Μια επίσκεψη στην πρωτεύουσα της Σκανδιναβίας, όπως αποκαλούν οι Σουηδοί τη Στοκχόλμη, αρκεί για να καταλάβει κανείς ότι οι Ευρωπαίοι του Βορρά δεν αστειεύονται όταν πρόκειται για το περιβαλλοντικό μέλλον τους. Η «καρδιά» των σουηδικών πόλεων χτυπά σε ρυθμούς κατασκευαστικής φρενίτιδας με πυρήνα την οικολογική συνείδηση και στόχο ένα καλύτερο αύριο για τις υπάρχουσες και τις επόμενες γενιές. Ενα αύριο με λιγότερους ρύπους, λιγότερα σκουπίδια και απόβλητα και περισσότερο πράσινο, οξυγόνο και χαμόγελο.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Το 2010 η Στοκχόλμη ξεχώρισε ανάμεσα σε 35 ευρωπαϊκές πόλεις για τον «πράσινο» χαρακτήρα της και στέφθηκε Πράσινη Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Η βράβευση αυτή όμως δεν ήρθε «ουρανοκατέβατη». Πίσω από αυτήν κρύβονταν δεκαετίες σκληρής δουλειάς για την επίτευξη μακροπρόθεσμων οικολογικών στόχων που, παρ’ ότι ξεκινούσαν από την κυβέρνηση, δεν θα μπορούσαν να υλοποιηθούν χωρίς την πολύτιμη στήριξη των πολιτών.
Σημαντικό ρόλο φαίνεται να έπαιξαν και κατασκευαστικές κινήσεις οικολογικά προσανατολισμένων περιοχών (όπως π.χ. η πόλη Χάμαρμπι) με αφορμή την υποψηφιότητα της Στοκχόλμης ως «οικοδέσποινας» των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Κάτι τέτοιο δεν έγινε, ωστόσο οι προσπάθειες δεν σταμάτησαν εκεί. Παρά το γεγονός ότι η χώρα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην πυρηνική ενέργεια, από τη δεκαετία του ’80 και μετά στον ενεργειακό «χορό» μπήκαν και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με αποτέλεσμα να κατέχουν πλέον σημαντική θέση στην ενεργειακή αγορά της χώρας.
Στοκχόλμη, πόλη-πρότυπο


Πράσινη Πρωτεύουσα της Ευρώπης είχε στεφθεί το 2010 η Στοκχόλμη

Αποτελούμενη από 26 διαφορετικούς δήμους και 14 νησάκια, η Στοκχόλμη αριθμεί στο σύνολό της λίγο περισσότερο από 2 εκατ. κατοίκους, με το κέντρο να αγγίζει τους 870.000.

Ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Υγείας της Στοκχόλμης κ. Γκιούναρ Σέντερχολμ μιλώντας στο «Bήμα» τόνισε ότι μια πυκνοκατοικημένη πόλη μπορεί ταυτόχρονα να είναι απόλυτα βιώσιμη. «Το βασικό πλάνο πίσω από την κατασκευαστική ανάπτυξη της Στοκχόλμης είναι το χτίσιμο και το μεγάλωμα της πόλης από έξω προς τα μέσα. Με τον τρόπο αυτόν σήμερα είμαστε στη θέση να σκεφτόμαστε πιο φιλικά προς τους πολίτες συγκριτικά με αυτό που κάναμε πριν από 20 χρόνια. Τότε χτίζαμε νέα διαμερίσματα γιατί έπρεπε, σήμερα χτίζουμε νέα διαμερίσματα γιατί θέλουμε. Πιστεύουμε ότι δεν δημιουργεί η οικονομία τους κατοίκους αλλά αντίθετα οι κάτοικοι δημιουργούν την οικονομία» μας λέει ο ίδιος.
Πίσω από την οικολογική στροφή της Σουηδίας, εξάλλου, κρύβονται και οι αυστηροί κανονισμοί της ΕΕ για περιορισμό των ρύπων μέχρι το 2020, που συνοδεύονται από επώδυνα πρόστιμα υπό μορφή φορολογίας για τους παραβάτες. Οπως παραδέχεται ο κ. Σέντερχολμ, πριν από 100 χρόνια η Στοκχόλμη βρισκόταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Ηταν μία από τις πιο βρώμικες και ανθυγιεινές πόλεις για να ζει κανείς: δεν υπήρχε κεντρική θέρμανση στα σπίτια αλλά ούτε διαχείριση των λυμάτων ή μέσα μαζικής μεταφοράς. Σήμερα η πόλη διαθέτει ένα δίκτυο θέρμανσης/ψύξης (district heating/cooling) το οποίο λειτουργεί με τη βοήθεια νερού, ένα προηγμένο σύστημα καθαρισμού των λυμάτων και ένα σύστημα ανακύκλωσης που «γεννά» ενέργεια.

«Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ξεκινήσαμε μια προσπάθεια αναδόμησης της πόλης. Κατόπιν ειδικής επεξεργασίας του εδάφους, καταφέραμε να μεταμορφώσουμε μια πρώην βιομηχανική περιοχή σε κατοικήσιμη. Από το 2000 η ανάπτυξη στην πόλη μας είναι ραγδαία, ενώ παράλληλα μεγάλη είναι και η μείωση των ρύπων που εκλύονται στην ατμόσφαιρα»
υπογραμμίζει ο ίδιος.

Πώς μειώθηκε το διοξείδιο


Αμεσος στόχος των υπευθύνων τώρα είναι ο περιορισμός των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στους τρεις τόνους ανά κάτοικο ως το 2015 και η πλήρης απαλλαγή από τα ορυκτά καύσιμα ως το 2050. «Στην παρούσα φάση βρισκόμαστε γύρω στους 3,4 τόνους διοξειδίου του άνθρακα ανά κάτοικο. Ηδη από το 1990 έχουμε μειώσει τις εκπομπές αυτές κατά 43% ανά κάτοικο. Ενα μεγάλο μέρος τους μάλιστα –που εκτιμάται περί τους 2,5 εκατ. τόνους διοξειδίου του άνθρακα ετησίως –οφείλεται στην κίνηση στην πόλη (λιγότερο από 1 εκατ. τόνοι), στη θέρμανση (1 εκατ. τόνοι) και στην ηλεκτροδότηση (περίπου 500.000 τόνοι). Εχουμε δώσει ιδιαίτερη έμφαση στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στους ποδηλατόδρομους και στα δημόσια ποδήλατα προκειμένου να προσφέρουμε στους πολίτες πιο πράσινες επιλογές ως προς τη μετακίνησή τους» λέει ο κ. Σέντερχολμ.

«Η ηλεκτρική ενέργεια στη Σουηδία προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από πηγές ενέργειας που δεν βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα, όπως π.χ. η πυρηνική ενέργεια, η υδροηλεκτρική ενέργεια, η ηλιακή και η αιολική ενέργεια»
προσθέτει.

«Ως το 2025-2030 στοχεύουμε σε ένα κεντρικό σύστημα θέρμανσης που δεν θα βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα. Το να έχουμε όμως έναν στόλο αυτοκινήτων που να κινούνται με καύσιμα πέραν των ορυκτών αυτό αποτελεί μια πραγματική πρόκληση. Σε αυτή την περίπτωση παρακολουθούμε πολύ τι γίνεται και σε άλλες χώρες της Βόρειας Ευρώπης (π.χ., Δανία, Νορβηγία, Πολωνία, Γερμανία) και πραγματικά προβληματιζόμαστε για το αν υπάρχει ηλεκτρική ενέργεια που να μην οδηγεί σε εκπομπή ρύπων στην ατμόσφαιρα».

Κτίρια με «πράσινη» καρδιά


Το γυάλινο Kungs-brohuset αποτελεί ένα από τα «σμαράγδια» οικολογικής αρχιτεκτονικής της πόλης

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός μοντέρνου κτιρίου που ακολουθεί αυστηρά περιβαλλοντικά πρότυπα και κανονισμούς είναι το Kungsbrohuset, στο κέντρο της Στοκχόλμης. Μπορεί η γυάλινη υπόστασή του να μην παραπέμπει στον πράσινο χαρακτήρα του, στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για ένα από τα πιο οικολογικά εταιρικά κτίρια της πόλης. Σε αυτό στεγάζεται μεταξύ άλλων και η υψηλής κυκλοφορίας απογευματινή εφημερίδα «Aftonbladet» του ομίλου Schipsted.

