Στις δημοκρατίες, είναι συνηθισμένο να οξύνεται το πολιτικό κλίμα εν όψει σημαντικών εκλογών. Και στη Γερμανία, όπου σε τρεις εβδομάδες θα διεξαχθούν σημαντικές εκλογές, η διαμάχη των κομμάτων γίνεται όλο και πιο έντονη. Αυτό που συνέβη όμως στο γερμανικό κοινοβούλιο ξεπερνά τον κανόνα.
Γίνεται λόγος για μια ιστορική καμπή, για μια πολιτική ρήξη άνευ προηγουμένου. Για πρώτη φορά στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, μια αίτηση ψηφίσματος στο κοινοβούλιο βρήκε πλειοψηφία (αρχικά) μόνο χάρη στην υποστήριξη της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD).
Την ίδια ακριβώς ημέρα που οι βουλευτές του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου απέτισαν φόρο τιμής στην 80ή επέτειο της απελευθέρωσης του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Αουσβιτς, η ακροδεξιά AfD επέδειξε τη νέα της ισχύ μέσα στο κοινοβούλιο.
Στο επίκεντρο του πολιτικού δράματος βρίσκεται ο Φρίντριχ Μερτς, ηγέτης της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU), του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, ο οποίος σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις θα είναι πιθανότατα ο επόμενος καγκελάριος.
Οι δημοσκόποι δίνουν στο CDU 30% και ένα σταθερό προβάδισμα έναντι της AfD, που βρίσκεται στη δεύτερη θέση με περίπου 20%. Οι Σοσιαλδημοκράτες του καγκελαρίου Ολαφ Σολτς βρίσκονται προς το παρόν στην τρίτη θέση με 16%.
Φαινόταν ότι ο αγώνας είχε σχεδόν τελειώσει. Αλλά ξαφνικά, σαν τυφώνας, η άγρια δολοφονία με μαχαίρι ενός δίχρονου νηπίου και ενός ενηλίκου αναστάτωσε την προεκλογική εκστρατεία. Δράστης ήταν ένας Αφγανός, του οποίου η αίτηση ασύλου είχε απορριφθεί και θα έπρεπε να είχε απελαθεί προ πολλού.
Ο Μερτς έσπευσε να επιρρίψει την ευθύνη στη λανθασμένη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης. Στο στυλ του Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε δραστικά μέτρα για την πρώτη κιόλας ημέρα της καγκελαρίας του. Αμέσως το μεταναστευτικό ζήτημα βρέθηκε στο επίκεντρο της προεκλογικής εκστρατείας, όπου αναμένεται να παραμείνει ως την ημέρα των εκλογών.
Αφορμή για τον σημερινό πολιτικό αναβρασμό ήταν οι προτάσεις που κατέθεσε το CDU στην Ομοσπονδιακή Βουλή. Ο Μερτς είχε προηγουμένως δηλώσει ρητά πως δεν τον απασχολούσε ποιος θα τις στήριζε: «Οποιος θέλει να υπερψηφίσει αυτές τις προτάσεις, ας το κάνει. Οποιος θέλει να τις απορρίψει, ας τις απορρίψει. Δεν κοιτάζω ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Σε αυτά τα ζητήματα κοιτάζω μόνο μπροστά».
Πολλοί ερμηνεύουν αυτή τη δήλωση ως συγκαλυμμένη πρόσκληση προς την AfD να υποστηρίξει τις προτάσεις στο κοινοβούλιο. Πρόκειται για πέντε αιτήματα που έθεσε ο Μερτς αμέσως μετά την επίθεση με μαχαίρι την περασμένη εβδομάδα. Περιλαμβάνουν μόνιμους ελέγχους στα σύνορα της Γερμανίας και de facto απαγόρευση εισόδου σε άτομα χωρίς έγκυρα έγγραφα.
Ολοι όσοι απορρίπτονται για άσυλο και όσοι διαπράττουν αδικήματα θα πρέπει να κρατούνται σε φυλακές μέχρι να απελαθούν στην πατρίδα τους.
Η κυβέρνηση Σολτς υπερασπίζεται τον εαυτό της όσο καλύτερα μπορεί απέναντι στις κατηγορίες ότι δεν έχει κάνει αρκετά: καμία από τις επιθέσεις των τελευταίων μηνών δεν θα μπορούσε να είχε αποτραπεί με αυστηρότερους νόμους, σύμφωνα με τον καγκελάριο Σολτς.
