Οι Συνθήκες της ΕΕ περιγράφουν μόνο σε γενικές γραμμές το πλαίσιο για αποχώρηση μίας χώρας από την Ένωση και η Βρετανία γίνεται, μετά από μία δύσκολη σχέση 43 χρόνων, η πρώτη που τραβά αυτόν τον δρόμο. Τα νερά είναι αχαρτογράφητα και για τις δύο πλευρές του διαζυγίου, που θα μπορούσε ενδεχομένως ακόμη και να υπερβεί και τα δύο χρόνια.
Η ταχύτητα είναι κεντρικό ζήτημα, καθώς η ΕΕ εμφανίζεται να προτιμά ένα «γρήγορο τέλος» ώστε να εμποδιστεί η παγίωση μιας ασταθούς κατάστασης. Ήδη ωστόσο φαίνεται να διαμορφώνεται ένα μπρα ντε φερ όσον αφορά το σημείο αυτό με το Λονδίνο, καθώς ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ανακοίνωσε ότι τη διαπραγμάτευση αυτή θα πρέπει να την ξεκινήσει ο διάδοχός του, κάτι το οποίο δεν μπορεί να γίνει πριν από το φθινόπωρο, καθώς ο ίδιος προτίθεται να παραιτηθεί τον Οκτώβριο.
Όσον αφορά το νομικό πλαίσιο, η διαδικασία αποχώρησης από την ΕΕ προβλέπεται στις συνθήκες: πρόκειται για τη «ρήτρα της αποχώρησης», το Άρθρο 50 στη συνθήκη της Λισσαβόνας (2009). Καθορίζει το γενικό κάδρο εκούσιας και μονομερούς αποχώρησης, η οποία αναγνωρίζεται ως δικαίωμα κάθε μέλους για το οποίο δεν χρειάζεται καμία αιτιολογία.
Το Λονδίνο θα πρέπει να διαπραγματευτεί μια Συμφωνία Αποχώρησης, που θα συναφθεί εξ ονόματος της ΕΕ από το Συμβούλιο της ΕΕ, στο οποίο μετέχουν τα 28 κράτη μέλη, με ειδική πλειοψηφία, μετά την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Εκεί θα ορίζονται τα πρακτικά του διαζυγίου, από τα μεγαλύτερα μέχρι τα πιο «τετριμμένα».
Οι ευρωπαϊκές συνθήκες θα πάψουν να εφαρμόζονται στη Βρετανία από την ημερομηνία κατά την οποία θα τεθεί σε ισχύ αυτή η συμφωνία ή δύο χρόνια μετά την κοινοποίηση της αποχώρησης αν στο μεταξύ δεν έχει καταστεί δυνατό να συναφθεί μια συμφωνία. Η ΕΕ και το Λονδίνο θα μπορούν ωστόσο να αποφασίσουν να δοθεί παράταση σε αυτήν την διορία κατόπιν κοινής τους συμφωνίας.
Εν αναμονή μιας συμφωνίας, «η νομοθεσία της ΕΕ θα συνεχίσει να έχει ισχύ στη Βρετανία, όσον αφορά τα δικαιώματά της, αλλά και τις υποχρεώσεις της» υπογράμμισε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ.
Μετά τον «χωρισμό», μένει και η «ειδική σχέση»
Εκτός από την κατάρτιση του τι θα γίνει με το ισχύον καθεστώς, το δεύτερο ζήτημα είναι τι σχέση θα έχει από εκεί και πέρα η Βρετανία και η ΕΕ. Η νέα αυτή σχέση θα πρέπει να ρυθμιστεί ήδη από τη συμφωνία αποχώρησης ή θα χρειαστούν δύο ξεχωριστές διαπραγματεύσεις; Η δεύτερη εκδοχή φαίνεται η πιο πιθανή, αναφέρει το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το Λονδίνο θα πρέπει επίσης να τροποποιήσει τη νομοθεσία του για να αντικαταστήσει σε αυτήν το πλήθος των κειμένων που απορρέουν από τη συμμετοχή της στην ΕΕ, όπως στον τομέα των χρηματοπιστωτικών της υπηρεσιών.