Σε ένα μεγάλο ποσοστό η θέρμανση του κτιρίου προέρχεται από τη θερμότητα που παράγεται από το πέρασμα περίπου 250.000 επιβατών ημερησίως από τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης. Το πέρασμα των επιβατών εξασφαλίζει με φυσικό τρόπο σταθερή θερμοκρασία 22 βαθμών Κελσίου στον ίδιο τον σταθμό. Η παραγόμενη θερμότητα μεταφέρεται κατόπιν με υπόγειους σωλήνες στο κτίριο και σε συνδυασμό με το κεντρικό δίκτυο θέρμανσης (που βασίζεται στον κύκλο ζεστού νερού) του προσφέρει επαρκή θερμότητα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Το καλοκαίρι το εντυπωσιακό γυάλινο κτίριο ψύχεται με τη βοήθεια παγωμένου νερού από τη λίμνη Κλάρα. Ενα έξυπνο σύστημα λαμβάνει διαρκώς ενημερώσεις για τον καιρό προσαρμόζοντας έτσι τη θέρμανση και την ψύξη ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν εκτός κτιρίου.
Ο φωτισμός των χώρων εισόδου και του κλιμακοστασίου πραγματοποιείται με τη μεταφορά του φυσικού ηλιακού φωτός στο εσωτερικό του κτιρίου με τη βοήθεια οπτικών ινών. «Δεν πρόκειται για πειραματικές μεθόδους αλλά για τεχνολογίες που έχουν ήδη δοκιμαστεί και εφαρμοστεί» εξηγεί ο κ. Κλας Γιοχάνσον, συντονιστής περιβαλλοντικών θεμάτων στην κατασκευάστρια Jernhusen. «Η μεγαλύτερη εξοικονόμηση ενέργειας προέρχεται από την πρόσοψη του κτιρίου χάρη στα πενταπλά τζάμια». Αυτά δημιουργούν ένα είδος μονωτικού «μαξιλαριού» επιτρέποντας μεν τη διάχυση του ηλιακού φωτός στους ορόφους αλλά διατηρώντας αμετάβλητη τη θερμοκρασία του εσωτερικού χώρου του κτιρίου.
Ακόμη, στα γραφεία υπάρχει το λεγόμενο «πράσινο» κουμπί το οποίο ενεργοποιείται από τον τελευταίο εργαζόμενο και κλείνει τους «διακόπτες» της ηλεκτροδότησης.
Βασιλικό λιμάνι με οικολογικό αέρα



Κάπως έτσι θα μοιάζει το βασιλικό λιμάνι σε λίγα χρόνια

Το Royal Seaport αποτελεί ένα από τα πλέον επίδοξα κατασκευαστικά σχέδια, του οποίου η υλοποίηση ξεκίνησε πρόσφατα στα νοτιοανατολικά της Στοκχόλμης.

Σε απόσταση μόλις τριών χιλιομέτρων από το κέντρο, η πρώην βιομηχανική περιοχή υποβάλλεται σε ένα πλήρες «λίφτινγκ» ως το 2030. Σύμφωνα με το όραμα των κατασκευαστών, η μέχρι πρότινος υποβαθμισμένη περιοχή σε λίγα χρόνια αναμένεται να αποτελεί μια hi-tech συνοικία κύρους με πυρήνα τις μηδενικές εκπομπές ρύπων. Ως την ολοκλήρωσή της εκτιμάται ότι θα φιλοξενεί 10.000 έξυπνες κατοικίες με σχεδόν ανύπαρκτο ενεργειακό αποτύπωμα και σύστημα απορρόφησης απορριμμάτων προς ανακύκλωση, 30.000 εταιρείες, εμπορικά καταστήματα, οδικά δίκτυα με δημόσιες συγκοινωνίες και ηλεκτρικά οχήματα και φυσικά ένα υπερσύγχρονο λιμάνι που θα προσφέρει τη δυνατότητα ηλεκτροδότησης των πλοίων προκειμένου να μη χρησιμοποιούν τα καύσιμά τους ενόσω βρίσκονται δεμένα και συνεπώς να μην παράγουν ρύπους.
Πρότυπο για την κατασκευή του «βασιλικού» λιμανιού αποτελεί η πράσινη πόλη Χάμαρμπι η οποία είχε δημιουργηθεί με στόχο να φιλοξενήσει το ολυμπιακό χωριό. Το φουτουριστικό σχέδιο αποτελεί μέρος του C40, ενός διεθνούς δικτύου 40 πόλεων (ανάμεσά τους και η Αθήνα) με στόχο την ανάπτυξη πράσινων πρωτοβουλιών για τον περιορισμό των ρύπων σε τοπικό επίπεδο και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής –και σε αυτό συμμετέχουν μεγάλα ερευνητικά κέντρα της χώρας και εταιρείες-κολοσσοί όπως π.χ. οι Ericsson, Fortum, Electrolux κ.ά.
Οικισμός – «μπαταρία»!




