ΤΟ ΒΗΜΑ – The Project Syndicate
Οποια γνώμη κι αν έχει κανείς για την τακτική της κυβέρνησης του Ελληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές της χώρας, οι Ελληνες αξίζουν κάτι καλύτερο απ΄ αυτό που τους προσφέρεται. Η Γερμανία θέλει η Ελλάδα να επιλέξει μεταξύ οικονομικής κατάρρευσης και εξόδου από την ευρωζώνη. Αμφότερες οι επιλογές θα σήμαιναν οικονομική καταστροφή· η πρώτη μάλιστα, αν όχι και οι δύο, θα ήταν και πολιτικά καταστροφικές.
Οταν έγραψα το 2007 ότι κανένα κράτος μέλος δεν θα εγκατέλειπε οικειοθελώς την ευρωζώνη, τόνισα το υψηλό οικονομικό κόστος μίας τέτοιας απόφασης. Η ελληνική κυβέρνηση έχει δείξει πως το αντιλαμβάνεται αυτό. Μετά το δημοψήφισμα, συμφώνησε σε αυτό που η ίδια –όπως και οι ψηφοφόροι –είχε μόλις απορρίψει: μια σειρά από πολύ επώδυνους και δύσκολους όρους.
Ο Τσίπρας και ο νέος υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, έχουν πάει εξαιρετικά μακριά προκειμένου να κατευνάσουν τους πιστωτές της Ελλάδας.
Αλλά όταν κατέληξα στο συμπέρασμα πως καμμία χώρα δεν θα εγκατέλειπε την ευρωζώνη, απέτυχα να φανταστώ πως η Γερμανία θα εξανάγκαζε ένα άλλο μέλος σε έξοδο. Κάτι τέτοιο, σαφέστατα, θα ήταν το αποτέλεσμα των πολιτικά απαράδεκτων και οικονομικά διεστραμμένων όρων που υπαγορεύονται από το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας.
Η ιδέα του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε περί προσωρινού «time out» από το ευρώ είναι γελοία. Δεδομένης της καταρρέουσας οικονομίας και της αυξανόμενης ανθρωπιστικής κρίσης στην Ελλάδα, η κυβέρνηση δεν θα έχει άλλη επιλογή, ελλείψει κάποιας συμφωνίας, παρά να τυπώσει χρήματα προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις βασικές κοινωνικές υπηρεσίες.
Είναι αδιανόητο ότι μια χώρα σε τόσο βαθιά δυσκολία θα μπορούσε να πληροί τις προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ –πληθωρισμό εντός του 2% του μέσου όρου της ευρωζώνης και σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία επί δύο χρόνια –από τώρα και μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Νωρίς το πρωί της Δευτέρας, οι Ευρωπαίοι ηγέτες συμφώνησαν να αφαιρέσουν την αναφορά σε αυτό το «διάλειμμα» από την ανακοίνωση της τελευταίας συμφωνίας διάσωσης. Αλλά αυτή η πόρτα, από τη στιγμή που άνοιξε, δεν θα είναι πλέον εύκολο να κλείσει.
Το ευρωσύστημα έχει γίνει πιο εύθραυστο και υπόκειται σε αποσταθεροποίηση. Αλλοι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών θα πρέπει να λογοδοτήσουν γιατί συμφώνησαν να προωθήσουν προς τους ηγέτες τους ένα προσχέδιο που περιείχε την καταστροφική γλώσσα του Σόιμπλε.
Από οικονομική άποψη, το νέο πρόγραμμα είναι διεστραμμένο, γιατί θα βυθίσει την Ελλάδα σε βαθύτερη ύφεση. Προβλέπει την επιβολή πρόσθετων φόρων, την περαιτέρω περικοπή των συντάξεων και την εφαρμογή αυτόματων περικοπών στις δαπάνες, αν οι δημοσιονομικοί στόχοι δεν επιτευχθούν.
Αλλά δεν παρέχει καμία βάση για ανάκαμψη ή ανάπτυξη. Η ελληνική οικονομία βρίσκεται ήδη σε ελεύθερη πτώση, και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις από μόνες τους δεν θα αναστρέψουν την καθοδική δίνη.