Επιπλέον, οι προτάσεις του Μερτς έρχονται σε αντίθεση με τις αρχές του Συντάγματος και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Το γεγονός ότι ο αριθμός των αιτήσεων ασύλου μειώθηκε κατά 30% πέρυσι αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση έχει ήδη αυστηροποιήσει την πολιτική της.
Οι Σοσιαλδημοκράτες δεν έχουν εγκαταλείψει την ελπίδα ότι μπορούν να φτάσουν τους Χριστιανοδημοκράτες τις τελευταίες ημέρες πριν από τις εκλογές, όπως έκαναν το 2021. Ο Μερτς έδωσε στον Σολτς, ο οποίος θεωρείται βαρετός και ανέμπνευστος, αυτό που του έλειπε μέχρι σήμερα: ένα θέμα που μπορεί να κινητοποιήσει τους δικούς του ψηφοφόρους. Η κατηγορία ότι ο Μερτς δεν είναι άξιος εμπιστοσύνης, ότι μετά τις εκλογές μπορεί να συνεργαστεί με τους ακροδεξιούς, είναι το νέο μήνυμα στις ομιλίες του καγκελαρίου. Και δεν είναι μόνο ο Σολτς που ασχολείται με αυτό το θέμα: ήδη κυκλοφορούν φήμες ότι το CDU θα σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας μετά τις εκλογές, την οποία θα ανέχεται η AfD.
Οι χριστιανικές Εκκλησίες της Γερμανίας, παραδοσιακά πυλώνας του CDU, έχουν ήδη εκφράσει τη διαφωνία τους προς τη νέα πορεία της μεταναστευτικής πολιτικής σε κοινή ανοιχτή επιστολή. Η Ανγκελα Μέρκελ, επί μακρόν αντίπαλος του σημερινού προέδρου του CDU, έχει επίσης μιλήσει και επικρίνει την πολιτική του Μερτς. Μια παλιά πληγή μεταξύ της Μέρκελ και του Μερτς, ο οποίος εκπροσωπεί την πιο δεξιά πτέρυγα του κόμματος, έρχεται και πάλι στην επιφάνεια.
Πολλοί συντηρητικοί δεν έχουν ακόμη συγχωρήσει τη Μέρκελ για την «απώλεια ελέγχου» το 2015, όταν το Βερολίνο άνοιξε τα σύνορα σε εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τη Συρία στο αποκορύφωμα της προσφυγικής κρίσης.
O Μερτς ήλπιζε να επωφεληθεί από το διάχυτο κλίμα δυσαρέσκειας στη γερμανική κοινωνία απέναντι σε μια φιλελεύθερη πολιτική για τους πρόσφυγες. Το γεγονός ότι δέχθηκε, έστω και σιωπηρά, την υποστήριξη της Ακροδεξιάς στο κοινοβούλιο αποδείχθηκε σοβαρό σφάλμα που θα προκαλέσει μεγάλη ζημιά στην υποψηφιότητά του. Στο τέλος, ακόμα και βουλευτές του κόμματός του καταψήφισαν την Παρασκευή το νομοσχέδιο, το οποίο τελικά δεν εξασφάλισε πλειοψηφία, συνιστώντας βαρύ πλήγμα για τον Μερτς.
Μεγάλη νικήτρια αισθάνεται η AfD. «Μια πραγματική αλλαγή πολιτικής μπορεί να υπάρξει μόνο με το δικό μας κόμμα» δήλωσε η πρόεδρός της Αλις Βάιντελ. Οι επόμενες δημοσκοπήσεις αναμένεται να καταγράψουν περαιτέρω άνοδο της AfD και το κόστος αυτής της ανόδου θα το πληρώσει κυρίως το CDU.
Για τη γερμανική πολιτική, η κοινή ψηφοφορία με την AfD θα μείνει στη μνήμη ως ένα πολιτικό αμάρτημα. «Αν η AfD φτάσει κάποτε στην εξουσία στη Γερμανία, θα θυμόμαστε αυτή την ημέρα του Ιανουαρίου 2025 και θα λέμε: Από εκεί ξεκίνησαν όλα», σχολιάζει γερμανική εφημερίδα για το ιστορικό σπάσιμο ταμπού στο Βερολίνο.
Ο δρ Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι πολιτικός αναλυτής και σχολιαστής και Κύριος Ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.