Ηταν νύχτα ακόμη όταν επιβιβαστήκαμε
στο μικρό πουλμανάκι για το Σαρανγκότ λίγα μόλις χιλιόμετρα έξω από την Πόκαρα. Γενάρης μήνας και το κρύο τσουχτερό. Φτάνοντας εκεί κουκουλωμένοι με μπουφάν και σκουφάκια αρχίσαμε να σκαρφαλώνουμε μέσα στο σκοτάδι ως την ταράτσα απ’ όπου θα απολαμβάναμε τη θέα.

Ο ψυχρός αέρας θαρρείς πως έβρισκε χαραμάδες να μας διαπερνά και εμείς σπεύδαμε να βρούμε καταφύγιο στο μικρό δωματιάκι του αυτοσχέδιου καφενείου, παλεύοντας να ζεσταθούμε στη μικρή σομπίτσα όπου έβραζε το τσαγερό με το τσάι. Σιγά-σιγά άρχισε να ξημερώνει και ο καθένας μας πήρε το πόστο του απέναντι στην Αναπούρνα.

Οταν φάνηκε ο ήλιος ανάμεσα απ’ τις χιονισμένες κορφές που βάφονταν με ένα απαλό ροδί χρώμα τότε νιώσαμε πόσο μπορεί μια εικόνα να κάνει ευτυχισμένο τον ταξιδιώτη. Αργότερα κατεβαίνοντας στη λίμνη Φέβα, είδαμε να συνωστίζονται στις όχθες της οι βαρκάρηδες με τις «ντούνγκας». Σαν ξύλινα κανό βαμμένες σε έντονα χρώματα οι βάρκες έπλεαν στη λίμνη απ’ άκρη σ’ άκρη και οι επιβάτες απολάμβαναν το ταραγμένο καθρέφτισμα των Ιμαλαΐων στα νερά της.

Η Πόκαρα – η «Ελβετία του Νεπάλ» όπως τη λένε –, η κοντινότερη πόλη στα μυθικά βουνά, μας δώριζε απλόχερα λαμπρές εικόνες. Εικόνες των δέντρων, των βουνών, των ήμερων νερών της λίμνης, του πολύχρωμου πλήθους με τις ξεχωριστές φορεσιές της κάθε φυλής, του ποταμού, των πουλιών. Και αυτές οι εικόνες ήταν η ευτυχία για εμάς, τους ταξιδιώτες.

Καθ’ οδόν από την Κατµαντού στην Πόκαρα

Η λεωφόρος Τρίµπουβαν ήταν ο πρώτος δρόµος που κατασκευάστηκε το 1956 από την ινδική κυβέρνηση, ενώ η εθνική οδός Πρίθβι κατασκευάστηκε µε τη βοήθεια των Κινέζων κατά τη δεκαετία του 1970. Φεύγοντας από την Κατµαντού, ο δρόµος αυτός αποτελεί µια πρώτη γεύση όσον αφορά την επαρχία για τους επισκέπτες του Νεπάλ.

Κατά µήκος του δρόµου θα συναντήσουµε πολλά µικρά χωριά τα οποία δηµιουργήθηκαν από οικογένειες εσωτερικών µεταναστών απ’ όλη τη χώρα, που έρχονταν µε το όνειρο µιας καλύτερης ζωής στην πρωτεύουσα, αλλά και από φυλές όπως οι Μπαχούνς, Τσέτρις, Μάγκαρς, Γκούρουνγκ, που ξεχωρίζουν κυρίως από τις εντυπωσιακές φορεσιές των γυναικών τους και από τα κοσµήµατά τους.

Ιστορικά οι Μάγκαρς είχαν τα δικά τους ανεξάρτητα βασίλεια στο δυτικό Νεπάλ – και οι Μάγκαρς και Γκούρουνγκ έπαιξαν έναν σηµαντικό ρόλο στον στρατό του βασιλιά Πρίθβι Νάραγιαν που ένωσε το Νεπάλ. Υπέρβαρα µεγάλα και µικρά φορτηγά µε πραµάτειες και προϊόντα, είτε αγροτικά µε φορτία λαχανικών είτε γεµάτα κοτόπουλα στοιβαγµένα όπως-όπως, συνωστίζονται προχωρώντας αργά ή σταµατώντας για ανάπαυλα σε σηµεία του στενού δρόµου.