Η συμφωνία συνεχίζει να απαιτεί πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ το 2018, κάτι το οποίο θα επιδεινώσει την καθίζηση της Ελλάδας. Ο ανασχεδιασμός του χρέους της χώρας, που αποτελεί εμμέσως μέρος της συμφωνίας, δεν θα βοηθήσει καθόλου στη βελτίωση της κατάστασης, δεδομένου ότι οι πληρωμές τόκων είναι ήδη ελάχιστες μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Καθώς η ύφεση θα βαθαίνει, οι στόχοι ελλείματος δεν θα επιτευχθούν, γεγονός που θα προκαλέσει περαιτέρω περικοπές των δαπανών και θα επιταχύνει τη συρρίκνωση της οικονομίας.
Αργά ή γρήγορα, η συμφωνία θα προκαλέσει το Grexit, είτε γιατί οι πιστωτές θα αποσύρουν την υποστήριξή τους μετά τη μη επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, είτε γιατί ο ελληνικός λαός θα εξεγερθεί. Η πρόκληση της εξόδου αυτής αποτελεί πασιφανώς την πρόθεση της Γερμανίας.
Τέλος, το ταμείο ιδιωτικοποιήσεων στο κέντρο του νέου προγράμματος δεν θα βοηθήσει σε τίποτα την ενθάρρυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Πράγματι, η Ελλάδα χρειάζεται να ιδιωτικοποιήσει τις αναποτελεσματικές δημόσιες επιχειρήσεις. Αλλά η ελληνική κυβέρνηση καλείται να κάνει ιδιωτικοποιήσεις με το πιστόλι στον κρόταφο. Η ιδιωτικοποίηση σε τιμές εκποίησης, με την πλειονότητα των εσόδων να χρησιμοποιούνται για την αποπληρωμή του χρέους, δεν θα δώσει στους Έλληνες βουλευτές ή πολίτες τη διάθεση να προβούν σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με ενθουσιασμό.
Η Ελλάδα αξίζει κάτι καλύτερο. Αξίζει ένα πρόγραμμα που να σέβεται την κυριαρχία της και να επιτρέπει στην κυβέρνηση να αποδείξει την αξιοπιστία της σε βάθος χρόνου. Αξίζει ένα πρόγραμμα ικανό να σταθεροποιήσει την οικονομία και όχι να την αφαιμάξει μέχρι θανάτου. Και αξίζει την υποστήριξη της ΕΚΤ που θα της επιτρέψει να παραμείνει μέλος της ευρωζώνης.
Η Ευρώπη αξίζει, επίσης, κάτι καλύτερο. Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες δεν θα πρέπει ενσυνείδητα να συναινέσουν σε αυτό το πολιτικά καταστροφικό, οικονομικά διεστραμμένο πρόγραμμα. Θα πρέπει να θυμίσουν στους εαυτούς τους ότι η Ελλάδα έλαβε αρκετή «βοήθεια» από τους Ευρωπαίους εταίρους για να φτάσει σε αυτό το σημείο. Πρέπει να συνεχίσουν να πιέζουν για μια καλύτερη συμφωνία.
Αυτοί οι εταίροι δεν θα πρέπει να επιτρέψουν στο ευρωπαϊκό εγχείρημα να θυσιαστεί στο βωμό της γερμανικής κοινής γνώμης ή της επιμονής των Γερμανών ηγετών στους «κανόνες». Αν η κυβέρνηση της Γερμανίας αρνείται να δει το φως, οι υπόλοιπου θα πρέπει να βρουν ένα δρόμο προς τα εμπρός χωρίς αυτήν. Η γαλλογερμανική αλληλεγγύη θα υφίστατο ανεπανόρθωτη ζημιά, αλλά η γαλλογερμανική αλληλεγγύη δεν αξίζει τίποτα εάν το καλύτερο που μπορεί να παράγει είναι αυτή η συμφωνία.
Τέλος, οι Γερμανοί αξίζουν έναν ηγέτη ο οποίος να ορθώνει το ανάστημά του ενώπιον του εξτρεμισμού, αντί να τον ενθαρρύνει, είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό.
Αξίζουν μια Ευρώπη που να μπορεί να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο στις παγκόσμιες υποθέσεις. Πάνω απ΄όλα, δεδομένων των καταπληκτικών πολιτικών και οικονομικών επιτευγμάτων της Γερμανίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αξίζουν τον θαυμασμό και τον σεβασμό των υπολοίπων Ευρωπαίων εταίρων τους, όχι την ανανεωμένη απέχθεια και καχυποψία.


* Ο Μπάρι Αϊχενγκριν είναι καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Μπέρκλεϊ.