Παραδοσιακά, η συζήτηση περί γεροντοκρατίας στην πολιτική αφορούσε τα αυταρχικά καθεστώτα. Οι εικόνες των ηγετών της Σοβιετικής Ενωσης, «παγωμένων στον χρόνο», δεν εξέπλητταν κανέναν. Αν δεν έπεφταν θύματα εκκαθαρίσεων, οι σοβιετικοί ηγέτες παρέμεναν στην εξουσία μέχρι την τελευταία τους πνοή. Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η γεροντοκρατία στα αυταρχικά καθεστώτα δεν εξέπνευσε: στην Κούβα, ο Φιντέλ Κάστρο κυβερνούσε (από το 1959) μέχρι τα 82 του το 2006, και ο αδελφός του, Ραούλ Κάστρο, μέχρι τα 90 το 2021.

Στις δυτικές δημοκρατίες, όπου οι τακτικές εκλογικές αναμετρήσεις διασφαλίζουν την ανανέωση του πολιτικού προσωπικού, η συζήτηση περί γεροντοκρατίας θα έμοιαζε παράταιρη. Στις ΗΠΑ, όμως, όπου η νεότητα αποθεώνεται, η ηλικία των υποψηφίων προέδρων εν όψει των προεδρικών εκλογών του 2024 εξελίσσεται σε μείζον ζήτημα. Σε δημοσκόπηση του AP-NORC τον Αύγουστο, το 77% των Αμερικανών δήλωσε ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν, 80 ετών, ήδη ο γηραιότερος πρόεδρος των ΗΠΑ, θα είναι υπερβολικά ηλικιωμένος για να αντεπεξέλθει και την επόμενη τετραετία. Σε δημοσκόπηση του «Economist», το 57% των καταγεγραμμένων ψηφοφόρων εκφράζει αρνητική γνώμη για την ικανότητα του Μπάιντεν να εκπληρώσει τα καθήκοντά του σε περίπτωση δεύτερης θητείας, ενώ το 60% εκφράζει ανάλογη γνώμη για τη Δημοκρατική γερουσιαστή Νταϊάν Φάινστιν, 90 ετών, και τον Μιτς Μακόνελ, 81 ετών, επικεφαλής της μειοψηφίας των Ρεπουμπλικανικών στη Γερουσία. Και παρότι δέχεται λιγότερη κριτική για την ηλικία του από ό,τι ο Μπάιντεν, ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, επικρατέστερος για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών, είναι αισίως 77 ετών.

Γεροντοκρατία

Το σημερινό αμερικανικό Κογκρέσο είναι, ηλικιακά, το τρίτο γηραιότερο από το 1789. Ο μέσος όρος ηλικίας των αμερικανών γερουσιαστών είναι 64 έτη και των βουλευτών 57,5. Τα τελευταία 40 χρόνια, τα μέλη της αμερικανικής Γερουσίας και της Βουλής έχουν γεράσει αισθητά, κατά 9 έτη τα μεν και κατά 12 τα δε. Σε σύνολο 535 μελών των δύο σωμάτων του σημερινού Κογκρέσου, τα 19 είναι άνω των 80 ετών.

Για να έχει δικαίωμα εκλογής στη Βουλή, ένας Αμερικανός πρέπει να έχει συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας του ενώ για να εκλεγεί στη Γερουσία πρέπει να είναι τουλάχιστον 30 ετών. Τα μέλη του Κογκρέσου δεν έχουν περιορισμό στον αριθμό των θητειών που μπορούν να υπηρετήσουν. Για να απομακρύνει ένα μέλος του λόγω ανικανότητας να ασκήσει τα καθήκοντά του, το Κογκρέσο μπορεί να επικαλεστεί το άρθρο 25 του αμερικανικού Συντάγματος. Ωστόσο για να προχωρήσει η διαδικασία, απαιτείται η ψήφος των δύο τρίτων των μελών του Κογκρέσου. Αποπομπή μελών του Κογκρέσου συνέβη μόνον 15 φορές στην αμερικανική Ιστορία, και οι 14 αφορούσαν την περίοδο του αμερικανικού εμφυλίου. Το άρθρο 25 του Συντάγματος ορίζει και το τι θα συμβεί σε περίπτωση που ο πρόεδρος των ΗΠΑ κριθεί ανίκανος να κυβερνήσει. Το ερώτημα που προκύπτει, ωστόσο, είναι πότε ένας πρόεδρος, ένας γερουσιαστής ή ένας δικαστής κρίνεται ανίκανος; Είναι η προχωρημένη ηλικία ο μοναδικός ικανός παράγοντας για την απομάκρυνσή του;