Και αµέσως σπεύδουν προς εξυπηρέτησή τους οι κάτοικοι των χωριών, που ζουν κυρίως από την παροχή υπηρεσιών στους οδηγούς των φορτηγών, τα οποία είναι και η πλειονότητα των οχηµάτων που κινούνται στον δρόµο. Πρόχειρα καταλύµατα, φαγητό, διακριτική γυναικεία συντροφιά (αφού η πορνεία στη χώρα επισήµως απαγορεύεται), τεχνική υποστήριξη, είναι κάποιες από τις υπηρεσίες που τους παρέχουν.

Το µεγαλύτερο µέρος της διαδροµής γίνεται παράλληλα µε τον ποταµό Τρισούλι και µε την καταπληκτική θέα της βαθιάς κοιλάδας, των πέτρινων φαραγγιών, των λόφων, των εικόνων των Ιµαλαΐων, των απέραντων ορυζώνων, των αγροτικών καλλιεργειών, όπως και των χωριών και των παλαιών γεφυρών που ενώνουν τις δύο πλευρές του.

Kαταρράκτης Ντέβι

Πατάλε Τσάνγκο ή Ντέιβινς ή Ντέιβιντ ή Ντέβι είναι κάποια από τα ονόματα του καταρράκτη. Βρίσκεται στα δύο χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του αεροδρομίου και λίγο πριν από το θιβετιανό χωριό Τάσιλινγκ. Από τη λίμνη Φέβα το νερό φθάνει στην περιοχή και χύνεται υπό μορφή καταρράκτη, εξαφανίζεται όμως μέσα στην τρύπα του εδάφους. Λέγεται ότι το όνομα Ντέιβιντ το πήρε από έναν τουρίστα που έπεσε μέσα στην τρύπα παρασύροντας και το κορίτσι του και εξαφανίστηκε.

Στον ποταµό Τρισούλι

Κατά µήκος της διαδροµής από την Κατµαντού στην Πόκαρα, σχεδόν παράλληλα, ρέει ο ποταµός Τρισούλι. Τρισούλι στα νεπαλέζικα σηµαίνει τρίαινα και πρόκειται για την τρίαινα του θεού Σίβα. Σύµφωνα µε τον ινδουιστικό θρύλο, ο θεός Σίβα χτύπησε µε την τρίαινά του στον λόφο κάτω από το Γκοσαϊκούντα και ανέβλυσαν τρεις πηγές.

Ο ποταµός Τρισούλι πηγάζει από το βουνό Μπετραγουάτι (625 µ.) και πλέει στο Νάραγιανγκατ (170 µ.) καλύπτοντας απόσταση 141 χλµ. Το ποτάµι είναι δηµοφιλές για ράφτινγκ και καγιάκ µε εντυπωσιακά φαράγγια ανάµεσα από την ύψους 2.000 µέτρων οροσειρά Μαχαµπαράτ.

Υπάρχουν διαδροµές διαφόρων βαθµών δυσκολίας και µπορείτε να διαλέξετε από µια εύκολη διαδροµή 2-3 ωρών ως και εκδροµές από µία ως τρεις ηµέρες. Η περιοχή ανάµεσα στον ποταµό είναι πολύ εύφορη, γι’ αυτό και υπάρχουν πολλά χωριά. Οι όχθες του ενώνονται από κρεµαστές γέφυρες, άλλες στέρεες µεταλλικές και άλλες σε λιγότερο καλή κατάσταση, σε τακτές αποστάσεις.

Αξίζει να περπατήσετε στις όχθες και να παρατηρήσετε πάνω στα δέντρα τα πολλά χρωµατιστά πουλιά, τους αετούς και τους γύπες. Στα χωριά οι κάτοικοι ζουν απλά και βασίζονται στις αγροτικές καλλιέργειες, ενώ κάθε οικογένεια διαθέτει το µικρό της κοτέτσι.

