιλοξενίας εντός Ελλάδας βρίσκονται μόλις 60.788 πρόσφυγες. Τα προβλήματά μας είναι πολλά, αλλά η ξενοφοβία θα έπρεπε να είναι η τελευταία. Και αν κοιτάξεις προσεκτικά, πίσω από αυτούς που φωνάζουν, ψέλνουν, απειλούν και παραδοξολογούν με τρεμάμενη φωνή, υπάρχουν οι σιωπηλοί, οι κανονικοί άνθρωποι που βοηθούν τους αδύναμους όπου χρειάζεται: Δεν θα κερδίσουν ποτέ Νομπέλ, αλλά δεν τους νοιάζει. Εχουν σώσει ήδη την ψυχή τους.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