Τελείωσε το φετινό ποδοσφαιρικόπρωτάθλημα που σημαδεύτηκε από μια συγκλονιστική προσωπική περιπέτεια. Αυτή του Ντάρκο Κοβάσεβιτς, ο οποίος μέσα σε λίγα λεπτά είδε τον κόσμο του να ανατρέπεται, έφυγε από τα αποδυτήρια του Ολυμπιακού για να βρεθεί στο χειρουργικό τραπέζι.Σήμερα ο 35χρονος Σέρβος μάς μιλάει για αυτή την εμπειρία.

Ηταν 9 Ιανουαρίου 2009 όταν ο καρδιολόγος Πάνος Σταματόπουλος τον ενημέρωσε ότι έχει στένωση αρτηρίας κατά 90% και ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή του. Υπερτασικός εκ γενετής, λόγω κληρονομικότητας, έχει χάσει τον πατέρα του, τον αδελφό του και τη μητέρα του από επιπλοκές της ίδιας πάθησης. Τέσσερις ημέρες αργότερα, στις 13 Ιανουαρίου, χειρουργήθηκε στο Σαν Σεμπαστιάν της Ισπανίας. Τρεις μήνες μετά, κάθεται στο σαλόνι των προπονητικών εγκαταστάσεων του Ολυμπιακού μπροστά στο δημοσιογραφικό κασετόφωνο, στην πρώτη του συνέντευξη σε ελληνικό περιοδικό μετά την περιπέτειά του.

Κοιτάζει τον γιατρό του στα μάτια, κρέμεται από τα χείλη του. Φοράει πράσινο μπουφάν, τον πειράζουμε για το χρώμα, γελάει με την καρδιά του. «Φίλε, είμαι νικητής» απαντά συνεχώς στα πειράγματα για τον Παναθηναϊκό και δείχνει απλώς ευτυχισμένος. Μιλάμε στα ισπανικά, με την πολύτιμη συνδρομή του δημοσιογράφου της εφημερίδας «Εξέδρα των Σπορ» Αλέξανδρου Λοθάνο. Ενας νικητής της ζωής και των σπορ, ο Ντάρκο Κοβάσεβιτς, ανοίγει τη δυνατή πια καρδιά του στο BHMagazino.

_Πώς αισθάνεται μια… χειρουργημένη «καρδιά πρωταθλητή»;

«Αισθάνεται εντάξει. Είμαι πολύ καλά. Επειτα από δυόμισι μήνες νιώθω πολύ καλά και αυτό μπορεί να το επιβεβαιώσει και ο γιατρός. Γενικά, πάντως, νιώθω το ίδιο. Δεν άλλαξα άλλωστε καρδιά»…

_Δηλαδή αδημονείτε να αγωνιστείτε ξανά;

«Η όρεξη δεν μου λείπει. Θέλω πολύ να παίξω 15-20 λεπτά, μισή ώρα, για να αποχαιρετήσω τον κόσμο. Νιώθω τέλεια, σε καλή κατάσταση, δεν αισθάνομαι κάποιο πρόβλημα. Βέβαια, για να είμαι ειλικρινής, και προτού μπω στο χειρουργείο δεν αισθανόμουν τίποτε κακό…».

_Υστερα από μια τέτοια περιπέτεια λένε ότι κάποιος νιώθει σαν να ξαναγεννήθηκε.

«Αν ξαναγεννήθηκα… Μπορεί και αυτό. Εγινε χάρη σε ανθρώπους όπως ο γιατρός που εντόπισε αυτό από το οποίο έπασχα. Εγώ δεν ένιωθα τίποτε, δεν είχα ενοχλήσεις, αλλά χάρη σε εκείνον βρήκαν ότι είχα μια κλειστή αρτηρία. Δόξα τω Θεώ, τώρα νιώθω καλά».