Τα σπίτια του οικισμού-«μπαταρία» Ανεμπεργκ είναι εφοδιασμένα με ηλιακούς συλλέκτες στις στέγες τους

Στα βόρεια της Στοκχόλμης υπάρχει μια συνοικία που «λειτουργεί» με πυρήνα τη γεωθερμία και την αποθήκευση ηλιακής θερμότητας στο υπέδαφος. Ο οικισμός Ανεμπεργκ, που ολοκληρώθηκε το 2002, αποτελείται από 50 κατοικίες μεγέθους από 63 τ.μ. ως 125 τ.μ. κατασκευασμένες εξ ολοκλήρου από φιλικά προς το περιβάλλον υλικά.


«Ο λόγος για τον οποίο καταφύγαμε στο συγκεκριμένο σύστημα είναι η διαφορά των ωρών ηλιοφάνειας μεταξύ χειμώνα και καλοκαιριού. Ετσι καταλήξαμε στο ότι η ηλιακή ενέργεια που θα συλλεγόταν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού θα έπρεπε να αποθηκεύεται με κάποιον τρόπο για να χρησιμοποιείται τον χειμώνα. Στις στέγες του οικισμού μας υπάρχουν θερμικοί ηλιακοί συλλέκτες συνολικής έκτασης 2.400 τ.μ., ικανοί να προσφέρουν ζεστό νερό θερμοκρασίας 70-80 βαθμών Κελσίου κατά τη διάρκεια της ημέρας. Η ενέργεια αυτή περνά αρχικά στο δίκτυο υδροδότησης του οικισμού και ό,τι απομένει καταλήγει στο ειδικό σύστημα αποθήκευσης της θερμότητας στο υπέδαφος για χρήση αργότερα. Το σύστημα ελέγχεται μέσω μικροεπεξεργαστών και η θερμότητα φυλάσσεται στα πετρώματα του υπεδάφους ως τον χειμώνα, οπότε και χρησιμοποιείται από το κεντρικό σύστημα θέρμανσης δαπέδου μέσω της διοχέτευσης ζεστού νερού, στη λογική του district heating»
μας εξηγεί ο υπεύθυνος του πράσινου οικισμού Στιγκ Ραμ.
Το κεντρικό σύστημα αποθήκευσης θερμότητας του υπεδάφους, δηλαδή, «φορτίζει» κατά τους καλοκαιρινούς μήνες αγγίζοντας τις 1.200 kWh και τους 42 βαθμούς Κελσίου με στόχο την κάλυψη των αναγκών των κατοίκων κατά τη διάρκεια του απαιτητικού χειμώνα. Ως τον Φεβρουάριο το σύστημα έχει αποφορτιστεί, με αποτέλεσμα η θερμοκρασία του να μην ξεπερνά τους 26 βαθμούς Κελσίου.
Τα υπερσύγχρονα σπίτια είναι επίσης εξοπλισμένα με οπτικές ίνες (σχεδόν 100 Μbps ανά διαμέρισμα) οι οποίες μεταφέρουν το ηλιακό φως στο εσωτερικό τους. Η μόνωση των κατοικιών αποτελεί την καρδιά της επιτυχίας του συστήματος: από τη μόνωση των χώρων μέσω ειδικών υλικών και τριπλών τζαμιών για τη θωράκιση της θερμοκρασίας ως τη μόνωση των καλωδιώσεων για τον περιορισμό των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων.
Η γνώμη των πολιτών μετράει


Ανά τριετία οι αρμόδιες αρχές προχωρούν σε δημοσκοπήσεις που αφορούν την ποιότητα ζωής των πολιτών, κατά πόσο είναι ευχαριστημένοι με την υπάρχουσα κατάσταση και τι βελτιώσεις θα μπορούσαν να γίνουν στο αστικό περιβάλλον.

