Σκηνοθετεί πολύ. Παίζει λιγότερο. Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκεται τα τελευταία δύο-τρία χρόνια σε μια διαφορετική πορεία. Πιο προσωπική, πιο αυτόνομη. Το πνευματικό παιδί του Λευτέρη Βογιατζή που ανέβηκε στο σανίδι ενώ ακόμη φοιτούσε στη Δραματική Σχολή ενηλικιώθηκε. Και αυτό δεν έγινε τυχαία. Ηταν μια συνειδητή επιλογή του. Εφέτος στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου ανεβάζει το έργο του Τόμας Μπέρχναρντ «Ο Αδαής και ο Παράφρων» επιστρέφοντας σε έναν συγγραφέα που τον έχει σημαδέψει.
Κύριε Περλέγκα, τι σας οδήγησε στο συγκεκριμένο έργο;


«Είναι το πρώτο που είχα στον νου μου από τότε που στράφηκα στον Μπέρνχαρντ. Ηθελα πάντα να το κάνω και να παίξω τον ρόλο του Ιατροδικαστή. Φοβόμουν ότι δεν θα τα κατάφερνα και τα δύο κι έτσι το άφηνα. Τελικά επέστρεψα στον “Αδαή” και πήρα το ρίσκο».
Τα τελευταία χρόνια σκηνοθετείτε κυρίως. Γιατί;
«Πριν από δύο-δυόμισι χρόνια σταμάτησα την πορεία που ακολουθούσα τα προηγούμενα 15. Υπάρχουν πολλές εξηγήσεις γι’ αυτό. Δεν περνούσα καλά και ένιωθα ότι έπειτα από 15 χρόνια συντηρούσα μια εικόνα ηθοποιού η οποία δεν με προχωρούσε παρακάτω».
Τι έφταιγε;
«Πρώτα εγώ, το δικό μου το κεφάλι. Σε εποχές γκρίνιας το αποδίδεις στους άλλους. Αλλά δεν έφταιγαν οι άλλοι. Απλώς συντηρούσα πολύ μεθοδικά και με μια πολύ παγιωμένη διάσταση την εικόνα ενός μελαγχολικού παιδιού, που δεν γελάει, που επιδεικνύει συνεχώς ότι είναι ο σοβαρός, άρα καλός. Την εικόνα του καλού παιδιού, που εν μέρει είμαι, αλλά δεν είμαι μόνο αυτό».
Υπήρξε κάποια κομβική στιγμή;
«Στο “Χαίρε Νύμφη” συνέβη αυτό, ίσως επειδή έπαιξα έναν ρόλο διαφορετικό και δεν ήμουν πια ο καλός. Παράλληλα κουράστηκα και έπαψα να νιώθω ότι έχω να αποδείξω κάτι μέσα σε αυτή τη δουλειά. Ηθελα να χειραφετηθώ καλλιτεχνικά και αυτό μόνο με ρίσκο θα μπορούσα να το πετύχω».
Η γενιά σας πάντως σκηνοθετεί πιο εύκολα από ό,τι οι παλαιότερες.
«Θα έλεγα ότι η ακόμη νεότερη από εμάς, οι τριαντάρηδες σήμερα –εγώ έγινα πρόσφατα 35 -, είναι ακόμη πιο απενοχοποιημένη. Με λιγότερες αναφορές σε διάφορες πατρικές πνευματικές φιγούρες από ό,τι εμείς. Εμείς κληρονομήσαμε πολύ περισσότερα σουσούμια ενοχών. Οι πιο νέοι λογοδοτούν λιγότερο, είναι πιο ανερυθρίαστοι από ό,τι είμαστε εμείς».

Χρειάστηκε να αφήσετε πράγματα πίσω σας;
«Προσωπικά ναι, για να απαλλαγώ από την εικόνα μου αλλά και από διάφορες θεατρικές ευπρέπειες που είχα στο μυαλό μου, και λόγω οικογένειας και λόγω σπουδών και λόγω ότι τόσο μικρός πήγα στον Λευτέρη Βογιατζή. Ολα τα χρόνια, σε κάθε παράσταση, λογοδοτούσα στον Λευτέρη».
Λογικό δεν ήταν;
«Ηταν λογικό αλλά και δεν ήταν κιόλας».
Ο Μπέρνχαρντ τι σας προσφέρει;
«Με τον Μπέρνχαρντ βρήκα τρόπο να εκφράσω την ηλικιακή μου κρίση, την πνευματική μου κρίση, την κρίση μου ως καλλιτέχνη και την κρίση που νιώθω στους ανθρώπους γύρω μου. Εχουμε ανθρώπους που συστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους –αυτοί είναι οι ήρωες του Μπέρνχαρντ, όπως και του Τσέχοφ, που καταλαβαίνουν ότι πρέπει να βγουν από αυτό αλλά δεν μπορούν. Και αυτό είναι το σύμπτωμα της εποχής μας. Με τον Μπέρνχαρντ βρήκα το θέμα μου. Και πιστεύω ότι αυτό πρέπει να καταθέσεις στο κοινό: την εσωτερική σου περιπέτεια».

