Ανήκω στην κατηγορία των θεατών που δεν εγκαταλείπουν τη θέση τους κατά τη διάρκεια μιας παράστασης, ούτε αν σκάσει δίπλα τους βόμβα. Επειδή σέβομαι τον μόχθο των ηθοποιών. Για να αποχωρήσω πριν από το φινάλε (είναι ζήτημα αν το έχω κάνει δύο φορές στη ζωή μου) πρέπει να διαγνώσω δόλο: ότι δεν κατεβλήθη η στοιχειώδης προσπάθεια, ότι το μοναδικό ζητούμενο του θιάσου ήταν «να μου τα αρπάξει». Οταν την προπερασμένη Παρασκευή, καθισμένος στην πρώτη σειρά του άνω διαζώματος στην Επίδαυρο, έβλεπα δεκάδες να αποχωρούν στη μέση της παράστασης του Εθνικού Θεάτρου με τον (ευφάνταστο;) τίτλο «Βάτρα-Χ», ένιωσα θλίψη που η προσπάθεια των ηθοποιών δεν ήταν αρκετή για να τους κρατήσει στις θέσεις τους. Την ίδια στιγμή είχα θυμώσει με τον εαυτό μου που, ενώ υπέφερα, δεν είχα τα κότσια να ακολουθήσω τους ηρωικούς επαναστάτες στην έξοδό τους.


Ημασταν σχεδόν στα μισά της παράστασης. Στην ορχήστρα διεξαγόταν κάτι ανάμεσα σε «Ciao Antenna», «Η Ελλάδα παίζει», «Αντρες έτοιμοι για όλα» και «Α.Μ.Α.Ν.». Ο ήχος των τζιτζικιών έφτανε στα αφτιά μου πιο διαυγής και δυνατός από τις (συχνά ακατάλληλες για τον χώρο) φωνές των ηθοποιών. Εχοντας ξεπεράσει το αρχικό σοκ του ανεκδιήγητου θεάματος – ενός θεάματος που τα είχε όλα, από Εφη Θώδη ως τον «Ηλιο τον Ηλιάτορα» του Ελύτη – βαριόμουν αφόρητα και αναλογιζόμουν κάτι παλιότερα, ευτυχισμένα ανεβάσματα κωμωδιών του Αριστοφάνη. Τότε που η ανάγκη του εκάστοτε σκηνοθέτη να προκαλέσει, να βγάλει τη γλώσσα στο κοινό ή να εκδικηθεί τους συνεργάτες του και τον ίδιο του τον εαυτό δεν ήταν από μόνη της λόγος για να ανέβει μια πολυέξοδη παραγωγή – και δη του Εθνικού.


Κατά τη γνώμη μου, λοιπόν, κύριος (για να μην πω μοναδικός) υπεύθυνος για τον «πειραγμένο» Αριστοφάνη που είδαμε στο Αργολικό Θέατρο ήταν ο σκηνοθέτης Δημήτρης Λιγνάδης. Δεν διαφωνώ με τις «πειραγμένες» παραστάσεις κλασικών έργων, έχω απλώς το βίτσιο να ζητάω εκτός από πειραγμένες να είναι και ουσιαστικές: να καταθέτουν μια νέα πρόταση, να προβληματίζουν, να επαναπροσδιορίζουν…, κάτι να κάνουν. Οι «Βάτρα-Χ» ήταν μόνο «πειραγμένοι». Χωρίς ουσιαστικό λόγο και χωρίς αποτέλεσμα.


Η τηλεοπτικής αντι-αισθητικής παράσταση που έστησε ο πολυπαινεμένος εσχάτως καλλιτέχνης παρέπεμπε σε κακοστημένο και κακοπαιγμένο ριάλιτι. Με μηδενική αίσθηση του χιούμορ – εκτός και αν το να μιλάει ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης στα ελληνικά και να του απαντάει ξεκούδουνα ο Λιγνάδης στα αγγλικά θεωρείται αστείο. Με κακή αισθητική -, εμφανή από την ώρα που έμπαινες στο θέατρο και αντίκριζες το άτεχνο σκηνικό, κάτι ανάμεσα σε γήπεδο και σε… περίπου βάλτο. Με άστοχες δήθεν σατιρικές αναφορές σε πρόσωπα και πράγματα από τα οποία θα είχαν πολλά να μάθουν οι Λιγνάδηδες του σύγχρονου θεάτρου, αν δεν είχαν φτάσει(;) τόσο γρήγορα στην κορυφή: Τι άλλο παρά ατυχής μπορεί να χαρακτηριστεί η παρωδία από τη Στεφανία Γουλιώτη της περυσινής «Ηλέκτρας» της (σε σκηνοθεσία του Πίτερ Στάιν), της παράστασης που έδωσε στην άγνωστη μέχρι πρότινος ηθοποιό λόγο ύπαρξης στο θέατρο; Για δες, που εν έτει 2008, προτού καλά καλά μάθουμε και πατάμε στη σκηνή, κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας, τους μέντορές μας, τις προσπάθειές μας! (‘Η μάλλον μας βάζουν να τις κοροϊδέψουμε στον ίδιο χώρο, την Επίδαυρο, όπου είχαμε αγωνιστεί για να πραγματοποιήσουμε το όνειρό μας, όπως έκαναν με τη Γουλιώτη).


