H καλλιέργεια βιολογικών οσπρίων ήταν το μυστικό της ανάπτυξης της ελληνικής εταιρείας τροφίμων Αροσις, η οποία έχει κατακτήσει το Μανχάταν και άλλες αγορές του εξωτερικού. Οι λάτρεις των ποιοτικών και υγιεινών οσπρίων αναζητούν τα προϊόντα της ελληνικής οικογενειακής εταιρείας Αροσις από την Καστοριά παγκοσμίως, ενώ αναμένεται μεγάλη συμφωνία και στην Κίνα. Η εταιρεία που ξεκίνησε το 1956, σήμερα διοικείται από την τρίτη γενιά, με «καπετάνιο» τον κ. Τρύφωνα Φωτιάδη, ο οποίος έχει δώσει έμφαση στις εξαγωγές, στη βιολογική καλλιέργεια και στην προσθήκη νέων προϊόντων, όπως τα έτοιμα φαγητά.
Παράγει 700.000 τόνους φασόλια, ρεβίθια, φακές το χρόνο, ενώ δεν σταματά να επενδύει σε μηχανολογικό εξοπλισμό προκειμένου να αντέξει τον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Από το 2000 ως σήμερα έχει επενδύσει περισσότερα από 1,5 εκατ. ευρώ σε μηχανές, ενώ ως το 2015 θα επενδύσει 1,1 εκατ. ευρώ σε νέες εγκαταστάσεις και μηχανήματα. Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Αροσις κ. Φωτιάδη, η ανάπτυξη της εταιρείας βασίζεται «στη σταθερή ποιότητα, στην καιτονομία, στη στήριξη προς τους έλληνες παραγωγούς και στην έμφαση στο εξωτερικό».
Πάνω από 10 χώρες
Η εταιρεία εξήγε όσπρια από τη δεκαετία του ’70, αλλά με τη νέα συσκευασία και πιο εντατικά ξεκίνησε το 2000 στις ΗΠΑ. Ενας ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας, αφηγείται ο κ. Φωτιάδης, είδε σε ελληνικό περιοδικό τροφίμων καταχώριση της Αροσις και αποφάσισε να διανείμει τα προϊόντα της σε ντελικατέσεν στην Αστόρια. Σήμερα οι γίγαντες και άλλα όσπρια της εταιρείας φιγουράρουν σε σουπερμάρκετ, ντελικατέσεν και μενού ακριβών εστιατορίων σε όλη τη Βόρεια Αμερική, καθώς το 15% του τζίρου των εξαγωγών προέρχεται από τις ΗΠΑ και το 10% συνολικά των πωλήσεων είναι από το εξωτερικό. Εχει δημιουργήσει ξεχωριστό branding για τις εξαγωγές και εξάγει πλέον σε περισσότερες από 10 χώρες σε όλον τον κόσμο. Στόχος είναι οι εξαγωγές να αγγίξουν το 30% του τζίρου σε δύο-τρία χρόνια.
Τα τελευταία δύο χρόνια η εταιρεία έχει ήδη τοποθετήσει τα προϊόντα της στα ράφια της νορβηγικής αγοράς (σε μία από τις μεγαλύτερες αλυσίδες σουπερμάρκετ), στη Ρωσία, με πρώτη τοποθέτηση στην αλυσίδα ντελικατέσεν καταστημάτων Globus Gourmet. Προϊόντα της Αροσις βρίσκονται σε καταστήματα της Κύπρου, της Βρετανίας, του Λουξεμβούργου, της Βουλγαρίας, του Βελγίου, της Ολλανδίας, της Σουηδίας, της Σλοβενίας, της Αυστρίας, της Γερμανίας, της Τσεχίας, ενώ ήδη είναι σε πολύ προχωρημένο στάδιο νέα σημαντική συνεργασία και στην Κίνα, αφού διευθετηθεί το θέμα συμφωνίας εξαγωγών οσπρίων εκεί.
Οσον αφορά το εξωτερικό, προσέθεσε ο κ. Φωτιάδης, αυτή την περίοδο «προωθούμε και τα νέα μας προϊόντα που αφορούν έτοιμα φαγητά με βάση τα όσπρια σε βάζα. Προς το παρόν υπάρχει ένας κωδικός, αλλά ετοιμάζουμε έξι-οκτώ προιόντα, κυρίως για το εξωτερικό, αφού οι αλλοδαποί είναι πιο εξοικειωμένοι και μυημένοι στο έτοιμο φαγητό».
Από το 1956
Η ιστορία της επιχείρησης ξεκινά το 1956, όταν ο Θωμάς Στογιαννίδης από τη Βασιλειάδα της Καστοριάς ξεκίνησε το χονδρεμπόριο των οσπρίων της περιοχής. Αργότερα, το 1968, στην επιχείρηση μπήκαν η κόρη του Ελένη και ο γαμπρός του Γιάννης Φωτιάδης επεκτείνοντας ακόμη περισσότερο τις συνεργασίες στην αγορά της Αθήνας, ενώ για πρώτη φορά στην Ελλάδα συσκευάστηκαν ελληνικά όσπρια σε πακέτα των 500 γραμμ. για να τοποθετηθούν στα ράφια των μπακάλικων του Συνεταιρισμού Παντοπωλών Αθήνας. Από τα μέσα του 1985 ξεκίνησαν οι εξαγωγές, ενώ πλέον η επιχείρηση αποτελούσε έναν από τους βασικούς προμηθευτές των φασολιών της Καστοριάς και της Πρέσπας στην Ελλάδα.
Το 1996 την επιχείρηση ανέλαβε η τρίτη γενιά, ο Τρύφωνας Φωτιάδης, ο οποίος με νέο όραμα προχώρησε σε καινοτομίες –δημιούργησε την πρώτη οργανωμένη καλλιέργεια στην Ελλάδα βιολογικών φασολιών με ομάδα βιοκαλλιεργητών από την Πρέσπα, λάνσαρε στην ελληνική αγορά για πρώτη φορά συσκευασμένα όσπρια ελληνικής παραγωγής με ονομασία προέλευσης –αλλάζοντας οριστικά το τοπίο στην αγορά και δημιουργώντας πλέον μια νέα κατηγορία (επώνυμο ελληνικό όσπριο). Σήμερα η Αροσις διαθέτει όσπρια αποκλειστικά ελληνικής παραγωγής, συμβατικής γεωργίας, ολοκληρωμένης διαχείρισης και βιολογικής καλλιέργειας.
Ο τζίρος τα τελευταία χρόνια τρέχει με θετικό πρόσημο μεταξύ 10% και 20%, το 2013 πραγματοποιήθηκε τζίρος άνω του 1,5 εκατ. ευρώ και η εκτίμηση για το 2014 είναι να αυξηθεί 5%-10%.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