Τι πραγματεύεται «Ο Αδαής και ο Παράφρων»;
«Τέχνη, γονείς, επανάληψη και επιστήμη. Μια ντίβα της όπερας δεν αντέχει να τραγουδήσει για 222η φορά τον “Μαγικό Αυλό” του Μότσαρτ. Mια γυναίκα χωρίς όνομα, η βασίλισσα της νύχτας, ένας ρόλος. Δίπλα ο πατέρας της και ο δόκτωρ ή ιατροδικαστής, που επίσης δεν έχουν ονόματα. Ρόλοι, ιδιότητες. Θα έλεγα ότι είναι μια φιλοσοφική κωμωδία για τον θάνατο, πολύ κοντά σε αυτό που κάνει με τον δικό του τρόπο εφέτος ο Βασίλης Παπαβασιλείου και ευτυχώς νιώθω ευλογημένος που τον είδα ξανά αυτόν τον ηθοποιό να παίζει. Ενα χιλιοστό από αυτό που κάνει ο Βασίλης να πετύχω είμαι ευτυχισμένος. Με το ένα πόδι στο σοβαρό και με το άλλο πόδι στο γελοίο, χωρίς ενοχές πάνω στη σκηνή. Γιατί σ’ αυτό που λέμε ποιοτικό θέατρο υπάρχει μεγάλη ενοχή».
Κωμωδία ή τραγωδία;
«Ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του έναν κατά βάση κωμικό συγγραφέα και πιστεύει ότι οι σοβαρές του προτάσεις είναι η κόλλα που κολλάει τις κωμικές. Η συστροφή γύρω από το πρόβλημα, την τέχνη, την επιστήμη ή τη φιλοσοφία είναι συγχρόνως ένας αυτοσαρκασμός. Αν γαντζώνεσαι γύρω από ένα θέμα για να αντιμετωπίσεις τον γύρω κόσμο που δεν αντέχεις, αν πας να συναντήσεις την τελειότητα, θα σε βρει ο Χάρος πιο γρήγορα, λέει ο ίδιος. Το κυνήγι της τελειότητας είναι στείρο».
Και η τέχνη όμως την τελειότητα δεν ψάχνει;
«Νομίζω ότι ξεκινάμε και ψάχνουμε την ομορφιά ξεχνώντας ότι η ομορφιά πρέπει να αναζητείται με όρους ομορφιάς. Οχι ψυχαναγκασμού, καταναγκασμού δικού μας, δικής μας ανελέητης αυτοπειθαρχίας ή γιατί ένας γονιός ή ένα άλλο πατρικό πρότυπο σε ωθεί στη φιλοπρωτία με το πρόσχημα της αγάπης και της αφοσίωσης. Αλλά η φιλοπρωτία είναι κάτι στείρο, αποφυσικοποιεί τον άνθρωπο».
Με αριστερή καταγωγή, πώς βλέπετε σήμερα την αριστερή κυβέρνηση;
«Αριστερή καταγωγή με κομμουνιστικό πρόσημο. Σήμερα νιώθω τρόμο. Δεν είχα καμία ψευδαίσθηση από αυτή την Αριστερά. Διαστρεβλώθηκαν όλοι οι όροι, όπως με τον Ανδρέα στη δεκαετία του ’80. Δεν πίστευα ότι μια συμφιλιωτική Αριστερά που απλά λέει ότι θα πάμε σε αυτόν τον δρόμο από την αριστερή λωρίδα και όχι από τη δεξιά θα μπορέσει να κάνει κάτι. Επιπλέον διαπιστώνω πράγματα που με φοβίζουν και με απωθούν πάρα πολύ».
«Ακόμη λογοδοτώ στον Λευτέρη»

Εχετε σκεφθεί ότι ο θάνατος του Βογιατζή μπορεί να συνέβαλε στη δική σας ενηλικίωση;

«Δεν ξέρω, μπορεί. Αλλά ακόμη του λογοδοτώ. Καταπιάνομαι με έναν συγγραφέα που τον έμαθα από τον Λευτέρη. Η πρώτη παράσταση που είδα ήταν το “Ρίτερ, Ντένε, Φος”, κι ας μην κατάλαβα τίποτα. Ο Λευτέρης άλλωστε ήταν τυπικό πρόσωπο του Μπέρνχαρντ. Και τώρα τον σκέφτομαι. Την περσινή μου μετάφραση του την αφιέρωσα. Ο Μπέρνχαρντ μιλάει για το πώς είμαστε κατειλημμένοι από τους πατεράδες μας, φυσικούς ή πνευματικούς. Και ενώ είμαστε κατειλημμένοι, χρειαζόμαστε να αναπνεύσουμε. Κουράστηκα να ετεροπροσδιορίζομαι και να μην μπορώ να αναπνεύσω».
Ο ηθοποιός Περλέγκας έχει μείνει πίσω;
«Οχι, όχι. Αλλά αν γυρίσω ξανά σε αυτό που ήμουν πριν, δεν θα είναι με τους ίδιους όρους. Τέλειωσα με την περίοδο της απολογίας. Ο Λευτέρης, γιατί τώρα αρχίζω να καταλαβαίνω λίγο όλα αυτά που μας έλεγε, μας ενέπνευσε να γίνουμε υπεύθυνοι για το γεγονός ότι είμαστε πάνω στη σκηνή, για κάθε αναπνοή. Αυτό δεν μπορώ να το παραχωρήσω εύκολα…».

πότε & πού:

Εθνικό Θέατρο – Πειραματική Σκηνή (-1). Παραστάσεις: Πέμπτη -Παρασκευή και Σάββατο στις 21.00, Κυριακή στις 18.00. Ως 6.3.2016.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

«Ο Αδαής και ο Παράφρων» του Τόμας Μπέρνχαρντ
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας.
Σκηνοθεσία: Γιάννος Περλέγκας.
Σκηνικά – κοστούμια: Λουκία Χουλιάρα.
Κίνηση: Δήμητρα Ευθυμιοπούλου.
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος.
Παίζουν: Ανθή Ευστρατιάδου, Γιάννης Καπελέρης, Χρήστος Μαλάκης, Γιάννος Περλέγκας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