Σήμερα αναμένει η κυβέρνηση να παραλάβει από τους πιστωτές το νέο Μνημόνιο, το οποίο είναι προϊόν της διαπραγμάτευσης των προηγούμενων ημερών. Αν και κανείς δεν γνωρίζει την τελική μορφή του κειμένου, ωστόσο, σύμφωνα και με την εμπειρία του παρελθόντος, πολλή δουλειά έχει να γίνει ακόμη το επόμενο διήμερο πάνω στο προσχέδιο (draft) που αναμένεται σήμερα. Ετσι δεν αποκλείεται τις επόμενες ημέρες να υπάρχουν εντάσεις και οι τόνοι να ανεβούν.
Αισιοδοξία στην κυβέρνηση
Στόχος της κυβέρνησης είναι ως τις 13 Αυγούστου να έχει καταλήξει με τους πιστωτές σε μια συμφωνία επί της αρχής, καθώς την επομένη, 14 Αυγούστου, έχει οριστεί Εurogroup.
Αν και ακούγεται φιλόδοξο, στο κυβερνητικό στρατόπεδο επικρατεί αισιοδοξία, με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη να δηλώνει το απόγευμα της Παρασκευής εξερχόμενος του Μεγάρου Μαξίμου έπειτα από κυβερνητικό συμβούλιο: «Προχωράμε κανονικά στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς. Από την πλευρά μας είμαστε σχεδόν έτοιμοι. Υπάρχουν απλώς κάποια θέματα που εξετάζονται αλλά δεν αποτελούν αγκάθια».
Η ίδια αισιοδοξία μεταφέρεται και από τις Βρυξέλλες. Κοινοτικές πηγές χαρακτήριζαν τη νέα συμφωνία ως τον «θρίαμβο των μετριοπαθών της ευρωζώνης», δηλαδή των Φρανσουά Ολάντ, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και Μάριο Ντράγκι, απέναντι στο μπλοκ του Βερολίνου και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Αλλωστε, σημείωναν, οι τρεις αυτοί νουθέτησαν τον Αλέξη Τσίπρα και τον έφεραν στον ευρωπαϊκό δρόμο στις κρίσιμες διαπραγματεύσεις της 12ης Ιουλίου.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, με την προσθήκη του ESM και τη συμμετοχή του SSM (του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της ΕΚΤ) ως παρατηρητή, οι συσχετισμοί στους θεσμούς έχουν ανατραπεί σαφώς υπέρ των Ευρωπαίων. Ως παράδειγμα αναφέρουν ότι η ανάλυση για τη βιωσιμότητα του χρέους δεν γίνεται μόνο από το ΔΝΤ αλλά και από την Επιτροπή. Ωστόσο κύκλοι του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών συνεχίζουν να συντηρούν το ενδεχόμενο ενός νέου δανείου-γέφυρας. «Ενα πρόγραμμα 80 δισ. ευρώ για τρία χρόνια χρειάζεται ισχυρά θεμέλια» φέρεται να είπε ο γερμανός υπουργός Οικονομικών εκτιμώντας πως «καλύτερα είναι να υπάρξει μια χρηματοδότηση-γέφυρα παρά ένα μισοτελειωμένο πρόγραμμα».
Σε γενικές γραμμές, πάντως, το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων μοιάζει με αυτό της 12ης Ιουλίου, όταν το Βερολίνο πήρε όλα όσα ήθελε σχετικά με τα μέτρα και τις εξασφαλίσεις με το νέο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων και προς τα έξω φάνηκε ότι ο Φρανσουά Ολάντ απέτρεψε το Grexit, το οποίο ποτέ δεν ήταν πραγματικά στο τραπέζι. Ετσι και τώρα το Βερολίνο έχει επιβάλει τις σκληρές απόψεις του για το τι πρέπει να γίνει με την Ελλάδα και την αναδιάρθρωση της οικονομίας της, καθώς πολύ παρομοιάζουν τη συμφωνία ιδιαίτερα αυτή για το νέο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων με τον τρόπο που αντιμετώπισε το θέμα της Ανατολικής Γερμανίας.
Το νέο Μνημόνιο αναμένεται να είναι σκληρό. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, θα περιλαμβάνει πολλές και βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές, τη σύσταση του νέου Ταμείου, τις ρυθμίσεις για τα κόκκινα δάνεια, την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών κ.τ.λ. Οπως αναφέρουν κοινοτικές πηγές, «ενώ στα προηγούμενα μνημόνια η χώρα αντιμετωπιζόταν ως μια κανονική δυτικοευρωπαϊκή χώρα, η οικονομία της οποίας έπρεπε να κάνει ορισμένες προσαρμογές ώστε να συγκλίνει με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης, με το νέο Μνημόνιο αντιμετωπίζεται όπως αντιμετωπίζονταν άλλοτε οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, οι οικονομίες των οποίων χρειάζονται εκ βάθρων και δομική αναδιάρθρωση».
Και αυτό είναι μια ουσιαστική παράμετρος του νέου Μνημονίου που δημιουργεί εύλογα ερωτήματα ως προς την εφαρμογή του, καθώς παραμένει το πρόβλημα της κουλτούρας και των προκατειλημμένων αντιλήψεων υπουργών που θα πρέπει να υπηρετήσουν κάτι που δεν πιστεύουν.
Τα προαπαιτούμενα και η χρηματοδότηση
Το νέο Μνημόνιο θα περιλαμβάνει προαπαιτούμενα τα οποία θα έχουν να κάνουν με το πόσα λεφτά θα δοθούν με την πρώτη δόση. Οσο περισσότερα είναι τα χρήματα που θα εκταμιευθούν τόσο πιο πολλά και σκληρά θα είναι τα προαπαιτούμενα. Τα σχέδια όμως του κ. Τσίπρα για εκλογές στις 25 Οκτωβρίου ή νωρίτερα εξυπηρετούνται με την καταβολή μεγάλης πρώτης δόσης, στην οποία να περιλαμβάνονται και τα κεφάλαια ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, για τα οποία όμως καλά ενημερωμένες πηγές εκφράζουν αμφιβολίες.
Σε κάθε περίπτωση, αγκάθια υπάρχουν και αφορούν τα θέματα της φορολογίας των αγροτών, τα οποία η κυβέρνηση θα ήθελε να πάνε πιο πίσω, το εύρος της ύφεσης, το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, δηλαδή τι ακριβώς πρέπει να γίνει εφέτος και τι τα επόμενα χρόνια. Πάντως οι θεσμοί φαίνεται να έχουν «χαλαρώσει» τους στόχους ως προς τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