«Σε ερώτησή μας αν τους ενοχλεί που η πόλη μας έχει ιδιαίτερα υψηλούς περιβαλλοντικούς στόχους το 90% δήλωσε ότι κάτι τέτοιο είναι πολύ καλό. Περίπου το 70% θεωρεί ότι είναι θετικό το γεγονός πως απαιτείται η προσωπική συνεισφορά των πολιτών για τη βελτίωση του περιβάλλοντος. Για εμάς είναι πολύ σημαντικό να βλέπουμε ότι υπάρχει τόσο μεγάλη αποδοχή των ενεργειών μας από τον κόσμο»
αναφέρει ο κ. Σέντερχολμ.
Το μυστικό ώστε οι πολίτες να δεχθούν να γίνουν «συνιδιοκτήτες» του οικολογικού σχεδίου του εκάστοτε δήμου κρύβεται, όπως εξηγεί, στη σωστή ενημέρωση και στην προώθηση απλών και πρακτικών μέτρων που κατά την υιοθέτησή τους διευκολύνουν την καθημερινότητά τους. Σημαντικό παράγοντα ωστόσο παίζει και η οικονομική στήριξη τόσο της Ευρώπης όσο και πολυεθνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα.

Εισαγωγές… απορριμμάτων!

Τη στιγμή που στην Ελλάδα η κυβέρνηση ακόμη παλεύει για την κατασκευή μονάδων καύσης των απορριμμάτων της, η Σουηδία αντιμετωπίζει το αντίθετο πρόβλημα: οι πολίτες παράγουν λιγότερα σκουπίδια από εκείνα που απαιτούνται για την παραγωγή επαρκούς ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας για την κάλυψη των αναγκών τους από τις υπάρχουσες μονάδες καύσης.
Η λύση, σύμφωνα με τη σουηδική υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος, βρίσκεται στην εισαγωγή 800.000 τόνων απορριμμάτων ετησίως από γειτονικές χώρες, τα οποία θα διοχετεύονται στις μονάδες παραγωγής ενέργειας. Στην περίπτωση της Νορβηγίας, το συγκεκριμένο πλάνο αποτελεί μάλλον συμφέρουσα μέθοδο, καθώς η εξαγωγή των απορριμμάτων της –με το αζημίωτο φυσικά –στοιχίζει λιγότερο από τη διαδικασία της καύσης των δικών της σκουπιδιών. Παρ’ όλα αυτά η Σουηδία δεν αναλαμβάνει τη διαχείριση της νορβηγικής τέφρας πλούσιας σε διοξίνες που μένει από την καύση των απορριμμάτων και για τον λόγο αυτόν στη συνέχεια την επιστρέφει «πακέτο» στη γειτονική χώρα.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, χάρη στο ιδιαίτερα επιτυχημένο σύστημα ανακύκλωσης που έχει αναπτύξει η Σουηδία, μόνο το 4% των οικιακών απορριμμάτων καταλήγει σε χωματερές. Η σκανδιναβική χώρα μάλιστα αποβλέπει στη μελλοντική συνεργασία της με πιο μακρινές χώρες –όπως π.χ. η Ρουμανία, η Βουλγαρία και οι χώρες της Βαλτικής -, οι οποίες βασίζονται κυρίως στις χωματερές.
«Κόσμημα» του Νότου

Το υπερσύγχρονο σύστημα απορρόφησης απορριμμάτων στο Μάλμε μεταφέρει τα σκουπίδια μέσω υπόγειων σωληνώσεων στα σημεία συλλογής τους, μακριά από τις κατοικημένες περιοχές

Κατηφορίζοντας στα νότια της χώρας συναντάμε το Μάλμε. Πρόκειται για την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Σουηδίας μετά τη Στοκχόλμη και το Γκέτεμποργκ η οποία ξεχωρίζει για τον έντονα οικολογικό της προσανατολισμό.

