Εκατοντάδες στεφάνια με λευκά λουλούδια, τα δάκρυα της οικογενείας του, συγγενών, συνεργατών και φίλων του, της οικογένειας Μητσοτάκη και λίγων πολιτικών συνόδευσαν τον Κυριάκο Μαμιδάκη, τον τραγικό αυτόχειρα, στην τελευταία κατοικία του.
Ο Κυριάκος Μαμιδάκης, πρόεδρος της εταιρείας Mamidoil – Jetoil, ήταν ο «πατριάρχης» του οικογενειακού ομίλου επιχειρήσεων που γεννήθηκε, γιγαντώθηκε και μεγάλωσε παράλληλα με την ελληνική οικονομία και έφτασε έπειτα από οκτώ κρίσης στο αδιέξοδο.
Η ουσιαστική πτώχευση της εταιρείας και τα αδιέξοδα στα οποία βρέθηκε ο ίδιος μετά από μισό αιώνα ιστορίας και αξιοπρέπειας τον οδήγησαν σε μια τραγική επιλογή, που συγκλόνισε όχι μόνο το περιβάλλον του και τους εργαζομένους στον Ομιλο αλλά και ολόκληρο τον επιχειρηματικό κόσμο.
Για το μέλλον της εταιρείας ελάχιστοι αισιοδοξούν. Στην αίτηση για υπαγωγή της στο άρθρο 99 η εταιρεία παραδέχεται ότι η εκποίηση των περιουσιακών της στοιχείων θα προσφέρει στους πιστωτές κάτι λιγότερο από 60 εκατομμύρια, τα οποία αντιστοιχούν στην αξία των ακινήτων της εταιρείας και των εγγυητών της. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί των συνολικών απαιτήσεων των πιστωτών της.
Ετσι, ζητεί την έγκριση του προγράμματος εξυγίανσης – ανασυγκρότησης – ανάπτυξης βασισμένου σε γενικές στοχεύσεις (αύξηση μεριδίου, πελατολογίου, ανάπτυξη νέων αγορών σε εσωτερικό και εξωτερικό, το οποίο έχει μεγαλύτερα περιθώρια), αναδιάρθρωση του μάνατζμεντ.
Ολα αυτά, χωρίς συγκεκριμένους μετρήσιμους στόχους και αναγνωρίζοντας ότι η εγχώρια αγορά καυσίμων, στην οποία κυρίως στηρίζεται, είναι προβληματική, έχει πληγεί από την υψηλή φορολόγηση.
Ουσιαστικά η εταιρεία βρίσκεται εκτός αγοράς εδώ και πολλούς μήνες και το μεγάλο πρόβλημά της, όπως το προσδιορίζουν οι άνθρωποι της αγοράς, είναι περίπου αντίστοιχο με αυτό της Μαρινόπουλος. Ενώ δηλαδή έχει γίνει δεκτό το αίτημα προστασίας από τους πιστωτές, αδυνατεί να βγει ξανά στην αγορά αφού οι προμηθευτές δεν της δίνουν καύσιμα.
Ο Κρητικός


Ο Κυριάκος Μαμιδάκης γεννήθηκε στο χωριό Ανώσκελη της επαρχίας Κισσάμου, του Νομού Χανίων το 1932. Τελείωσε την Εμπορική Σχολή το 1951. Ωστόσο, ως ανήσυχο πνεύμα που ήταν, παρακολούθησε δι’ αλληλογραφίας και ολοκλήρωσε τον κύκλο σπουδών του Κολεγιακού School of Career του LSΕ.
Το 1952 ξεκίνησε να εργάζεται δίπλα στον θείο του Γ. Ι. Μαμιδάκη στην Εμπορία Πετρελαιοειδών και τον Νοέμβριο του 1968 μαζί με τα αδέρφια του Γιώργο και Νίκο προχώρησαν σε δικές τους δραστηριότητες ιδρύοντας την Jetoil.
Η οικογένειά του είχε εξασφαλίσει άδεια μεταφοράς και πώλησης καυσίμων στην Κρήτη, με τα στοιχειώδη μέσα της εποχής και αργότερα εγκατέστησε και αποθηκευτικούς χώρους στην περιοχή του Αγίου Νικολάου, στο σημείο όπου αργότερα οι κληρονόμοι του θείου του έχτισαν μεγάλη ξενοδοχειακή μονάδα.
Στην εταιρεία Mamidoil ο εκλιπών ήταν πρόεδρος του ΔΣ, ενώ από τα οκτώ μέλη του τα έξι είναι μέλη της οικογένειας. Η εταιρεία από το ξεκίνημά της είχε τα χαρακτηριστικά της οικογενειακής επιχείρησης, στην οποία το μάνατζμεντ ασκούν οπωσδήποτε οι μέτοχοι-μέλη της οικογένειας, ενώ για την ανάπτυξή της αξιοποιούσε πολιτικές φιλίες και επιρροές.
Η Jetoil στα Βαλκάνια