Η θέα από το χωριό Σαρανγκότ

Αρκετά πριν από το ξηµέρωµα της µέρας τα πουλµανάκια µε τους τουρίστες ξεκινούν για το χωριό Σαρανγκότ στα 1.592 µέτρα, για να απολαύσουν τον ήλιο να ανατέλλει ανάµεσα στα βουνά της Αναπούρνα. Είναι ακόµη σκοτάδι όταν φτάνουν κουκουλωµένοι σε χοντρά µπουφάν περιµένοντας να ζεσταθούν µε ένα φλιτζάνι ζεστό τσάι ώσπου να πάρουν θέση στην ταράτσα απέναντι από τον ήλιο.

Ο όγκος της Αναπούρνα περιλαµβάνει τα βουνά Λαµτζούνγκ Ιµάλ, Χιουντσούλι, Βαραχασικάρ, Κανγκσάρ Κανγκ, Τάρκε Κανγκ και Γκανγκαπούρνα. Σε αυτά προσθέτουµε και τις πέντε κορυφές της Αναπούρνα 1 ως 4 συν τη Νότια Αναπούρνα και τη µαγευτική Ματσαπουτσάρε («ουρά του ψαριού»), που είναι οι γνωστότερες.

Η Ματσαπουτσάρε είναι η κοντινότερη απ’ όλες µε την Πόκαρα, στα 6.997 µέτρα, αν και φαίνεται ψηλότερη. Οταν αρχίζει να φεύγει το σκοτάδι, οι τουρίστες µε τις φωτογραφικές µηχανές στα χέρια συνωστίζονται για ένα καλύτερο πόστο και µόλις αρχίζει να ροδίζει το πρώτο φως τις χιονισµένες κορυφές οι µηχανές παίρνουν «φωτιά».

Αρκετοί τουρίστες που διαθέτουν καλή φυσική κατάσταση τολµούν από την προηγούµενη ηµέρα την πεζοπορική διαδροµή από το µονοπάτι που ξεκινά από τον ναό Μπίντε Μπασίνι, που παίρνει περίπου µιάµιση-δύο ώρες, ή από τη λίµνη Φέβα, που διαρκεί περίπου 3-4 ώρες, και διανυκτερεύουν στο χωριό καθώς η διαδροµή είναι επικίνδυνη στο απόλυτο σκοτάδι.

Η κοιλάδα µε τις λίµνες

Σε υψόµετρο 884 µέτρων η πανέµορφη κοιλάδα της Πόκαρα περιλαµβάνει τρεις λίµνες: τη Ρούπα Ταλ, την Μπέγκνας Ταλ στα ανατολικά της πόλης και τη Φέβα Ταλ, µεγαλύτερη και ξεχωριστή, καθώς στα νερά της καθρεφτίζονται οι εντυπωσιακές κορυφές των 8.000 µέτρων της οροσειράς της Αναπούρνα.

Η κοιλάδα κατοικείται κυρίως από τις φυλές των Μπαχούν και Τσέτρις ενώ στους πρόποδες των βουνών κατοικούν οι Γκούρουνγκ. Οι βουνίσιοι εξακολουθούν να παίζουν σηµαντικό ρόλο στην ντόπια οικονοµία, καθώς προσλαµβάνονται ως µισθοφόροι στο επίλεκτο στρατιωτικό σώµα των Γκούργκα, όπου διακρίθηκαν κατά τη διάρκεια των Α’ και Β’ Παγκόσµιων Πολέµων.

Η θέα των δυτικών Ιµαλαΐων κόβει την ανάσα καθώς απλώνεται σε µια απόσταση 140 περίπου χιλιοµέτρων και για πολλούς ορειβάτες είναι το ορµητήριο για τις αποστολές τους σε Αναπούρνα και Νταουλάγκιρι. Η οροσειρά Αναπούρνα απέχει µόλις 30 χιλιόµετρα, ενώ η κορυφή «Ουρά Ψαριού» του βουνού Ματσαπουτσάρε είναι η πιο εντυπωσιακή.

