Πολλά ακούγονται στις ημέρες μας σχετικά με την υφή και την έκταση των πιθανών μέτρων που θα αποσαφηνίσουν τη δημιουργική ασάφεια της νέας σχέσης μας με τους εταίρους και θα επιτρέψουν την ομαλή εξέλιξή της από επεισοδιακό αρραβώνα σε ένα νέο, αμοιβαίως αποδεκτό και επωφελές γαμήλιο συμβόλαιο.

Ωστόσο, πέρα από τις πράγματι ρηξικέλευθες ιδέες περί «φοροκυνηγών» -και «λαχνοθηρευτών», η Πολιτεία επιμένει να παραβλέπει για μία ακόμη φορά τον κρυμμένο θησαυρό που μάταια περιμένει τόσο καιρό να δει το φως, αν και βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας.

Φυσικά δεν αναφερόμαστε στα μυστικά που τύμβου Καστά ή άλλα κληροδοτήματα των αρχαίων ημών προγόνων. Αυτά ανήκουν στα μουσεία και την ιστορία. Ο λόγος εν προκειμένω γίνεται για τις δυνατότητες που παρέχει η συντονισμένη εκπόνηση και υλοποίηση μίας ολοκληρωμένης μεταρρύθμισης στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων.

Ο τζίρος της αγοράς δημοσίων συμβάσεων ανέρχεται σε περίπου 8-10% του ΑΕΠ, (κατ’ εκτίμηση 13-15 δις ευρώ). Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι της. Η βελτιστοποίηση της λειτουργίας του συστήματος δημοσίων συμβάσεων , εφόσον αυτή μεταφρασθεί σε εξοικονόμηση λ.χ. 10% επί της συνολικής δαπάνης στην οποία υποβάλλεται το Δημόσιο για την αγορά έργων, αγαθών και υπηρεσιών, έχει τη δυνατότητα να αποφέρει δημοσιονομικό όφελος της τάξης άνω του 1 δις ευρώ σε ετήσια βάση. Απλά και κοστολογημένα.

Είναι όμως πράγματι απλό εγχείρημα η αλλαγή υποδείγματος σε αυτόν τον πολυδιάστατο χώρο; Ναι, εφόσον όλοι οι «παίκτες», πρωτίστως η Κυβέρνηση, αλλά και η Αγορά, συμπράξουν στην κατάρτιση και εφαρμογή ενός Εθνικού Σχεδίου για τις Δημόσιες Συμβάσεις, που θα βασίζεται στους παρακάτω πυλώνες:

Εκσυγχρονισμός. Ένα μοντέρνο σύστημα δημοσίων συμβάσεων χαρακτηρίζεται από απλότητα, καταπολεμά τη γραφειοκρατεία, μειώνει τα διοικητικά βάρη και δεν χάνεται στην τυπολατρία, αλλά εστιάζει στην μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας, μέσω της αξιοποίησης σύγχρονων εργαλείων (ηλεκτρονικές δημόσιες συμβάσεις, συμφωνίες-πλαίσιο, τεχνικές συγκεντρωτικών αγορών κ.ο.κ.).

Καταπολέμηση διαφθοράς. Ο χώρος των δημοσίων συμβάσεων καλύπτεται επί πολλά έτη από την αχλή της διαφθοράς και της διαπλοκής. Η καταπολέμηση των φαινομένων αυτών πρέπει να αποτελεί ύψιστη κυβερνητική προτεραιότητα και επιτυγχάνεται με την θέσπιση και εφαρμογή αυστηρών νομοθετικών ρυθμίσεων, που εξασφαλίζεται μέσα από την συντονισμένη δράση των αρμοδίων κρατικών ελεγκτικών οργάνων και δικαστικών αρχών.