_Θυμάστε τις στιγμές που ο γιατρός σάς ανακοίνωσε το πρόβλημα;

«Ηταν ένα μεγάλο σοκ. Ως το μεσημέρι ήταν όλα τέλεια, η οικογένειά μου είχε έρθει στην προπόνηση, ετοιμαζόμασταν για βόλτα, όλα φυσιολογικά. Και τότε ο Σταματόπουλος μου είπε ότι μου βρήκαν μια κλειστή αρτηρία και ότι έπρεπε να μπω άμεσα στο χειρουργείο. Η γυναίκα μου περίμενε τον γιο μου, που προπονείται στου Ρέντη. Την πλησίασα κάτασπρος. Κατάλαβε αμέσως ότι κάτι έχει συμβεί. Είμαστε 17 χρόνια παντρεμένοι και με ξέρει πολύ καλά. Μιλήσαμε και αποφασίσαμε να το πούμε στα παιδιά, διότι είναι μεγάλα και καλύτερα να το μάθουν από εμάς παρά να το ακούσουν στο σχολείο. Τους εξήγησα ότι δεν είναι κάτι επικίνδυνο, αλλά πρέπει να κάνω την επέμβαση. Ηταν ένα σοκ και για εκείνα».

_Σκεφτήκατε τα χειρότερα;

«Οπως είπα, σοκαρίστηκα. Εκείνη η στιγμή θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη μου. Νομίζω πάντως, και μπορεί να το επιβεβαιώσει και ο γιατρός, ότι ήμουν αρκετά ήρεμος, κάτι πολύ σημαντικό τη δεδομένη χρονική στιγμή για έναν άνθρωπο. Οταν σου λένε ότι έχεις κλειστή αρτηρία και ότι κινδυνεύεις να πεθάνεις ανά πάσα στιγμή, δεν σκέφτεσαι τίποτε άλλο και κανέναν εκτός από σένα και την οικογένειά σου, τι μπορεί να της συμβεί. Καμία στιγμή δεν σκέφτηκα “θα παίξω, δεν θα παίξω, θα τελειώσει η καριέρα μου;”. Σκεφτόμουν “τι είναι αυτό που μου συνέβη”, αλλά παρ’ όλα αυτά ήμουν ήρεμος. Το πιο σημαντικό ήταν να γίνω καλά».

_Νιώσατε ότι γκρεμιζόταν ό,τι είχατε χτίσει;

«Είναι δύσκολο να το εξηγήσεις. Νιώθεις λίγο φόβο, λίγο στρες, όλα ξαφνικά μπλέκονται, σε ένα δευτερόλεπτο. Μετά τις πρώτες στιγμές, βέβαια, είχα απόλυτη εμπιστοσύνη στον γιατρό, τον έβλεπα σαν άγγελό μου. Επρεπε να πάρω μια απόφαση μέσα σε τρεις ημέρες, να φύγω από τη συγκέντρωση της ομάδας για τον αγώνα, να μιλήσω στην οικογένειά μου. Ηταν Παρασκευή και τη Δευτέρα έπρεπε να χειρουργηθώ. Μίλησα με την οικογένειά μου και αποφασίσαμε να πάω στην Ισπανία. Κυρίως λόγω της γλώσσας. Εμπιστοσύνη είχα και στους γιατρούς της Ελλάδας, υπήρχε όμως το εμπόδιο της γλώσσας. Εκεί μπορούσα να μιλήσω μαζί τους, υπήρχαν οι γιατροί της Ρεάλ Σοσιεδάδ τους οποίους εμπιστευόμουν εξίσου. Είναι διαφορετικό όταν μιλάς για τέτοια πράγματα στη γλώσσα σου. Θέλω όμως να ευχαριστήσω τον καρδιολόγο Πάνο Σταματόπουλο και τον φυσιοθεραπευτή του Ολυμπιακού, Γιώργο Πριόνα. Μου στάθηκαν σαν αδελφοί. Τους χρωστάω πολλά, διότι στάθηκαν δίπλα μου στις δύσκολες στιγμές, μιλούσαμε, με ηρεμούσαν, μου έδιναν κουράγιο. Είναι πολύ σκληρό να έρχεσαι στο γήπεδο, να μην προπονείσαι με την ομάδα και να κοιτάζεις τους συμπαίκτες σου. Και είναι πολύ σημαντικό να έχεις κάποιον να μιλάς όταν είσαι πεσμένος ψυχολογικά».

_Μιλήστε μας λίγο για τη σχέση γιατρού – ασθενούς. Λένε ότι στην αρχή κάποιος αντιμετωπίζει έναν γιατρό σαν άγγελο κακών ειδήσεων.