Οι επιστήμονες βεβαιώνουν ότι οι διανοητικές ικανότητες των ανθρώπων μειώνονται με την πάροδο του χρόνου. Οι πολιτικοί δεν αποτελούν εξαίρεση. Αυτό που αποτελεί εξαίρεση είναι ότι η επίκληση της ανικανότητάς τους να κυβερνήσουν, λόγω ηλικίας, θεωρείται ταμπού. Το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ λειτουργεί σε αυτή την ιδιότυπη ομερτά, η οποία ευνοεί την παραμονή των ηλικιωμένων στην εξουσία. Με ποιον τρόπο; Πρώτον, οι μεγαλύτερης ηλικίας Αμερικανοί είναι αυτοί που είναι πιθανότερο να ψηφίσουν, και άρα να ρίξουν την ψήφο τους σε υποψήφιους με τους οποίους βρίσκονται κοντά στην ηλικία. Δεύτερον, η διεξαγωγή προεκλογικής εκστρατείας στις ΗΠΑ είναι πλέον πολύ δαπανηρή υπόθεση και οι εν ενεργεία πολιτικοί ξεκινούν με σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων τους. Με αποτέλεσμα, οι νεότερης ηλικίας Αμερικανοί να μην έχουν καν την επιλογή να ψηφίσουν έναν νεότερο υποψήφιο.

Στην εποχή ωστόσο της απόλυτης κυριαρχίας της εικόνας και των κοινωνικών δικτύων, είναι πολύ δύσκολο να κρυφτούν τα προβλήματα των ηλικιωμένων πολιτικών: πρόσφατα ο Μπάιντεν τελείωσε μια ομιλία του με τη φράση «και τώρα θα πάω για ύπνο», ενώ λίγους μήνες νωρίτερα έπεσε δημοσίως. Ο Τραμπ δεν μπορεί να ολοκληρώσει μια πρόταση που να βγάζει νόημα, ο Μιτς Μακόνελ «πάγωσε» για 20 δευτερόλεπτα κατά τη διάρκεια ομιλίας (είχε προηγουμένως πέσει) τον Ιούλιο, ενώ η Νταϊάν Φάινστιν, που απουσίαζε επί μήνες λόγω ασθενείας, είναι πλέον σε αμαξίδιο και παρουσιάζει κενά μνήμης (αλλά δεν παραιτείται).

Στα 83 της, η Νάνσι Πελόζι, πρώην πρόεδρος της Βουλής, ανακοίνωσε ότι δεν θα είναι υποψήφια το 2024 – αφού όμως αρνείτο πεισματικά να δώσει τόπο σε νεότερους, με το επιχείρημα ότι αν ήταν άνδρας, κανείς δεν θα της το ζητούσε. Μπορεί η Πελόζι να καταχωρίζεται στην κατηγορία των «super agers», των ηλικιωμένων που διατηρούν τη διαύγεια και την κρίση τους, όμως αποτελεί την εξαίρεση, όπως και η Τζάνετ Γέλεν, η υπουργός Οικονομίας των ΗΠΑ, 77 ετών, τις ικανότητες της οποίας ουδείς αμφισβητεί.

Το πρόβλημα της ηλικίας

Η προχωρημένη ηλικία των δημοσίων λειτουργών, σε συνθήκες έντονης πόλωσης όπως οι σημερινές, μπορεί να υπονομεύσει την αμερικανική δημοκρατία. Ας θυμηθούμε μόνον πόσο κόστισε στις ΗΠΑ η άρνηση της δικαστού του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ρουθ Μπέιντερ Γκίνζμπεργκ να παραιτηθεί δίνοντας τη δυνατότητα στον τότε πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα να διορίσει μια προοδευτική διάδοχό της. Η Γκίνζμπεργκ πέθανε το 2020, εν ενεργεία σε ηλικία 87 ετών, δίνοντας την ευκαιρία στον Τραμπ να διορίσει στη θέση της την Εϊμι Κόνεϊ Μπάρετ, μια υπερσυντηρητική δικαστή που συνέβαλε μεταξύ άλλων και στην ανατροπή του δικαιώματος των Αμερικανίδων στην άμβλωση.