Και στην περίπτωση του Μάλμε, μια πρώην βιομηχανική περιοχή μεταμορφώθηκε σε «συνοικία του μέλλοντος». Ο λόγος για το Γουέστερν Χάρμπορ ή αλλιώς το δυτικό λιμάνι, στο οποίο δήμος και αρχιτέκτονες έβαλαν τα δυνατά τους δημιουργώντας μια περιοχή υπερσύγχρονων κατοικιών, σχεδιαστικά υψηλής αισθητικής και έντονα οικολογικού χαρακτήρα. Φυσικά πριν από την έναρξη των κατασκευαστικών έργων πραγματοποιήθηκε ειδικός καθαρισμός των εδαφών.
«Πρόκειται για την πρώτη περιοχή στο Μάλμε όπου οι κατασκευαστικές εταιρείες συνδύασαν επιτυχώς τη βιωσιμότητα με την ολιστική προσέγγιση, παντρεύοντας την παραγωγή ενέργειας με την εκμετάλλευση των απορριμμάτων, την ανακύκλωση του νερού, τις πράσινες μετακινήσεις, την υψηλή αρχιτεκτονική και τους άφθονους χώρους πρασίνου» μας εξηγεί ο υπεύθυνος επικοινωνίας του Τμήματος Περιβάλλοντος του Δήμου του Μάλμε κ. Ντάνιελ Σκογκ.
Ενα από τα δυνατά χαρτιά της περιοχής είναι το σύστημα ανακύκλωσης των απορριμμάτων (οργανικών και μη). «Στην παρούσα φάση ένας από τους κύριους στόχους μας είναι η συλλογή οργανικών απορριμμάτων από όλους –πολίτες και μαγαζάτορες» υπογραμμίζει ο κ. Σκογκ. «Τον περασμένο χειμώνα ελήφθη η πολιτική απόφαση της υποχρεωτικής ανακύκλωσης των τροφίμων με αποτέλεσμα την παραγωγή βιοκαυσίμων για την κίνηση των δημόσιων λεωφορείων και αυτοκινήτων που έχουν υποβληθεί στην απαραίτητη μετατροπή. Πρόκειται για έναν εξαιρετικό τρόπο εκμετάλλευσης των απορριμμάτων».
Εμείς επισκεφτήκαμε τις –όχι και τόσο ευωδιαστές –μονάδες ανακύκλωσης των λυμάτων και των οργανικών αποβλήτων της πόλης για την παραγωγή βιοκαυσίμων και λιπασμάτων, όπως επίσης και την εντυπωσιακή μονάδα αποτέφρωσης των απορριμμάτων της δημοτικής εταιρείας Sysav για την παραγωγή ενέργειας. Εκεί συναντήσαμε τον υπεύθυνο επικοινωνίας κ. Ρούσταν Νίλσον ο οποίος μας εξήγησε πώς μπορούμε να μετατρέψουμε τα σκουπίδια σε… θησαυρό.

Στο φουλ εργάζονται οι μονάδες παραγωγής ενέργειας και βιοκαυσίμων από την εκμετάλλευση των απορριμμάτων και των αποβλήτων στο Μάλμε

«Μέσα στο 2011 προχωρήσαμε στην εκμετάλλευση περίπου 903.000 τόνων απορριμμάτων. Από αυτά, το 61% αποτεφρώθηκε, το 37% ανακυκλώθηκε και το μόλις 2% οδηγήθηκε σε χωματερές» αναφέρει χαρακτηριστικά.