«Είναι πράγματι πολύ δύσκολες και ιδιαίτερες στιγμές. Δεν ανησύχησα, αλλά στην αρχή υπάρχει η φυσιολογική άμυνα: “Γαμώ το, εγώ νιώθω μια χαρά και εσύ μου λες ότι έχω αυτό το κακό”. Δεν τον μίσησα. Με τον χρόνο είδα πόσο εξαιρετικός είναι ως γιατρός αλλά και ως άνθρωπος. Είναι ένας τύπος “de puta madre” που λέμε, γαμώ τα παιδιά. Αν δεν το πρόσεχε εκείνος, θα μπορούσε να μου είχε συμβεί μια τραγωδία. Νιώθω ότι μου έσωσε τη ζωή. Και τον θεωρώ πλέον παντοτινό φίλο».

+Φοβηθήκατε για τη ζωή σας;

«Ναι. Ολοι άνθρωποι είμαστε. Και όλοι φοβόμαστε. Δεν έχω γνωρίσει κανέναν που δεν φοβάται. Εμένα ειδικά μου συνέβη το ίδιο με τη μαμά μου, τον μπαμπά μου και τον αδελφό μου. Μιλώντας όμως με τον γιατρό, μου εξήγησε, μου έγραψε κιόλας σε ένα χαρτί τι έχω. Δεν μου είπε ποτέ ψέματα, μου είπε πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα, και αυτό εν μέρει με ηρέμησε. Εξακολουθούσα να φοβάμαι όμως».

_Νιώσατε καθόλου σαν να έπρεπε να «τακτοποιήσετε» λεπτομέρειες;

«Οχι, δεν σκεφτόμουν κάτι τέτοιο. Σκεφτόμουν πώς θα λυθεί το πρόβλημα και δεν σκέφτηκα ποτέ ότι πρόκειται να πεθάνω ή κάτι παρόμοιο. Στην αρχή σκεφτόμουν αν είναι επικίνδυνο ή όχι, αλλά από ’κεί και πέρα είμαι 35 ετών, γνώριζα ότι η καριέρα μου ούτως ή άλλως πλησίαζε στο τέλος της. Με απασχολούσε μόνο το να γίνω καλά».

_Η γυναίκα σας πώς το πήρε;

«Η γυναίκα μου ήταν αυτή που με βοήθησε περισσότερο, ήταν η καλύτερη ψυχολόγος που μπορούσα να έχω. Εκείνη με ηρεμούσε, μου μιλούσε. Οι πρώτες δύο ημέρες ήταν οι πιο σημαντικές. Μιλούσαμε πολύ και κοιμόμασταν λίγο, γιατί θέλοντας και μη στριφογυρίζει στο μυαλό σου και ξυπνάς με μια λύπη. Είναι πολύ σημαντικό να έχεις κάποιον δίπλα σου και να συζητάς μαζί του».

_Εχουμε πάντα την εντύπωση ότι οι αθλητές είναι κάτι σαν υπεράνθρωποι. Ατρωτοι. Εσείς αντιμετωπίσατε ένα πρόβλημα σαν κοινός θνητός…

«Και οι αθλητές όμως άνθρωποι είμαστε και μπορεί να μας συμβεί κάτι όπως σε όλους. Αθλητές ή όχι, όλοι πρέπει να φροντίζουμε τον εαυτό μας και να ελέγχουμε περισσότερο την υγεία μας. Στην περίπτωσή μου, εξαιτίας του ιστορικού της οικογένειάς μου, έπρεπε να υπάρχει μεγαλύτερος έλεγχος. Εμένα μου το βρήκαν τώρα, αλλά όταν φτάνεις σε αυτό το σημείο καταλαβαίνεις πολλά και κυρίως καταλαβαίνεις όσα έπρεπε να κάνεις προτού φτάσεις κοντά στο μηδέν».

