Πώς καταλαβαίνει κάποιος ότι είναι σταρ; Για τον Τζον Χαμ η επίσημη καταξίωση ήρθε κοντά στα 35 του. Οταν συναντούσε ηθοποιούς όπως η Μέριλ Στριπ και ο Σον Πεν και τους άκουγε να λένε «βλέπουμε το σόου σας και είναι υπέροχο!». Οι τηλεοπτικοί «Mad Μen», η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα επιτυχία στην καριέρα του αμερικανού ηθοποιού Τζον Χαμ, είναι μια δροσερή (αλλά και σκοτεινή) ματιά στον χώρο των διαφημιστικών επιχειρήσεων στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 1960. Στη σειρά ο 41χρονος σήμερα ηθοποιός υποδύεται τον Ντον Ντρέιπερ: έναν αρρενωπό, αποτελεσματικό, αλλά συγχρόνως μυστηριώδη και κυνικό άσο της διαφήμισης ο οποίος προσπαθεί με κάθε τρόπο να προστατεύσει τον εαυτό του όταν διαπιστώνει ότι οι καιροί έχουν αλλάξει και ότι πρέπει να συμβαδίσει μαζί τους. Η σειρά που αναβλύζει στυλ άρχισε να γυρίζεται το 2007 και την Κυριακή ξεκίνησε ο πέμπτος κύκλος της.

Ωστόσο, ο λόγος αυτής της συνέντευξης που έγινε τηλεφωνικά ανάμεσα σε Νέα Υόρκη (όπου βρισκόταν ο Χαμ) και Λονδίνο δεν ήταν το «Mad Μen». Ηταν μια ταινία με τίτλο «Κολλητοί με παιδί», της οποίας το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι της ηθοποιού Τζένιφερ Γουέστφελντ, της συντρόφου του Χαμ στην πραγματική ζωή. Στο φιλμ, που «κοιτάζει» με αγάπη διάφορους τύπους ζευγαριών στη σύγχρονη Αμερική, ο ίδιος ο Χαμ έχει τον μικρό ρόλο ενός οικογενειάρχη στα πρόθυρα του αλκοολισμού. Το «Κολλητοί με παιδί» δεν είναι ακριβώς η ταινία που θα σηματοδοτήσει την καριέρα του Τζον Χαμ στον κινηματογράφο, αλλά σίγουρα ήταν κάτι μικρό και πολύ προσωπικό, το οποίο επιθυμούσε να κάνει, έστω και αν τα καθήκοντα του παραγωγού, τα οποία επίσης ανέλαβε, προέκυψαν
κατ’ ανάγκη. Ανάμεσα σε έναν επίμονο βήχα (προφανώς λόγω κρυολογήματος), μια κακή τηλεφωνική σύνδεση και κλήσεις που διαρκώς διέκοπταν τη συνομιλία μας, η κουβέντα κύλησε γύρω από την οικογένεια, τους ρόλους, την καριέρα και την επιτυχία.

Η αλήθεια είναι ότι δεν έχετε κάνει πολύ κινηματογράφο και αναρωτιέται κανείς αν η αφοσίωσή σας στην τηλεοπτική σειρά «Mad Μen» έχει παίξει κάποιον ρόλο σε αυτό. «Λέω πάντα ότι από τη στιγμή που η καθημερινή δουλειά σου βρίσκεται σε καλό δρόμο, τα χέρια σου είναι λυμένα για όλα τα υπόλοιπα με τα οποία θα σε ενδιέφερε να ασχοληθείς. Εφόσον το “Mad Men” πηγαίνει καλά – και αυτό συμβαίνει επειδή το αξίζει – έχω την πολυτέλεια να επιλέγω άλλα πράγματα όταν δεν δουλεύω στο σόου. Για να είμαι απολύτως ειλικρινής, θέλω και εγώ να δω αν πραγματικά μπορώ να τα κάνω. Η ταινία “The Town” του Μπεν Αφλεκ είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα (σ.σ.: υποδύεται τον αστυνομικό που καταδιώκει τον Αφλεκ και τη συμμορία του). Ηταν μια πολύ διαφορετική εμπειρία σε σχέση με το “Mad Men” και με χαροποίησε που την έζησα».

