Δεκατρείς μήνες απομένουν μέχρι τις ενδιάμεσες εκλογές για το αμερικανικό Κογκρέσο, στις 3 Νοεμβρίου 2026. Και παρότι, σύμφωνα με το γνωστό κλισέ, «στην πολιτική ένας χρόνος ισοδυναμεί με έναν αιώνα», ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, εν μέσω προσπαθειών για να λύσει το Μεσανατολικό και το Ουκρανικό, έχει πάντα στο μυαλό του τον στόχο της νίκης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στις ενδιάμεσες εκλογές.

Η προεκλογική εκστρατεία, και όχι η διακυβέρνηση, είναι συχνά το φυσικό πεδίο δράσης του Τραμπ. Ο ίδιος δεν έχει δικαίωμα, εκ του Συντάγματος, να διεκδικήσει τρίτη προεδρική θητεία, όμως οι εκλογές του 2026 μπορεί να στερήσουν την εξουσία από τους Ρεπουμπλικανικούς στο Κογκρέσο, δεδομένου ότι δεν διαθέτουν ισχυρή πλειοψηφία στα δύο Σώματα.

Στη Βουλή των Αντιπροσώπων, επί 435 εδρών, οι Ρεπουμπλικανοί κατέχουν 219 έδρες και οι Δημοκρατικοί 213 (τρεις έδρες παραμένουν κενές). Στη Γερουσία, επί συνόλου 100 εδρών, οι Ρεπουμπλικανοί κατέχουν 54 έδρες και οι Δημοκρατικοί 44, ενώ οι δύο γερουσιαστές που έχουν εκλεγεί ως ανεξάρτητοι συντάσσονται με τους Δημοκρατικούς.

Συνήθως, οι ενδιάμεσες εκλογές ευνοούν το κόμμα που δεν ελέγχει τον Λευκό Οίκο και για τον Τραμπ η πιθανότητα οι Δημοκρατικοί να ανακτήσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου ενέχει τον κίνδυνο όχι μόνο να τερματίσουν τη νομοθετική του ατζέντα, αλλά και να ζητήσουν τη διενέργεια κοινοβουλευτικών ερευνών για τη διακυβέρνησή του. Στην πρώτη προεδρική θητεία του Τραμπ, στις ενδιάμεσες εκλογές για το Κογκρέσο το 2018, οι Ρεπουμπλικανοί υπέστησαν βαριά ήττα στη Βουλή των Αντιπροσώπων και οι Δημοκρατικοί έσπασαν την «τριπλή κυριαρχία» των Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι ήλεγχαν και την προεδρία των ΗΠΑ και τα δύο Σώματα του Κογκρέσου.

Πρώτα η ασφάλεια

Στη μάχη για τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026, ο Τραμπ αντιλαμβάνεται ότι το ζήτημα της ασφάλειας και της τάξης είναι προνομιακό πεδίο για τον ίδιο, γεγονός που επιβεβαιώνουν και οι δημοσκοπήσεις (Associated Press, 11-19 Σεπτεμβρίου). Το ποσοστό των Αμερικανών που εγκρίνει τους χειρισμούς του στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας κυμαίνεται από 46% ως 53%, ενώ το 60% επικρίνει τους χειρισμούς του στην οικονομία (Gallup, 22 Σεπτεμβρίου). Διόλου τυχαία λοιπόν, την περασμένη Κυριακή, ο Τραμπ, επικαλούμενος τη μείωση της εγκληματικότητας, ζήτησε να αναπτυχθούν δυνάμεις της Εθνοφρουράς στο Ορεγκον – παρότι δεν υπήρχαν ταραχές στη συγκεκριμένη Πολιτεία. Ανάλογη τακτική είχε εφαρμόσει τον περασμένο Ιούνιο στο Λος Αντζελες, για να καταστείλει τις διαμαρτυρίες εναντίον των απελάσεων μεταναστών, και τον περασμένο Αύγουστο στην Ουάσιγκτον, πάλι με το πρόσχημα της επιβολής του νόμου και της τάξης.

Την Τρίτη, ο Τραμπ και ο υπουργός Πολέμου Πιτ Χέγκσεθ συγκέντρωσαν στο Κουάντικο της Βιρτζίνια 800 στρατηγούς και ναυάρχους των ΗΠΑ με σκοπό «να τους εμψυχώσουν». Η πρωτοφανής κίνηση, την οποία οι στρατιωτικοί αντιμετώπισαν με ψυχραιμία, εγγράφεται σε μια προσπάθεια επίδειξης πυγμής – περιττής, σύμφωνα με αναλυτές, η οποία όμως συνάδει με το πνεύμα του τραμπισμού.