_Υπάρχει δίδαγμα από αυτή την περιπέτεια;

«Να ακούμε πάντα τους γιατρούς και να νοιαζόμαστε για την υγεία μας. Πάνω από όλα είναι η υγεία. Πρέπει να προσέχεις πάντα και εμείς οι αθλητές πρέπει να ελέγχουμε σταθερά την υγεία μας, διότι έχουν συμβεί πολλά περιστατικά με τραγική κατάληξη. Η αλήθεια είναι ότι οι ποδοσφαιριστές δεν κάνουμε ιατρικές εξετάσεις όπως θα έπρεπε. Εχω παίξει σε πολλές ομάδες και οι ιατρικές εξετάσεις δεν γίνονται πάντα όπως πρέπει. Πριν από μήνες είχα κάνει εξετάσεις και είχαν βγει όλα τέλεια. Κανείς δεν είχε εντοπίσει ότι η αρτηρία μου ήταν κλειστή κατά 90%. Και αν δεν ήταν προσεκτικός ο κ. Σταματόπουλος, δεν θα το έβρισκε κανείς. Είναι πολύ σημαντικό για όλους τους παίκτες και τους γιατρούς να υπάρχει ενδελεχής εξέταση για να αποφευχθούν τραγωδίες που, δυστυχώς, έχουν ήδη συμβεί. Θα έπρεπε να υπάρχει και μεγαλύτερος έλεγχος για παίκτες που έχουν οικογενειακό ιστορικό όπως εγώ».

_Θα επιθυμούσατε να αναλάβετε κάποια σχετική πρωτοβουλία;

«Η αλήθεια είναι ότι πολύς κόσμος έμαθε για αυτό το θέμα από τη δική μου περιπέτεια, διότι η είδηση έγινε γνωστή παντού. Μια εκστρατεία στο πλαίσιο της UEFA δεν είναι κακή ιδέα. Είναι σημαντικό πρωτίστως οι σύλλογοι να καταλάβουν ότι πρέπει να γίνονται πιο σοβαροί έλεγχοι. Αλλά και οι ίδιοι οι γιατροί να καταλάβουν ότι πρέπει να επιμένουν περισσότερο στις εξετάσεις για να μη συμβεί μια τραγωδία».

_Η δική σας περιπέτεια πάντως συγκίνησε όλους τους φιλάθλους.

«Και από την Ελλάδα αλλά και από το εξωτερικό, πολύς κόσμος μου τηλεφωνούσε και μου συμπαραστεκόταν. Οταν είσαι στα ουράνια, στη δόξα σου, ο κόσμος σε στηρίζει, σε χτυπάει φιλικά στον ώμο και σου λέει τα καλύτερα. Οταν όμως είσαι σε άσχημη φάση, καταλαβαίνεις πολύ περισσότερα. Στη δική μου περίπτωση, κυρίως ο κόσμος του Ολυμπιακού, αλλά και φίλοι του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ μου μιλάνε με πολύ θερμά λόγια, μου συμπαραστέκονται. Μου δείχνουν την αγάπη τους και δεν πρόκειται να το ξεχάσω ποτέ. Δεν υπάρχουν λόγια για να δείξω την ευγνωμοσύνη μου σε αυτούς τους ανθρώπους, είναι πολύ δύσκολο να περιγράψω πώς νιώθω μέσα μου».

_Αλλάξατε ως άνθρωπος;

«Μπορεί. Μπορεί να με άλλαξε. Με ποιον τρόπο όμως; Εμένα η ζωή δεν μου έχει φερθεί καλά. Μου στέρησε τα πιο αγαπημένα μου πρόσωπα: τον μπαμπά μου, τη μητέρα μου και τον αδελφό μου. Η ζωή μού έδωσε πολλά χτυπήματα, αλλά πρέπει να ξεπερνάς κάθε χτύπημα, και εγώ το έκανα. Πάντα λέω ότι οι άνθρωποι είμαστε πολύ δυνατοί. Είναι πολύ σημαντικό να είσαι δυνατός και σε κάθε χτύπημα να σηκώνεσαι, να κοιτάζεις μπροστά. Εγώ τώρα πρέπει να σκέφτομαι ότι έχω οικογένεια, παιδιά, και να είμαι δυνατός. Θεωρώ ότι είμαι δυνατός».