«Στη Σουηδία ο δήμος είναι υπεύθυνος για τα απορρίμματα που προέρχονται από τα σπίτια και τους πολίτες: συσκευασίες, χαρτί, γυαλί, οργανικά απόβλητα, αυτοκίνητα, ηλεκτρονικές συσκευές. Η συλλογή αυτών αποτελεί ευθύνη του κάθε δήμου ξεχωριστά. Εκείνοι στη συνέχεια στέλνουν τα απορρίμματα στις μονάδες επεξεργασίας τους».
«Στις πρόσφατα δομημένες περιοχές, όπως το Γουέστερν Χάρμπορ, έχει τοποθετηθεί ένα σύστημα απορρόφησης απορριμμάτων. Οι κάτοικοι μπορούν να πετάξουν τα σκουπίδια τους σε ειδικούς σωλήνες (ξεχωριστούς ανά είδος) οι οποίοι στη συνέχεια τα οδηγούν στα σημεία συλλογής τους έξω από την κατοικημένη περιοχή».
«Ετησίως η μονάδα αποτέφρωσης απορριμμάτων από 550.000 τόνους απορριμμάτων παράγει σχεδόν 1,4 TWh ηλεκτρικής ενέργειας που προορίζεται για το δίκτυο θέρμανσης και 250 GWh ηλεκτρικού ρεύματος. Η ενέργεια αυτή αποτελεί το 60% του συνόλου της παραγόμενης ενέργειας στην περιοχή και πωλείται στην ιδιωτική εταιρεία E.on, η οποία μέσω φυσικού αερίου παράγει το υπόλοιπο 40%».
Στην περίπτωση των οργανικών αποβλήτων που προέρχονται από τρόφιμα, εξάλλου, η εκμετάλλευση 25.000 τόνων είναι αρκετή για την παραγωγή βιοκαυσίμων αντίστοιχων με 2 εκατ. λίτρα πετρελαίου.
Τα υπολείμματα της ανακύκλωσης

Οπως υποστηρίζουν οι υπεύθυνοι των μονάδων εκμετάλλευσης οργανικών αποβλήτων, ό,τι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί επιδέχεται επιπλέον επεξεργασίας για την απομάκρυνση μικρο-οργανισμών και τη μετατροπή του σε λίπασμα.
Στην περίπτωση των απορριμμάτων προς αποτέφρωση, η διαδικασία είναι διαφορετική. «Από την τέφρα του πυθμένα αφαιρούμε τα ίχνη μετάλλων, τα οποία στη συνέχεια πουλάμε ή τα χρησιμοποιούμε σε κατασκευαστικές δραστηριότητες στις εγκαταστάσεις μας (δρόμοι κτλ.) ή για την κάλυψη χωματερών. Κατά τη διαδικασία του διαχωρισμού των απορριμμάτων προκύπτει πάντοτε κάποιο υπόλοιπο, το οποίο αποτελεί το 2% που καταλήγει στις χωματερές» αναφέρει ο κ. Νίλσον.
Πάνω από όλα ενημέρωση

Η επιτυχία του μοντέλου ανακύκλωσης οφείλεται στη διαρκή ενημέρωση του κοινού. Μια ενημέρωση το κόστος της οποίας αναλαμβάνει πλήρως η εταιρεία διαχείρισης απορριμμάτων και ξεκινά υπό μορφή διασκεδαστικών σεμιναρίων ήδη από το σχολείο, σε μαθητές ηλικίας 10 ετών. Η επιλογή της ηλικίας σύμφωνα με τον κ. Νίλσον είναι πολύ σημαντική καθώς τότε οι μαθητές έχουν ξεπεράσει τον παιδικό ενθουσιασμό, όμως εξακολουθούν να διατηρούν την περιέργειά τους ενώ παράλληλα μπορούν να παρακολουθήσουν πιο συγκεντρωμένα μια τέτοιου είδους παρουσίαση.
«Στα παιδιά παρουσιάζουμε την κατάσταση σε μικροκλίμακα: τα ρωτούμε τι θα μπορούσαν να κάνουν με τα οικιακά τους απόβλητα αν δεν μπορούσαν να τα πετάξουν εκτός σπιτιού» περιγράφει ο υπεύθυνος επικοινωνίας της Sysav. «Προς μεγάλη μας έκπληξη, παρατηρούμε ότι παρά τη νεαρή τους ηλικία είναι πολύ λογικά ως προς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για τον περιορισμό των απορριμμάτων και στη συνέχεια γίνονται πολύ αυστηροί κριτές απέναντι στις κινήσεις των γονιών τους».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