Τα τελευταία χρόνια ακούγονται πολύ· μια γίνονται μόδα, μια φεύγουν από αυτήν, μια τρέχουν όλοι να ρίξουν λιναρόσπορο στην πρωινή τους βρόμη, μια βλέπουν kale και ξινίζουν με σνομπ απαξίωση τα μούτρα. Τι ακριβώς είναι αυτές οι τροφές; Και ποιες είναι; Από τα εξωτικά goji berries, τους σπόρους chia και τo baobab (θυμάστε το δέντρο στον «Μικρό πρίγκιπα» του Εξυπερί;), τη σπιρουλίνα, το ρόδι και τον βασιλικό πολτό, έως το γαϊδουράγκαθο και το γάλα γαϊδούρας, το πράσινο τσάι και το μπρόκολο, η μαγική λέξη «σούπερ» παραπέμπει σε θαυματουργές ιδιότητες, τις μετατρέπει στα μάτια μας σε κάτι ανάμεσα στο σπανάκι του Ποπάυ και την κάψουλα του αστροναύτη, σε υπερτροφές που θα μας τονώσουν, αλλά και θα μας εξαγνίσουν από τις γαστρονομικές ατασθαλίες του πρότερου αμαρτωλού μας βίου.

Η σημασία των λέξεων

Το European Food Information Council (EFIC) και το βρετανικό Σύστημα Υγείας NHS αναφέρουν στις σελίδες τους ότι δεν υπάρχει επίσημος, αναγνωρισμένος ορισμός τους. Και ενώ στις ΗΠΑ ο FDA δεν θέτει περιορισμούς ως προς τη χρήση του όρου superfood (αν και επεμβαίνει σε περιπτώσεις όπου προβάλλονται οι ιδιότητές του προϊόντος ως φαρμακευτικές), στην Ευρώπη η ΕΕ απαγορεύει την αναγραφή του στις συσκευασίες τροφίμων. Σύμφωνα πάντως με τον ορισμό που συναντάμε στα λεξικά, πρόκειται για τροφές που περιέχουν μεγάλη ποσότητα θρεπτικών συστατικών, από πρωτεΐνες και ιχνοστοιχεία, έως βιταμίνες, μεταλλικά άλατα, φυτικές ίνες και αντιοξειδωτικούς παράγοντες.
Το EFIC και το NHS δεν διαφωνούν με τον φιλολογικό ορισμό, εν τούτοις επισημαίνουν ότι οι διατροφικές μελέτες, που γίνονται προκειμένου να καθοριστεί το όφελος ή μη της κατανάλωσης μιας συγκεκριμένης τροφής, είναι πολυπαραγοντικές – με πλήθος γενετικών και πολιτισμικών παραγόντων να υπεισέρχονται – και μακροχρόνιες. Επομένως, δεν μπορούν να αναδείξουν κάποιες τροφές ως μαγικές και παντοδύναμες, αλλά, στην καλύτερη περίπτωση, ως χρήσιμες στο καθημερινό διαιτολόγιο, μαζί με άλλες, όχι τόσο εξωτικές (με σημείο αναφοράς εμάς φυσικά, γιατί πόσο εξωτική είναι η κινόα για έναν κάτοικο των Ανδεων, πλάι στη λίμνη Τιτικάκα;), αλλά εξίσου σημαντικές, όπως τα ταπεινά μήλα, καρότα και κρεμμύδια.

Μέτρον άριστον

Επιπλέον, αν υποθέσουμε ότι οι ευεργετικές ιδιότητες μιας ουσίας αποδεικνύονται εργαστηριακά, στην πράξη πρέπει να καταναλώσουμε τεράστιες ποσότητες της τροφής που την περιέχει για να πάρουμε τα ίδια αποτελέσματα. Οσο καλό, λοιπόν, κάνει κάποιος στην καρδιά του παρέχοντας στον οργανισμό του γενναίες δόσεις φλαβονοειδών, με καθημερινή κατανάλωση δύο κιλών μαύρη σοκολάτα, θα το αναιρέσει εξαιτίας του λίπους, της ζάχαρης και των θερμίδων που αυτή περιέχει. Και ακόμη κι αν κανείς στραφεί στα λεγόμενα «neutraceuticals», δηλαδή στις ουσίες που απομονώνονται από τις τροφές και διατίθενται σε χάπια ή στα functional foods (όπως για παράδειγμα ο χυμός πορτοκαλιού με ω-3 της Tropicana που κυκλοφορεί στο εξωτερικό), δεν θα πρέπει να ξεχνά τα οφέλη ενός συνολικά ωφέλιμου τρόπου ζωής. Επομένως, δεν εξιλεώνεται κανείς αν εξουδετερώσει τις ελεύθερες ρίζες τρώγοντας δέκα στρέμματα açai berries, τη στιγμή που συνεχίζει να καπνίζει μανιωδώς, ούτε αν καταπιεί με τις χούφτες κάψουλες σκόρδου για την υψηλή αρτηριακή πίεση, τη στιγμή που συνεχίζει να αλατίζει ακόμη και το νερό του.
Και αν μπορούμε να κλείσουμε ένα τόσο μεγάλο θέμα σε μία πρόταση, τότε θα λέγαμε ότι ναι μεν κάποιες τροφές είναι πιο πλούσιες από άλλες σε θρεπτικά συστατικά, ναι μεν κάποιες γίνονται μόδα, όπως και αν τις ονομάσουμε όμως, σαν το περίφημο ρόδο του Σαίξπηρ («και τι είναι ένα όνομα; Αυτό που λέμε ρόδο, με όποιο όνομα γλυκά θα μύριζε»), καθεμία έχει την αξία της, και αυτή είναι πραγματική και καθόλου μαγική.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET το Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015.