_Μπήκατε στη διαδικασία να σκεφτείτε ότι δεν θα είστε πια ενεργός ποδοσφαιριστής, αλλά παλαίμαχος; Το έχετε συνειδητοποιήσει πλέον;

«Ναι. Εμείς οι ποδοσφαιριστές πρέπει να καταλάβουμε ότι θα έρθει μια ημέρα που θα αφήσουμε το ποδόσφαιρο. Είναι ένα ψυχολογικό χτύπημα, γιατί όλη σου τη ζωή κάνεις το ίδιο: ξυπνάς, πας για προπόνηση, τρως, ξεκουράζεσαι, παίζεις αγώνα. Είναι μια συνήθεια που, γαμώ το, ψυχολογικά είναι δύσκολο να τη δεχτείς όταν σταματάς. Ο καθένας πρέπει να δουλεύει με τον εαυτό του για να το αντιμετωπίσει, ίσως και να μιλήσει με κάποιον για να τον βοηθήσει σε αυτή τη διαδικασία, που πάντως παραμένει μια απολύτως εσωτερική διαδικασία. Στριφογυρίζει στο μυαλό μου, σκέφτομαι συνέχεια ότι πλέον δεν θα είμαι επαγγελματίας, πρέπει να δω άλλα πράγματα, αλλά η ζωή προχωράει. Τώρα πλέον είμαι στη σύνταξη, έχω αποσυρθεί. Αλλά είμαι 35 ετών και πρέπει να κάνω άλλα πράγματα. Η ζωή συνεχίζεται. Είμαι και νιώθω νικητής και στη ζωή και στο ποδόσφαιρο, και ως την τελευταία προπόνηση θα τα δίνω όλα. Θα θυμώνω όταν χάνω. Και με τους φίλους μου, όταν θα παίζω, θα θυμώνω και θα θέλω να νικώ. Αυτό δεν θα μου το πάρει κανείς. Παύω πάντως να είμαι επαγγελματίας. Πιστέψτε με, αν έβλεπα ότι δεν έχω αυτή την εσωτερική θέληση, θα είχα σταματήσει πολλά χρόνια πριν. Εδώ που μιλάμε μπορεί να είμαι ήρεμος, αλλά ξέρω ότι στο “Γ. Καραϊσκάκης” θα είμαι νευρικός, σε ένταση. Αν αύριο δουλέψω σε κάτι σχετικό με το ποδόσφαιρο, θα έχω την ίδια συμπεριφορά. Θέλω πάντα να νικά η ομάδα μου».

_Πολλοί ποδοσφαιριστές λένε ότι όταν σταματούν φοβούνται γιατί δεν ξέρουν να κάνουν κάτι άλλο. Εσείς το νιώθετε;

«Ναι, και δεν ξέρω αν θα με θέλει η γυναίκα μου όλη μέρα στο σπίτι. Ακόμη είναι νωρίς, αλλά εμείς οι ποδοσφαιριστές πρέπει από πριν να σκεφτόμαστε τι θα κάνουμε όταν σταματήσουμε, αν θα γίνουμε προπονητές, μάνατζερ ή κάτι σχετικό με το ποδόσφαιρο. Είναι λογικό γιατί ασχολούμαστε είκοσι χρόνια με την μπάλα. Αυτό όμως εξαρτάται και από τον άνθρωπο. Θέλω να μείνω στον χώρο του ποδοσφαίρου. Εχω παίξει σε πολλούς συλλόγους και με αυτή την εμπειρία θεωρώ ότι μπορώ να βοηθήσω. Υπάρχει πάντως χρόνος για να το σκεφτώ. Εχω ιδέες, αλλά προς το παρόν τις κρατώ για εμένα».

_Τι ρόλος θα σας ταίριαζε; Προπονητής, μάνατζερ, παράγοντας;

«Χα! Προπονητής δύσκολα, επειδή με την καρδιά μου και το άγχος ίσως κλείσει και άλλη αρτηρία. Εκτός και αν έχω βοηθό στον πάγκο τον γιατρό μου. Δεν ξέρω. Σκέφτομαι πολλά, αλλά ακόμη είναι νωρίς να πω. Με την εμπειρία μου πάντως θεωρώ ότι μπορώ να βοηθήσω».

_Στον Ολυμπιακό;

«Εμένα θα μου άρεσε ως ιδέα, αλλά ακόμη δεν έχουμε μιλήσει με τη διοίκηση. Είμαι πάντα στη διάθεση του Ολυμπιακού».