Στη λίµνη Φέβα

Η «Κατοικία των Χιονιών» – αυτό σηµαίνει η λέξη στα σανσκριτικά–, τα Ιµαλάια συναρπάζουν τους επισκέπτες καθώς η Πόκαρα βρίσκεται στην κοντινότερη απόσταση και η θέα µαγνητίζει συνεχώς το βλέµµα. Στη δεύτερη µεγαλύτερη λίµνη του Νεπάλ µπορείτε να κάνετε περιπάτους, να νοικιάσετε ποδήλατο ή απλώς να καθίσετε να απολαύσετε ένα φλιτζάνι τσάι αφήνοντας το βλέµµα σας να πλανιέται στην εξαίσια εικόνα.

Αξίζει να νοικιάσετε µια χρωµατιστή βαρκούλα «ντούνγκας», όπως τις ονοµάζουν οι ντόπιοι, και να σας οδηγήσει ο βαρκάρης σε µια βόλτα στη λίµνη, παρατηρώντας και την πανδαισία χρωµάτων από τις βάρκες στο νερό. Αξίζει επίσης να φτάσετε ως το µικρό νησάκι µε τον ναό για να ακούσετε το τραγούδι των πουλιών πάνω στις φυλλωσιές των δέντρων.

Ο ναός Μπίντε Μπασίνι

Ο μεγαλύτερος ναός της περιοχής ξεχωρίζει από τον λευκό πυργίσκο του σε στιλ «σικάρα». Είναι αφιερωμένος στη θεά Ντούργκα (Παρβάτι), γυναίκα του θεού Σίβα, δημιουργού και καταστροφέα του κόσμου. Η θεά παριστάνεται στη μορφή της Μπίντε Μπασίνι Μπαγκβάτι με σπείρες ως σαλιγκάρι.

Στη γύρω περιοχή έχουν βρεθεί πολλά απολιθώματα σαλιγκαριών ηλικίας πάνω από 100.000.000 ετών. Ανάλογα απολιθώματα βρέθηκαν και στα Ιμαλάια, βορείως της Πόκαρα, αποδεικνύοντας ότι η περιοχή τότε καλυπτόταν με θάλασσα.

Η µυθική Πόκαρα των Παιδιών των Λουλουδιών

Ηταν τη δεκαετία του ‘70 όταν ανακάλυψαν την Πόκαρα οι χίπις. Τα Παιδιά των Λουλουδιών ενθουσιάστηκαν από την εκπληκτική θέα των Ιµαλαΐων να καθρεφτίζονται πάνω στη λίµνη και έζησαν εκεί για πολλά χρόνια απολαµβάνοντας την ήρεµη ελεύθερη ζωή κοντά στη φύση που µπορούσε να προσφέρει η περιοχή και τις απολαύσεις (τότε δεν υπήρχε ο νόµος περί ναρκωτικών).

Ο δεύτερος δηµοφιλέστερος προορισµός του Νεπάλ βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της Κατµαντού, από την οποία απέχει περίπου 5 ώρες. Η πόλη Πόκαρα εκτείνεται σε κατεύθυνση Βορρά – Νότου σε µια απόσταση 5 χιλιοµέτρων. Ξεκινώντας από τον Βορρά, όπου βρίσκεται η πολύβουη αγορά µε το παλιό κοµµάτι της Πόκαρα, µπορείτε να δείτε πώς ήταν η πόλη προτού κατασκευαστούν οι δρόµοι, το αεροδρόµιο και κυρίως το υδροηλεκτρικό φράγµα (µε ινδική βοήθεια) το 1968, που ηλεκτροδότησε την πόλη, συνέβαλε στην εξέλιξή της, και βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά της λίµνης.