Στη συνέντευξη Τύπου για το φιλμ «The Town» η οποία είχε δοθεί στο Φεστιβάλ Βενετίας, αρκετές ερωτήσεις που δεχθήκατε σχετίζονταν με το «Mad Men», χωρίς να υπάρχει κάτι που να συνδέει τον ρόλο σας στη σειρά με τον ρόλο σας στην ταινία. Ενοχλείστε όταν γίνεται κάτι τέτοιο, όταν ο κόσμος προσπαθεί να συγκρίνει τον Ντον Ντρέιπερ με άλλους ρόλους σας; «Καθόλου, θα έλεγα μάλιστα ότι είναι μάλλον ευχάριστο που η προσοχή του κόσμου παραμένει τόσο έντονα στραμμένη προς το σόου. Είναι υπέροχο να νιώθεις συνδεδεμένος με κάτι το οποίο σχετίζεται με την κουλτούρα της πατρίδας σου και αρέσει τόσο πολύ και σε τόσο πολύ κόσμο».

Πιστεύετε πως όταν κάποιος είναι συνδεδεμένος με μια τόσο μεγάλη επιτυχία, όπως εσείς με το «Mad Μen», μπορεί ενδεχομένως να εγκλωβιστεί σε αυτή; Να γίνει η «σκιά» του σε άλλα πράγματα που πιθανόν θελήσει να κάνει; «Ισως, αλλά το ευτύχημα είναι ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει για μένα. Πραγματικά νιώθω πολύ τυχερός που έχω βρεθεί σε ταινίες που είναι πολύ διαφορετικές από το “Mad Men”».

Στη σειρά καπνίζετε. Είστε καπνιστής; «Δεν θα έλεγα ότι θεωρώ τον εαυτό μου καπνιστή, όχι. Είναι μάλλον κουραστικό που αναγκάζομαι να κρατώ τσιγάρο – έστω και ψεύτικο».

Χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι να βρεθείτε στη μεγαλύτερη επιτυχία της καριέρας σας, το «Mad Men». Θυμάστε πώς ξεκινήσατε σε αυτή τη δουλειά; Για ποιον λόγο θελήσατε να μπείτε στη σόου μπίζνες; «Το πότε ακριβώς δεν το θυμάμαι. Θα πρέπει να ήμουν αρκετά μικρός. Υποθέτω ότι μου άρεσε να υποδύομαι άλλους και τελικά αυτό σπούδασα. Οταν αποφοίτησα, βρισκόμουν σε μια περίεργη κατάσταση, πίστευα ειλικρινά ότι ήταν το μόνο που θα μπορούσα να κάνω καλά. Δεν το έλεγα εγώ για τον εαυτό μου. Μου το έλεγαν άλλοι. Ελπίζω να τα καταφέρνω».

Πολλοί πιστεύουν ότι τα καταφέρνετε και με το παραπάνω. Γράφετε; «Εγώ; Οχι, όχι… Μακάρι να μπορούσα. Αλλά όχι. Δυστυχώς δεν έχω ταλέντο στο γράψιμο. Η Τζεν είναι ο “γραφιάς” της οικογένειας, σε εκείνη έπεσε ο κλήρος, παρ’ ότι πολλές φορές είναι και εκείνη διστακτική στο γράψιμο».

Είστε ηθοποιός, δουλέψατε ως παραγωγός και δεν θέλετε να γράψετε. Τι θα λέγατε για την πρόκληση της σκηνοθεσίας; «Εχω σκηνοθετήσει κάποια επεισόδια στην τελευταία σεζόν των “Mad Men”, αλλά η αλήθεια είναι ότι η σκηνοθεσία θέλει άλλου τύπου κότσια. Δεν θα έλεγα ότι η ιδέα της σκηνοθεσίας είναι κάτι που με συναρπάζει όταν σηκώνομαι το πρωί από το κρεβάτι μου».

