Σε μια συνάντηση μεγάλης συμβολικής αξίας, εκπρόσωποι των κυβερνήσεων της Ταϊβάν και της Κίνας πραγματοποίησαν τις πρώτες επίσημες συνομιλίες τους από το τέλος του εμφυλίου πολέμου της Κίνας, το 1949.
Αν και δεν αναμένονται συγκεκριμένα αποτελέσματα, όλοι μιλούν για ιστορικό διάλογο και σημαντική χαλάρωση στην πολύχρονη αντιπαλότητα των δύο πλευρών. Και γεγονός είναι ότι η καπιταλιστική οικονομική ανάπτυξη, αυτή που μπορεί να προσφέρει η «μητέρα» Κίνα των κόκκινων καπιταλιστών στη «θυγατέρα» νήσο Φορμόζα των κινέζων εθνικιστών, φέρνει κοντά τις δύο πλευρές.
Σκηνικό των συνομιλιών, που άρχισαν την Τρίτη και θα διαρκέσουν ως την Παρασκευή, είναι ένα ξενοδοχειακό θέρετρο στην κινεζική πόλη Ναντζίνγκ, η οποία είχε υπάρξει κατά καιρούς πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Κίνας του Τσιανγκ Κάι Σεκ. Η κυβέρνησή του κατέφυγε στην Ταϊβάν όταν ηττήθηκε από τις κομμουνιστικές δυνάμεις του Μάο Τσε Τουνγκ, οι οποίες κυριάρχησαν έκτοτε στην ηπειρωτική Κίνα.
Η πρώτη συνάντηση είναι η κορύφωση των προσπαθειών που καταβάλλονται εδώ και χρόνια από τις δύο πλευρές του Στενού της Φορμόζας για να επουλωθούν οι πληγές του εμφυλίου πολέμου που οδήγησε το 1949 στον διαχωρισμό μεταξύ Δημοκρατίας της Κίνας και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Εξαιτίας της ευαισθησίας του ζητήματος, στο τραπέζι δεν υπήρχαν σημαίες.
«Πριν από τη σημερινή συνάντηση ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οι σχέσεις μας θα μπορούσαν να φθάσουν σε αυτό το σημείο» δήλωσε ο Γουάνγκ Γιου Τσι, επικεφαλής του Συμβουλίου Ηπειρωτικών Υποθέσεων της Ταϊβάν.
Η βελτίωση των δεσμών «κερδήθηκε σκληρά μέσα από προσπάθειες γενεών. Θα πρέπει να εργαστούμε μαζί για να διατηρηθεί αυτή η ευνοϊκή δυναμική» είπε και ο Ζανγκ Ζιτζούν, επικεφαλής της Υπηρεσίας Υποθέσεων Ταϊβάν της Κίνας.
Η Κίνα θεωρεί την Ταϊβάν μέρος της επικράτειάς της, που θα πρέπει τελικά να επανενωθεί. Εχει αντιδράσει οργισμένα στο παρελθόν, σε βήματα που θεωρεί ότι οδηγούν το αυτοδιοικούμενο νησί προς την επίσημη ανεξαρτησία.
Το 1995 και το 1996 εκτόξευσε πυραύλους στα ύδατα γύρω από την Ταϊβάν πριν από τις πρώτες δημοκρατικές προεδρικές εκλογές της και επέκρινε τακτικά τον πρόεδρο Τσεν Σούι Μπιάν, ο οποίος τασσόταν υπέρ της ανεξαρτησίας, το διάστημα 2000-2008.
Μετά το 2008 και την εκλογή του προέδρου Μα Γινγκ Τζέου, ο οποίος ευνοεί στενότερους δεσμούς με την ηπειρωτική χώρα, το Πεκίνο έχει υιοθετήσει πιο διαλλακτική προσέγγιση.
Το εμπόριο στα Στενά έχει σχεδόν διπλασιαστεί κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Μα, φθάνοντας τα 197 δισ. δολάρια το περασμένο έτος. Σχεδόν 3 εκατομμύρια Κινέζοι ταξίδεψαν στην Ταϊβάν το 2013, αποτελώντας τη μεγαλύτερη ενιαία ομάδα επισκεπτών ύστερα από τη χαλάρωση των περιορισμών στις αφίξεις από την ηπειρωτική Κίνα, το 2008.
Οι δύο πλευρές υπέγραψαν μια εμπορική συμφωνία-ορόσημο το 2010, αλλά εκείνες οι διαπραγματεύσεις διεξήχθησαν από ημιεπίσημους φορείς. Ως τώρα εκπρόσωποι της Κίνας και της Ταϊβάν είχαν συναντήσεις μόνο μέσω ανεπίσημων οργανώσεων ή συνταξιοδοτηθέντων αξιωματούχων, επειδή το Πεκίνο αρνιόταν οτιδήποτε θα μπορούσε να θεωρηθεί αναγνώριση της κυριαρχίας της Ταϊβάν.
Οι συνομιλίες της Τρίτης επικεντρώθηκαν σε τρόπους για τη βελτίωση και την επισημοποίηση των διμερών επικοινωνιών. Οι δύο πλευρές συζήτησαν το εμπόριο και τη συμμετοχή της Ταϊβάν σε περιφερειακές οικονομικές συμφωνίες. Ενώ δεν αναμένονται απτά αποτελέσματα, ο συμβολισμός είναι αξιοσημείωτος.
«Δεν έχουν μιλήσει ο ένας στον άλλο σε αυτό το επίπεδο για 60 χρόνια. Το γεγονός και μόνο ότι είναι πρόθυμοι να συναντηθούν και να συνομιλήσουν δείχνει σημαντική καλή θέληση και δημιουργεί προηγούμενο για το μέλλον» λέει στους «New York Times» ο Τζόναθαν Σάλιβαν, ειδικός σε θέματα Κίνας στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ.
«Αν οι δύο πλευρές μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τα κανάλια επικοινωνίας, όπως η δημιουργία γραφείων αντιπροσώπευσης στο έδαφος της άλλης, τότε οι συνομιλίες μπορεί να έχουν και κάποια πρακτική σημασία» προσθέτει ο Σάλιβαν. Ο νέος πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ είπε πέρυσι ότι «η εξεύρεση λύσης στο πολιτικό αδιέξοδο με την Ταϊβάν δεν μπορεί να αναβάλλεται επ’ αόριστον», σημάδι κατά πολλούς ότι προτίθεται να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο στην προσέγγιση από τους προκατόχους του.
Τα υπόλοιπα δύο χρόνια της δεύτερης, και τελευταίας, θητείας του Μα προσφέρουν ένα σύντομο παράθυρο για το Πεκίνο για να προσπαθήσει να σφυρηλατήσει στενότερους δεσμούς.
Ο υπεύθυνος για την αναγέννηση του εθνικιστικού κόμματος Κουομιντάνγκ επανεξελέγη το 2012, αλλά η δημοτικότητά του έχει καταβαραθρωθεί σήμερα στο 9%, κυρίως λόγω επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης στην Ταϊβάν.
Δημοσιεύτηκε στο Helios Plus στις 12 Φεβρουαρίου 2014
HeliosPlus