∆υτικά από τον σταθµό των λεωφορείων είναι η λίµνη Φέβα. Πρόκειται για το τουριστικότερο κοµµάτι της περιοχής µε πολλά ξενοδοχεία και εστιατόρια. Το ταχυδροµείο και τα περισσότερα καταστήµατα βρίσκονται στην περιοχή της γέφυρας Μαχέντρα Πουλ. Ο ποταµός Σέτι Γκαντάκι («λευκός», του οποίου το χρώµα οφείλεται στον ασβεστόλιθο), ρέει διά µέσου της πόλης και σε κάποια σηµεία υπογείως ως τα 50 µέτρα βάθος.

Ο θιβετιανός καταυλισµός και το υφαντουργείο

Σίγουρα θα συναντήσετε αρκετούς θιβετιανούς πρόσφυγες να φορούν τις υφαντές παραδοσιακές φορεσιές τους με τα χαρακτηριστικά καπέλα και τις γυναίκες με τα βαριά κοραλλένια κοσμήματα και τα παιδιά στην πλάτη να διαλαλούν παραδοσιακά χειροποίητα κομψοτεχνήματα γύρω από τη λίμνη ή να φέρνουν ένα γύρο τη λευκή στούπα μουρμουρίζοντας τις χάρες του Βούδα, στριφογυρνώντας τον τροχό της προσευχής.

Οι Θιβετιανοί βρήκαν καταφύγιο σε καταυλισμούς γύρω από την Πόκαρα, ενώ το θιβετιανό χωριό Τάσιλινγκ, που βρίσκεται μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά από το αεροδρόμιο της πόλης, φημίζεται για το υφαντουργείο. Εκεί υφαίνουν όχι μόνο τα περίφημα θιβετιανά μάλλινα χαλιά αλλά και χαλιά παραγγελίες από διάσημους ευρωπαϊκούς και αμερικανικούς οίκους σε σχέδια γνωστών καλλιτεχνών.

Πρόσβαση:

Η αεροπορική εταιρεία Etihad Airways την περίοδο αυτή έχει την καλύτερη οικονομική προσφορά από Αθήνα για Κατμαντού μέσω Aμπου Ντάμπι με συνολική διάρκεια άφιξης στον προορισμό τις 19,5 ώρες.

Λίγο ακριβότερη είναι η Gulf Air, που πετάει μέσω Μπαχρέιν και έχει καλύτερη ανταπόκριση κερδίζοντας ως και 6 ώρες (13,5 ώρες συνολικά), όπως και με την Qatar Airways (13,5 ώρες) που είναι ελάχιστα ακριβότερη και πετάει μέσω Ντόχα.

Η Πόκαρα απέχει από την Κατμαντού περίπου 200 χλμ., τα οποία θα καλύψετε σε 5-6 ώρες λόγω και της στενότητας του δρόμου, αλλά και της μεγάλης κίνησης, κυρίως φορτηγών.

Η Πόκαρα συνδέεται με την Κατμαντού και αεροπορικώς όμως αξίζει να πραγματοποιήσετε τη διαδρομή οδικώς για να απολαύσετε τη θέα.

Αν διαθέτετε καλή φυσική κατάσταση μπορείτε να κάνετε τη διαδρομή και από μονοπάτι με ποδήλατο βουνού.

Μέσα στην Πόκαρα μπορείτε να μετακινηθείτε άνετα και οικονομικά με ταξί.

Διαμονή:

Στην καρδιά της Πόκαρα, απέχει μόλις 5’ από το αεροδρόμιο, το «Shangri-La Village» (τηλ.:+977-61-522122, 523700, www. hotelshangrila.com), με θέα στις βουνοκορφές των Ιμαλαΐων. Ανήκει στη γνωστή σειρά ξενοδοχείων και, κτισμένο σε παραδοσιακό επαρχιακό στιλ, εναρμονίζεται με το περιβάλλον. Το ξενοδοχείο διαθέτει και τουριστικό γραφείο όπου μπορείτε να κλείσετε δραστηριότητες: βόλτα με αλογάκια πόνι σε μονοπάτια στους πρόποδες των βουνών. Πτήσεις με ανεμόπτερα ή με ελαφρύ αεροσκάφος πάνω από τη λίμνη ή στα Ιμαλάια, αλλά και ράφτινγκ στον ποταμό Τρισούλι.