«Είναι πιθανόν αυτό να πάρει χρόνο, πρώτα για να διαπραγματευτούμε την έξοδό μας από την ΕΕ, στη συνέχεια τις μελλοντικές μας συμφωνίες με την ΕΕ και τέλος τις εμπορικές μας συμφωνίες με τις χώρες εκτός ΕΕ» ανέφερε η βρετανική κυβέρνηση σε μελέτη της που κοινοποιήθηκε στο βρετανικό κοινοβούλιο τον Φεβρουάριο.
Σε αυτήν αναφερόταν σε «έως μια δεκαετία αβεβαιότητας» η οποία θα βάραινε στις χρηματοπιστωτικές αγορές ή ακόμη στην αξία της λίρας.
Νορβηγία ή Ελβετία;
Η πιο απλή υπόθεση θα ήταν η Βρετανία να ακολουθήσει την Ισλανδία ή τη Νορβηγία ως μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), το οποίο θα της δώσει πρόσβαση στην εσωτερική αγορά. Ωστόσο το Λονδίνο θα πρέπει τότε να σέβεται τους δεσμευτικούς κανονισμούς αυτής της αγοράς, χωρίς να μετέχει στην επεξεργασία τους, και θα έχει μια ισχυρή οικονομική συμβολή.
Ένα άλλο σενάριο θα ήταν να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ελβετίας. Όμως «είναι απίθανο η Βρετανία να θελήσει να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο» κρίνει ο πρώην επικεφαλής της νομικής υπηρεσίας του Συμβουλίου της ΕΕ Ζαν-Κλοντ Πιρίς, ο οποίος είναι σήμερα σύμβουλος.
Σε μελέτη των σεναρίων στην περίπτωση ενός Brexit, ο Ζαν-Κλοντ Πιρίς τονίζει ότι η Ελβετία έχει συνάψει περισσότερες από εκατό τομεακές συμφωνίες με την ΕΕ, αποκλείοντας τις υπηρεσίες, και ότι η ΕΕ δεν είναι ικανοποιημένη σήμερα με την σχέση της με τη Βέρνη.
Μεταξύ των άλλων επιλογών: η σύναψη μιας συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών με την ΕΕ, ή μιας τελωνειακής ένωσης όπως με την Τουρκία. Απουσία συμφωνίας, η Βρετανία «θα γίνει απλώς από την ημερομηνία της αποχώρησής της ένα τρίτο κράτος απέναντι στην ΕΕ, όπως οι ΗΠΑ ή η Κίνα» παρατηρεί ο Ζαν-Κλοντ Πιρίς.
Ο αντίκτυπος στους Βρετανούς που ζουν στην ΕΕ
Ιδιαίτερο ζήτημα είναι το καθεστώς για τους περίπου 2 εκατομμύρια Βρετανούς πολίτες που ζουν ή εργάζονται σε άλλες χώρες της ΕΕ. Διακυβεύονται πράγματι τα δικαιώματά τους συνταξιοδότησης ή ακόμη η πρόσβασή τους στις υπηρεσίες υγείας στις 27 άλλες χώρες μέλη της ΕΕ.
«Οι πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου που ζουν στο εξωτερικό, μεταξύ των οποίων αυτοί που έχουν συνταξιοδοτηθεί στην Ισπανία, δεν θα μπορούν να θεωρούν ότι θα υπάρχει εγγύηση για τα δικαιώματά τους αυτά» επισήμαινε η βρετανική κυβέρνηση στη μελέτη της.
Επιπλέον κάθε δικαίωμα που θα τίθεται για διαπραγμάτευση προς όφελος των Βρετανών στις χώρες της ΕΕ θα χορηγείται υπό τον όρο της αμοιβαιότητας για τους πολίτες της ΕΕ στη Βρετανία, σημείωνε επίσης.
Στις Βρυξέλλες μεγάλη ανησυχία επικρατεί μεταξύ των Ευρωπαίων δημόσιων λειτουργών που είναι βρετανικής υπηκοότητας, ανησυχία για το μέλλον τους. «Θα κάνω ό,τι μπορώ ως πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για να σας υποστηρίξω και να σας βοηθήσω σε αυτήν την δύσκολη διαδικασία» είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ σε μήνυμά τους την Παρασκευή στους βρετανούς υπαλλήλους της Επιτροπής.