_Φοβάστε ότι κάποια στιγμή δεν θα σας αναγνωρίζει κανείς στον δρόμο;

«Γαμώ το, αυτό θα συμβεί, ο κόσμος θα ξεχάσει το πρόσωπό μου. Πρέπει να συνειδητοποιούμε ότι αυτό θα συμβεί και ο κόσμος θα μας ξεχάσει. Δεν μπορούμε να παίζουμε ποδόσφαιρο ως τα 50 μας, η ποδοσφαιρική ζωή δεν διαρκεί για πάντα. Πρέπει να είσαι έξυπνος και να καταλάβεις ότι σε λίγο καιρό ο κόσμος θα ξεχάσει τον Ντάρκο, όπως ξέχασε πολλούς ποδοσφαιριστές. Αυτό είναι φυσιολογικό. Αυτή είναι η ζωή».

_Από την εμπειρία σας στην Ελλάδα τι θα κρατήσετε;

«Την αγάπη του κόσμου αλλά και μια απορία, κάτι σαν παράπονο: γιατί δεν ήρθα νωρίτερα να παίξω στον Ολυμπιακό. Αναρωτήθηκα πολλές φορές αυτό το διάστημα γιατί δεν ήρθα νωρίτερα στην Ελλάδα. Δεν γνώριζα από μέσα τα πράγματα, τη νοοτροπία του κόσμου. Η εμπειρία πάντως είναι πολύ όμορφη και η αγάπη του κόσμου απίστευτη. Πλέον σκέφτομαι πού θα ζήσω μόνιμα, εδώ ή στο Σαν Σεμπαστιάν, κάτι που παλαιότερα το είχα ως δεδομένο. Φέτος θα ζήσω εδώ στην Ελλάδα, αφού και η οικογένειά μου περνάει καλά».

_Είχατε προτάσεις στο παρελθόν να αγωνιστείτε σε ελληνική ομάδα;

«Είχαν ειπωθεί διάφορα, υπήρχαν φήμες, είχα ακούσει ότι ο Ολυμπιακός με ήθελε, αλλά δεν ήξερα αν όντως είχε ενδιαφερθεί ή όχι. Οταν παίζεις σε ομάδες όπως η Γιουβέντους ή η Λάτσιο δεν σκέφτεσαι ότι θα αλλάξεις σύλλογο. Γνωρίζοντας όμως τον Ολυμπιακό από μέσα, λυπάμαι τελικά που δεν ήρθα νωρίτερα. Τώρα που ξέρω πώς είναι η ομάδα, αν είχα πρόταση πριν από δέκα χρόνια θα ερχόμουν σίγουρα. Πρόλαβα να αγαπήσω πολύ την ομάδα. Βέβαια και στο Σαν Σεμπαστιάν, στην Ισπανία, υπάρχει και η άλλη ομάδα μου, η Ρεάλ Σοσιεδάδ. Είμαι Ολυμπιακός, αλλά υπάρχει και η Γιουβέντους. Αυτές τις τρεις ομάδες θα τις έχω πάντα στην καρδιά μου. Και η Γιούβε ήταν μεγάλη ομάδα, έπαιξα δίπλα σε μεγάλους ποδοσφαιριστές, αλλά Ολυμπιακός και Σοσιεδάδ θα έχουν πάντα την καλύτερη θέση στην καρδιά μου».

_Τι πρόβλημα έχει το ποδόσφαιρό μας κατά τη γνώμη σας;

«Για εμένα, την υποδομή. Πρέπει να γίνουν πιο μεγάλα, καλύτερα γήπεδα, διότι ομάδες και ποδοσφαιριστές υπάρχουν καλοί και κάθε χρόνο ενισχύονται. Ερχονται παίκτες που ανεβάζουν το επίπεδο, αλλά δεν πρέπει μόνο πέντε-έξι ομάδες να έχουν καλά γήπεδα».