Το «The Fulbari Resort & Spa» (τηλ.: +977-61-523451, www. fulbari.com) διαθέτει επίσης πολλές δραστηριότητες, κατάστημα, εστιατόρια και καζίνο.

Σε στιλ νεπαλέζικης αρχιτεκτονικής, το «Hotel Barahi Lakeside» (τηλ.: +977-61-523017, 523526) με θέα στη λίμνη.

Πολύ κοντά στη λίμνη και το «Dragon Hotel» (τηλ.:+977-61-520391, 522630) με θέα στα Ιμαλάια, εστιατόριο και σύγχρονες ανέσεις.

Φαγητό:

Σε όλο το Νεπάλ το αγαπημένο φαγητό που τρώγεται όλες τις ώρες της ημέρας είναι το «νταλ μπατ ταρκάρι». Πρόκειται για πουρέ φακής, λευκό βραστό ρύζι, πίκλες και λαχανικά σε διάφορες καυτερές σάλτσες, όλα τοποθετημένα ξεχωριστά σε μικρά πιατάκια σε μεταλλικό δίσκο ή στα μεταλλικά μπολ μεταφοράς το ένα πάνω στο άλλο.

Με επιρροές από το Θιβέτ και την Ινδία, στο Νεπάλ θα δοκιμάσετε πολλά πιάτα, όπως τα θιβετιανά «μόμος» που μοιάζουν με τα ραβιόλια, γεμιστά με λαχανικά ή κρέας βούβαλου και γίνονται βραστά ή τηγανητά.

Το κρέας που θα βρείτε είναι πάντα βουβαλίσιο με προτίμηση στις μπριζόλες που μαγειρεύουν με σκόρδο ή τυρί, μανιτάρια, πιπέρι, κρεμμύδι ακόμη και με κονιάκ. Σπάνια θα βρείτε κρέας μόσχου το οποίο όμως εισάγεται κυρίως από τις ΗΠΑ, αφού οι Νεπαλέζοι ως ινδουιστές απαγορεύεται να σκοτώσουν τις αγελάδες.

Το δε αρνί, όπως και το κατσίκι, είναι Νέας Ζηλανδίας. Το κρέας βούβαλου γίνεται και τηγανητό – «τσούλα», «σουκούτι» παστό κρέας στα κάρβουνα, «μάσου» που είναι μικρά κομματάκια κρέας σε καυτερή σάλτσα σερβιρισμένα βεβαίως με άφθονο ρύζι, ενώ το κατσίκι «σεκούβα», που ταιριάζει με το ρυζόκρασο «ράκσι».

Οι χορτοφάγοι μπορούν να δοκιμάσουν την «τσαταμάρι» – την τοπική απάντηση στην ιταλική πίτσα, καθώς πρόκειται για λεπτή ζύμη από ρυζάλευρο και από πάνω διάφορα λαχανικά ή «αλού τάμα» από βλαστούς μπαμπού και πατάτα.

Με το φαγητό θα πιείτε τοπική μπύρα «τσανγκ» ή Σαν Μιγκέλ. Για επιδόρπιο διαλέξτε «σκιάρνι» από φιστίκι και μπαχαρικά ή γλυκιά κρέμα «τζούτζου ντάου». Δοκιμάστε επίσης δροσιστικό λάσι από γιαούρτι και νερό, και βεβαίως τσάι ποικιλίας νταρζίλινγκ ή ιλάμ που παράγεται στη χώρα, όπως το προτιμούν οι ντόπιοι: καυτό με γάλα και πολλή ζάχαρη.

Γύρω από τη λίμνη θα βρείτε αρκετά εστιατόρια όπως το «Monsoon Bar & Grill» (τηλ.: 532818) ή το «Boomerang Restaurant» (τηλ.: 521978) που διαθέτει και όμορφους κήπους και εκτός από νεπαλέζικη κουζίνα σερβίρει και πιάτα ινδικής, κινεζικής, ιταλικής και μεξικανικής κουζίνας.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