Κρίνοντας από την εμπειρία σας, ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στη σκηνοθεσία ενός επεισοδίου τηλεοπτικής σειράς και στη σκηνοθεσία μιας κινηματογραφικής ταινίας; «Η βασική διαφορά ανάμεσα στη σκηνοθεσία ενός τηλεοπτικού επεισοδίου και μιας ταινίας είναι ότι στην πρώτη περίπτωση οι κώδικες υπάρχουν ήδη και δεν σου επιτρέπουν να ξεφύγεις και να παρεκκλίνεις. Ξέρεις από πριν τι θα γίνει και είσαι έτοιμος να ξεκινήσεις, γιατί πολλές αποφάσεις έχουν ήδη ληφθεί για σένα. Στα γυρίσματα μιας ταινίας δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Πρέπει κάθε μέρα να ελέγχεις τα πάντα από την αρχή. Κατά κάποιον τρόπο, σε μια ταινία κάθε μέρα γυρίσματος είναι και μια διαφορετική ταινία. Η δημιουργία μιας ταινίας είναι πραγματικά ένα ταξίδι».

Ενα από τα χαρακτηριστικά της ταινίας «Κολλητοί με παιδί» είναι ότι μοιάζει να έχει φτιαχτεί σε ένα ευχάριστο οικογενειακό πλαίσιο. Ηταν όντως έτσι τα πράγματα; «Η δημιουργία κάθε ταινίας είναι πρώτα από όλα μια εργασία αγάπης. Και αυτό σημαίνει ότι για να κάνεις την ταινία όπως πρέπει να γίνει, πρέπει να δουλέψεις με ανθρώπους που σου αρέσουν, ιδίως όταν πρόκειται για μια μικρή, ανεξάρτητη ταινία που δεν έχει σχέση με τις μεγάλες παραγωγές των στούντιο, στις οποίες ούτως ή άλλως δεν μπορείς να ελέγξεις πολλά πράγματα. Γι’ αυτό καλέσαμε όλους τους φίλους μας και τους παρακαλέσαμε να δουλέψουν μαζί μας. Το αποτέλεσμα ήταν η ταινία που είδατε».

Ποιο είναι για εσάς το πλεονέκτημα του να δουλεύεις με φίλους; «Νομίζω πως όταν δουλεύεις με ανθρώπους που συμπαθείς, ξαφνικά όλες οι καταστάσεις που δείχνουν δύσκολες αυτομάτως γίνονται πιο εύκολες. Αναφέρομαι ακόμη και σε απλά πράγματα, όπως για παράδειγμα ο καιρός. Αν την ημέρα των γυρισμάτων υπάρχουν κακές καιρικές συνθήκες, είτε επειδή χιονίζει είτε γιατί βρέχει, τις ξεπερνάς επειδή ξέρεις ότι θα ταλαιπωρηθείς μεν, αλλά τουλάχιστον θα βρίσκεσαι δίπλα σε φίλους, σε πρόσωπα που σου αρέσουν, που κάνουν την όλη διαδικασία ευχάριστη».

Το «Κολλητοί με παιδί» σηματοδοτεί την πρώτη σας απόπειρα στην κινηματογραφική παραγωγή. Τι αποκομίσατε από την εμπειρία; «Μη έχοντας στο ασχοληθεί ποτέ στο παρελθόν με την παραγωγή, βρήκα την εμπειρία συναρπαστική. Στην πραγματικότητα ήταν και λίγο περίεργη. Δεν μπορώ να πω ότι το επεδίωξα, όμως στ’ αλήθεια δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Αν δεν είχα λόγο στην παραγωγή, αυτή η ταινία πολύ απλά δεν θα γινόταν. Ολη η παρέα, όμως, ήθελε να γίνει η ταινία, επομένως αν αυτό σήμαινε ότι εγώ θα έπρεπε να κάνω τον παραγωγό, τότε έπρεπε να τον κάνω…».