Τον εαυτό του επιχείρησε να σατιρίσει και ο χορογράφος Φωκάς Ευαγγελινός (με τη σύμφωνη, υποθέτω, γνώμη του πολυχρονεμένου σκηνοθέτη), «αναβιώνοντας» στο αρχαίο θέατρο την εφετινή εμφάνιση της Ρωσίας στη Γιουροβίζιον, την οποία είχε ο ίδιος επιμεληθεί. Κατά το δόκτωρ Τζέκιλ και μίστερ Χάιντ, ο δόκτωρ Ευαγγελινός πληρώθηκε αδρά για να οδηγήσει τους Ρώσους στην πρώτη θέση, και ο μίστερ Φωκάς βγήκε για να κοροϊδέψει το γελοίο της ίδιας του της δουλειάς! Νέα ήθη. Αν και το «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις» είναι παλιό και κλασικό. Γι’ αυτό και ο Ευαγγελινός μπορεί να δηλώνει και της υποκουλτούρας (Γιουροβίζιον) και της κουλτούρας (Επίδαυρος) με ευκολία που εντυπωσιάζει· το παραδάκι να πέφτει. Την προσπάθειά της να αποποιηθεί την εικόνα της «γατούλας του σεξ» πλήρωσε η Δήμητρα Ματσούκα με το να εμπιστευθεί ένα τόσο απονενοημένο εγχείρημα όσο την εμφάνισή της στην Επίδαυρο στα χέρια του «αφηνιασμένου» σκηνοθέτη. Ο οποίος εξέθεσε σαδιστικά την ηθοποιό βάζοντάς την να μιλάει τη μια κανονικά και την άλλη από ντουντούκα, γεγονός που έκανε την ακατάλληλη για το εν λόγω θέατρο φωνούλα της να ακούγεται ξεψυχισμένη και ανεπαρκής.


Ο ίδιος ο Λιγνάδης σε συνδυασμό με τον Μαρκουλάκη δημιούργησαν με χαλαρότητα και άνεση (έπαρση;) ένα δίδυμο από αδιάφορο ως ενοχλητικό· κυρίως ενοχλητικό και, όπως προείπαμε, χωρίς κανένα χιούμορ. Οσο για τον Γιώργο Μαρίνο, ο σεβασμός μου στο πρόσωπό του δεν μου επιτρέπει να γράψω αυτά που θέλω. Δεν μπορώ όμως να μην εκφράσω τη στενοχώρια μου που δεν μπόρεσε να μάθει ούτε πέντε στιχάκια (αυτός ήταν όλος και όλος ο ρόλος του) παρά βγήκε και ερμήνευσε το τραγούδι του πάνω σε ένα άθλιο (ούτε αυτό μπόρεσε να συντονίσει!) playback. Αυτόν πάλι γιατί τον άφησαν να εκτεθεί τόσο πολύ;


Ξέρω πως ένα παιχνίδι είναι το θέατρο, που άλλοτε πετυχαίνει άλλοτε όχι. Εδώ όμως είχα έντονη την αίσθηση ότι το αποτρόπαιο αποτέλεσμα δεν έτυχε αλλά… πέτυχε! Ο σκηνοθέτης είχε συγκεκριμένες προθέσεις. Κάτι σαν να ήθελε να πετάξει στα μούτρα μας την απαξίωσή του. Προς τι; Προς την κωμωδία, τον Αριστοφάνη, τους ηθοποιούς που ο ίδιος είχε επιλέξει, το κοινό που τον τίμησε με την παρουσία του, τον Γιάννη Χουβαρδά που του εμπιστεύτηκε μια τέτοια παραγωγή; Προς τον ίδιο του τον εαυτό, μήπως; Δεν ήταν μόνο η έλλειψη γνώσης, μέτρου και γούστου που χαρακτήριζαν αυτό που είδα όσο το εκτός ελέγχου θράσος. Ο Λιγνάδης κατέβηκε στην Επίδαυρο με θράσος και έπαρση. Θύματα αυτής της έπαρσης έπεσαν και όσοι τον ακολούθησαν (από τους ηθοποιούς ως τους θεατές). Επρεπε, βεβαίως, να το είχαμε υποπτευθεί όταν πριν από την πρεμιέρα είχε δηλώσει ότι το Χ του τίτλου «Βάτρα-Χ» «μπορεί και να σημαίνει χ…ω». Να υποθέσω ότι όλοι εμείς που μείναμε τραγικά ψυχροί μπροστά στην πρόταση-πρόσκλησή του είμαστε απλώς ανοργασμικοί;


ΥΓ.: Συγκινητική η ειλικρινής προσπάθεια των πρωτοετών φοιτητών του Εθνικού Θεάτρου που πλαισίωσαν, ως μέλη του Χορού, την κατά Λιγνάδη ανάγνωση της κωμωδίας. Τους εύχομαι μια καλύτερη τύχη στο μέλλον…