Οι επιχειρήσεις με τη συνδρομή του στρατού για τη διατήρηση του νόμου και της τάξης είναι μόνο ένα από τα όπλα που προτίθεται να χρησιμοποιήσει ο Τραμπ εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2026. Τα άλλα είναι ο επανασχεδιασμός των εκλογικών περιφερειών, η προσπάθεια για την κατάργηση της επιστολικής ψήφου και των μηχανών ψηφοφορίας, καθώς και το προεδρικό διάταγμα με το οποίο ζητεί να ερευνηθούν οι τρόποι συγκέντρωσης πόρων από τους Δημοκρατικούς.

Ο Τραμπ έχει ήδη ζητήσει να επανασχεδιαστούν οι χάρτες των εκλογικών περιφερειών («gerrymandering») στο Τέξας και σε άλλες «κόκκινες» (από το χρώμα των Ρεπουμπλικανών) Πολιτείες και πιέζει τους αξιωματούχους αυτών των Πολιτειών ώστε να εγκρίνουν τους νέους χάρτες που θα εξασφαλίσουν περισσότερες βουλευτικές έδρες στους Ρεπουμπλικανούς.

Παράλληλα, απειλεί να προβεί σε νομικές ενέργειες εναντίον Πολιτειών όπως η Καλιφόρνια, προπύργιο των Δημοκρατικών, όπου οι χάρτες των εκλογικών περιφερειών θεωρεί ότι δεν ευνοούν τους Ρεπουμπλικανούς. Ο αμερικανός πρόεδρος έχει επανειλημμένως ισχυριστεί ότι η επιστολική ψήφος αλλά και οι μηχανές ψηφοφορίας είναι αναξιόπιστες και έχει δημοσίως απειλήσει να καταργήσει και την επιστολική ψήφο και την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Εχει επίσης προτείνει να διεξαχθεί εθνικό συνέδριο των Ρεπουμπλικανών πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026, για να κινητοποιήσει τη βάση των ψηφοφόρων και να καθορίσει την κομματική ατζέντα. Εξάλλου, με εντολή του Τραμπ, η υπουργός Δικαιοσύνης Παμ Μπόντι έχει ήδη αρχίσει έρευνες για τυχόν παρανομίες στην ActBlue, τη βασική πλατφόρμα συγκέντρωσης πόρων των Δημοκρατικού Κόμματος, η οποία ιδρύθηκε το 2004.

Οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου τονίζουν ότι η προεκλογική εκστρατεία του 2024 θα χρησιμεύσει ως εγχειρίδιο για την εκστρατεία του 2026: θα δοθεί έμφαση στα μη παραδοσιακά εκλογικά σώματα των Ρεπουμπλικανών, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων από διαφορετικά κοινωνικά υπόβαθρα, καθώς και στις νεότερες ηλικιακές ομάδες, όπως η γενιά Ζ – ομάδες που συνέβαλαν στο να επανέλθει ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο.

Κλειδί η καθημερινότητα

Σύμφωνα με τον Τίμοθι Γκάρτον Ας, επιφανή ιστορικό και αρθρογράφο του «Guardian», το κλειδί για τις ενδιάμεσες εκλογές θα είναι τα ζητήματα της καθημερινότητας. Στον τομέα της οικονομίας, οι δασμοί του Τραμπ οδηγούν ήδη σε αύξηση των τιμών, ενώ το οικονομικό «μεγάλο όμορφο νομοσχέδιο» του προέδρου (που ψηφίστηκε τον περασμένο Ιούλιο) αναμένεται να αυξήσει ακόμη περισσότερο το ήδη τεράστιο χρέος των ΗΠΑ, που υπερβαίνει τα 37 τρισεκατομμύρια δολάρια. Ωστόσο, μέχρι να προκύψει πραγματικά μια κρίση χρέους, αυτοί οι μακροοικονομικοί κίνδυνοι, προσθέτει ο Γκάρτον Ας, παραμένουν αφηρημένοι για τους περισσότερους αμερικανούς ψηφοφόρους. Το μεγάλο ερώτημα είναι αν οι αρνητικές συνέπειες της πολιτικής Τραμπ στην οικονομία θα γίνουν αισθητές στους ψηφοφόρους πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές.

Σε αυτές τις συνθήκες, το μέλημα των Δημοκρατικών, με στόχο να επικρατήσουν στις εκλογές του 2026, θα πρέπει να είναι να ακολουθήσουν τη συμβουλή του Τζέιμς Κάρβιλ, πρώην συμβούλου του προέδρου Μπιλ Κλίντον και γκουρού των Δημοκρατικών, και να επικεντρωθούν στα ζητήματα καθημερινότητας που απασχολούν τα νοικοκυριά. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα δείξουν ότι ενδιαφέρονται πραγματικά για τους απλούς εργαζομένους και τους Αμερικανούς της μεσαίας τάξης, των οποίων την υποστήριξη έχουν χάσει τα τελευταία 30 χρόνια.