Περιγράφετε ως κάτι πολύ δύσκολο κάτι που δείχνει μάλλον εύκολο, αφού πρόκειται για μια ταινία «δωματίου». Είναι αλήθεια τόσο δύσκολο σήμερα να γυριστεί μια ταινία όπως το «Κολλητοί με παιδί»; «Πιστέψτε με, δεν είναι καθόλου εύκολο. Διότι το θέμα της ταινίας σε ξεγελά ότι είναι εύκολο, αλλά τα πάντα, ακόμη και μια ταινία δωματίου, απαιτούν χρήματα. Ελπίζοντας κόντρα σε όλα, όμως, αποφασίσαμε ότι θα τη γυρίζαμε οπωσδήποτε. Κάνοντας και θυσίες. Βρήκαμε, για παράδειγμα, τα χρήματα μόνοι μας. Ρισκάραμε με την απόφασή μας και θα έλεγα ότι, βασικά, βγήκαμε νικητές. Η ταινία γυρίστηκε, βρήκε διανομή, έφτασε σε πολλές χώρες, ανάμεσα στις οποίες και η Ελλάδα (σ.σ.: κομπιάζει γελώντας). Ηταν ένα πολύ cool πράγμα όλο αυτό που έγινε, γι’ αυτό και όλοι όσοι συμμετείχαμε νιώθουμε πολύ ενθουσιασμένοι».

Στην ταινία επιλέξατε να κρατήσετε έναν μικρό, συμπληρωματικό ρόλο, ενώ θα μπορούσατε να είστε ο πρωταγωνιστής. Υπήρξε κάποιος λόγος για αυτό; Ηταν κάτι που όντως θέλατε; «Η σύντομη απάντηση είναι “ναι, το ήθελα ”. Η πραγματική απάντηση είναι ότι σκεφτήκαμε πως κάτι τέτοιο δεν θα ήταν σωστό εφόσον η Τζεν έγραψε και σκηνοθετεί την ιστορία. Με δεδομένο ότι είμαστε σύντροφοι στην προσωπική μας ζωή, η απόφαση να υποδυθούμε στην οθόνη το ζευγάρι δεν νομίζω ότι θα ήταν σωστή. Επιλέξαμε, λοιπόν, να μην είμαστε μαζί ως ζευγάρι και, να σας πω την αλήθεια, αυτό δεν με πολυπείραξε. Ο ρόλος του Μπεν μού άρεσε πολύ. Ηταν ένας θαυμάσιος ρόλος και ελπίζω ότι θα βρει ανταπόκριση από τον κόσμο».

Καμία αντίρρηση, αλλά για ποιον λόγο η ιδιωτική ζωή δύο ανθρώπων να στέκεται εμπόδιο στην επαγγελματική; Από τη στιγμή, μάλιστα, που ασκούν το ίδιο επάγγελμα. «Δυστυχώς, ζούμε σε μια εποχή όπου όλοι έχουν άμεση πρόσβαση προς τον καθένα, σε παγκόσμιο επίπεδο. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να σε αναζητήσει οποιοσδήποτε στο Google, να μάθει τα πάντα για σένα και να παρεξηγηθείς. Στη φάση που βρισκόμασταν δεν χρειαζόμασταν κάτι τέτοιο και το αποφύγαμε προτιμώντας να μην υποδυθούμε εμείς το ζευγάρι».

Σε αντίθεση με τον Μπεν, τον οποίο υποδύεστε στην ταινία, απ’ όσο γνωρίζω εσείς δεν έχετε παιδιά. Είναι η πατρότητα στα σχέδιά σας; «Οχι, η Τζεν και εγώ δεν έχουμε παιδιά και δεν μπορώ να μιλήσω από τώρα για το μέλλον. Εχουμε, όμως, μια σκυλίτσα, δηλαδή ό,τι το πιο κοντινό σε ένα μωρό. Το “παιδί” μας είναι ένα θηλυκό ποιμενικό. Μια υπέροχη κυρία. Τη λένε Κόρα».

– Η ταινία «Κολλητοί με παιδί» προβάλλεται στις αίθουσες από την ODEON.

* Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino στις 24 Μαρτίου 2012