Η εταιρεία εκτός από την Ελλάδα είχε έντονη δραστηριότητα στο εξωτερικό και κυρίως στη Γιουγκοσλαβία και στη συνέχεια στην πΓΔΜ, αργότερα στην Αλβανία, στο Κόσσοβο και στη Βουλγαρία. Η πρώτη επιχειρηματική επέκταση, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, επιτεύχθηκε με «όχημα» τις μεγάλες εγκαταστάσεις αποθήκευσης αργού και προϊόντων πετρελαίων στο Καλοχώρι της Θεσσαλονίκης, από όπου στη συνέχεια προωθούνταν σιδηροδρομικώς και οδικώς στην τότε Νότια Γιουγκοσλαβία και στη συνέχεια στο διυλιστήριο ΟΚΤΑ των Σκοπίων.
Οι εγκαταστάσεις αυτές αποτελούνται από 15 δεξαμενές χωρητικότητας 200.000 κυβικών μέτρων και εκτός από τις δραστηριότητες της Mamidoil, εξυπηρετούν και άλλες εμπορικές εταιρείες. Πλήγμα για την εταιρεία ήταν η μεγάλη πυρκαγιά που ξέσπασε στις εγκαταστάσεις τον Φεβρουάριο του 1986, καταστρέφοντας τις οκτώ από τις 12, τότε, δεξαμενές και προκαλώντας τοξικό νέφος, με αποτέλεσμα να καταστραφεί και μεγάλο μέρος της γεωργικής παραγωγής της περιοχής, λόγω της μόλυνσης του εδάφους. Η πυρκαγιά τελικά σβήστηκε έπειτα από επτά ημέρες.
Παρ’ όλα αυτά, η εξαγωγική της δραστηριότητα συνεχίστηκε. Η διοίκησή της, έχοντας δημιουργήσει δεσμούς με το πολιτικό κατεστημένο της γείτονος, πέτυχε το 1993 δεκαετή συμφωνία με το κρατικό διυλιστήριο ΟΚΤΑ, για την τροφοδοσία του με αργό πετρέλαιο και προϊόντα.
Η ανατροπή


Ωστόσο το σχέδιο αυτό ανατράπηκε. Στις αρχές του 1999 οι κυβερνήσεις Ελλάδας – Σκοπίων «κάλεσαν τα Ελληνικά Πετρέλαια σε συνεργασία με τη ΜΕΤΩΝ να εξαγοράσουν το διυλιστήριο, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα την τροφοδοσία της αγοράς της πΓΔΜ με προϊόντα και την πραγματοποίηση επενδύσεων εκσυγχρονισμού στο διυλιστήριο. Ετσι, το διυλιστήριο ΟΚΤΑ περιήλθε στα ΕΛΠΕ, μαζί με το αποκλειστικό δικαίωμα τροφοδοσίας της πΓΔΜ με αργό και προϊόντα, ενώ η συμφωνία περιελάμβανε και την κατασκευή αγωγού πετρελαίου που συνδέει το διυλιστήριο των Σκοπίων με τις εγκαταστάσεις των ΕΛΛΠΕ στη Θεσσαλονίκη.
Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε την αντίδραση της Mamidoil, που είχε σε ισχύ σύμβαση προμήθειας με τα ΟΚΤΑ για τροφοδοσία τους με 500.000 τόνους αργού τον χρόνο. Τον Αύγουστο του 1999 ο όμιλος Μαμιδάκη κατηγορεί μεταξύ άλλων τα ΕΛΛΠΕ ότι από θέση ισχύος και χωρίς καμία «ηθική αναστολή» προσπαθούν να αναπτύξουν δραστηριότητα στα Βαλκάνια εις βάρος μιας άλλης ελληνικής ιδιωτικής εταιρείας, εκφράζοντας ταυτόχρονα την… πικρία του για το ότι τα ΕΛΛΠΕ δεν επιδίωξαν τη συνεργασία με τον Ομιλο Μαμιδάκη και προτίμησαν να συνεργαστούν με άλλους, που ουδεμία σχέση έχουν με τον κλάδο.
Για την εξαγορά των ΟΚΤΑ από τα ΕΛΛΠΕ ο Ομιλος Μαμιδάκη σημείωνε ότι είχε καταθέσει προσφορά, αλλά εν μιά νυκτί πέρασαν στα χέρια των ΕΛΛΠΕ, ενώ με την εξαγορά αναφέρεται ότι ο νέος φορέας δεν αναλαμβάνει τη συνέχιση της εκτέλεσης των συμβολαίων με τον Ομιλο Μαμιδάκη, τα οποία για τον νέο φορέα θεωρούνται τερματισθέντα. Εν τέλει ο Oμιλος Μαμιδάκη προσέφυγε στη διαιτησία του Δικαστηρίου Εμπορικών Υποθέσεων του Λονδίνου, κατά της κυβέρνησης της πΓΔΜ ως ιδιοκτήτριας του διυλιστηρίου ΟΚΤΑ πριν από τη μεταβίβαση, το οποίο και τον δικαιώνει το 2003, επιδικάζοντας αποζημίωση 17 εκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο προσφυγές κατά των ΕΛΠΕ στα ελληνικά δικαστήρια δεν είχαν την ίδια τύχη.
Στη Σούδα


Το άλλο μεγάλο σχέδιο που χάθηκε είναι η δημιουργία αποθηκευτικών χώρων καυσίμων στη Σούδα Χανίων. Η επένδυση αρκετών εκατομμυρίων ευρώ, που συνέβαλε στον ομαλό και οικονομικό εφοδιασμό της Κρήτης με καύσιμα, πέρασε από τα «40 κύματα» της αδειοδότησης, με άλλους φορείς να δίνουν άδεια και άλλους να αφαιρούν, ενώ στην υπόθεση αυτή που σέρνεται πάνω από 12 χρόνια, οι τοπικοί παράγοντες μπλέκουν και την οικογένεια Μητσοτάκη, με την οποία η οικογένεια Μαμιδάκη διατηρεί δεσμούς πάνω από μισόν αιώνα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