Αναπτυξιακή στόχευση με κοινωνικό πρόσημο. Μία γενναία μεταρρύθμιση στις δημόσιες συμβάσεις δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξαντλείται σε διαχειριστικά θέματα. Μέσω των δημοσίων συμβάσεων μπορούν να επιδιωχθούν και στόχοι που προάγουν τη βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτό θα επιτευχθεί με την υιοθέτηση πολιτικών και πρακτικών που θα ενισχύσουν τον γνήσιο και επί ίσοις όροις ανταγωνισμό, θα ενθαρρύνουν την καινοτομία και την συμμετοχή των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων στους διαγωνισμούς και θα επιτρέψουν την συνεκτίμηση περιβαλλοντικών και κοινωνικών πτυχών («πράσινες δημόσιες συμβάσεις», ενσωμάτωση κοινωνικών κριτηρίων, όπως η απασχόληση μακροχρόνια ανέργων κλπ).

Αποτελεσματική διακυβέρνηση. Κάθε σύστημα λειτουργεί σωστά και αποδοτικά μόνο όταν διοικείται από τους κατάλληλους «θεσμούς». Αυτό προϋποθέτει τον σαφή τον σαφή καθορισμό και την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων κάθε «θεσμικού παράγοντα» (Κυβέρνηση, Δημόσια Διοίκηση, Ελεγκτικοί Μηχανισμοί, Δικαιοσύνη). Χρειάζονται επίσης επαρκείς υλικοί πόροι και άνθρωποι –λίγοι και ικανοί- με γνώση, εμπειρία, όραμα και, κυρίως, θέληση για –ομαδική- δουλειά. Στην κατεύθυνση αυτή μπορεί να συμβάλλει καίρια ένα πρόγραμμα κατάρτισης και πιστοποίησης των στελεχών των φορέων του δημοσίου στις δημόσιες συμβάσεις, με στόχο να καλλιεργηθεί σταδιακά μία τεχνοκρατική και όχι στείρα γραφειοκρατική αντίληψη σχετικά με τον τρόπο που αντιμετωπίζει η διοίκηση αυτή την ζωτική οικονομική δραστηριότητα.

Μήπως ζητάμε πολλά; Σίγουρα όχι! Όλα τα απαραίτητα «συστατικά» υπάρχουν άφθονα στη διεθνή βιβλιογραφία. Το μόνο που απαιτείται είναι να βρεθεί το κατάλληλο «μείγμα» που θα προσαρμόσει επιτυχώς την ελληνική διοικητική πρακτική, ώστε να αξιοποιηθεί γρήγορα και αποδοτικά η διαθέσιμη τεχνογνωσία. Αναγκαία συνθήκη όμως παραμένει η ευρεία και ειλικρινής συναίνεση όλων των εμπλεκομένων, η σταθερή και συνεπής πολιτική βούληση και υποστήριξη και λίγο από το ελληνικό δαιμόνιο και φιλότιμο για την μετουσίωση της θεωρίας σε πράξη.

Αν «δέσουν» όλα τα παραπάνω, θα απολαύσουμε όλοι τα αναμενόμενα οφέλη και ειδικότερα το Δημόσιο, μέσω της εξοικονόμησης πόρων και συγκράτησης των ελλειμμάτων, ο ιδιωτικός τομέας, μέσω του πολλαπλασιασμού των επιχειρηματικών ευκαιριών και της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, αλλά και –κυρίως- οι πολίτες, οι οποίοι, μέσω της αποδοτικότερης αξιοποίησης των φορολογικών εισφορών τους, θα απολαύουν ποιοτικότερες υπηρεσίες από τη δημόσια διοίκηση, ενώ το «πλεόνασμα» που θα επιτευχθεί θα μπορέσει να διοχετευθεί σε πολιτικές και μέτρα κοινωνικής πρόνοιας και συνοχής, όσο ποτέ άλλοτε έχει ανάγκη σήμερα η κοινωνία.

Τι λέτε λοιπόν, πάμε για κυνήγι;

* Ο Σπύρος Παναγόπουλος είναι LL.M.Δικηγόρος, ειδικός σε θέματα πολιτικής & δικαίου δημοσίων συμβάσεων