_Προλάβατε να μπείτε στην κουβέντα για τη διαιτησία και τον χαμό που γίνεται με αυτήν;

«Βέβαια, αλλά αυτό συμβαίνει σε όλες τις χώρες. Παντού συζητούν αν ο διαιτητής σφυρίζει αυτό ή το άλλο, αν είναι του Ολυμπιακού, του Παναθηναϊκού, της Ρεάλ, της Μπαρτσελόνα. Πάντα χωράει βελτίωση στη διαιτησία αλλά και στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να τους αντιμετωπίζουμε. Πρέπει όμως να αφήνουμε ήσυχους τους διαιτητές, να μην υπάρχει τόσο μεγάλη πίεση διότι και αυτοί άνθρωποι είναι. Σε όλες τις χώρες υπάρχουν καλύτεροι και χειρότεροι, αλλά ο κάθε διαιτητής πρέπει να ξέρει πότε σφάλλει. Για τιμωρία, πρέπει να πηγαίνει στη δεύτερη κατηγορία, όπως συμβαίνει σε πολλά πρωταθλήματα, όπως το ισπανικό. Για έναν διαιτητή το να υποβιβάζεται είναι σκληρό χτύπημα. Είναι άνθρωποι και κάνουν και αυτοί λάθη».

_Ο γιος σας είναι ο επόμενος ποδοσφαιριστής της οικογένειας;

«Μακάρι. Ο Θεός ας σε ακούσει, φίλε μου».

_Και ας παίξει στον Παναθηναϊκό;

«Δεν με απασχολεί πού, εφόσον γίνει ποδοσφαιριστής. Διότι, αν το κάνει, διαλέγει μια όμορφη ζωή, μια υγιεινή ζωή σε μια εποχή όπου πολλά παιδιά επιλέγουν άλλους δρόμους. Είναι σημαντικό να κάνεις αθλητισμό και εγώ θέλω ο γιος μου να αθλείται. Θα ήθελα να γίνει ποδοσφαιριστής, αλλά δεν τον πιέζω. Βλέπω πάντως δυνατότητες και όρεξη για προπόνηση. Παίζει στη θέση μου και του αρέσει να σκοράρει με το κεφάλι. Εδώ στον Ολυμπιακό βελτιώνεται πολύ. Μακάρι να γίνει ποδοσφαιριστής και να φτάσει πολύ ψηλά, αλλά δεν είμαι ένας μπαμπάς που πιέζει πολύ».

_Φοβάστε την κληρονομικότητα της υπέρτασης για τα παιδιά σας;

«Ναι, γνωρίζουμε ότι πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά. Εχω μιλήσει με τον γιατρό, ακόμη είναι μικρά, αλλά πρέπει να τα ελέγχουμε».

_Πώς φαντάζεστε την τελευταία σας εμφάνιση;

«Το σκέφτομαι καιρό, αλλά δεν μπορώ να σας πω ψέματα. Πάντα υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού μου η σκέψη “και αν συνεχίσω;”. Ξέρω όμως ότι είναι πια το τέλος, διότι η υγεία είναι το πιο σημαντικό στη ζωή. Δηλαδή, θα είναι λογικά το τέλος… Βλέπετε τι σας λέω; “Λογικά”. Δεν το αποδέχεσαι εύκολα. Θα είναι πάντως η ευκαιρία να ευχαριστήσω τον κόσμο για την αγάπη και τη στήριξή του. Θα είναι πολύ συγκινητικές στιγμές. Ποιος ξέρει βέβαια; Αν σκοράρω, ίσως συνεχίσω για ακόμη έναν χρόνο! Οχι, αστειεύομαι. Δεν είναι σημαντικό να σκοράρω? άλλωστε στην καριέρα μου έχω πετύχει πολλά γκολ. Το πιο σημαντικό είναι να κάνω αυτό που νιώθω: να αποχαιρετήσω τον κόσμο. Θα ήταν όμορφο να τελειώσω την καριέρα μου με ένα γκολ, αλλά στη μνήμη μου θα μείνει ούτως ή άλλως για πάντα η ημέρα που έπαιξα για τελευταία φορά. Το τελευταίο μου ματς, η 9η και η 13η Ιανουαρίου, όταν έμαθα το πρόβλημα και όταν έκανα την επέμβαση, είναι οι τρεις ημερομηνίες που θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στη μνήμη μου». l

Η συνέντευξη του Ντάρκο Κοβάσεβιτςδημοσιεύτηκε στο BHMagazino, τεύχος 445, 26/4/09